25/6/23

Κατ’ αντιπαράστασιν

Παντελής Χανδρής, Σχέδιο, μολύβια, μαρκαδόροι  σε χαρτί. 28 x 108 εκ.


Του Κωνσταντίνου Μπούρα*

ΓΙΑΣΜΙΝΑ ΡΕΖΑ, Art και Bella figura, μετάφραση: Γιώργος Αρχιμανδρίτης, εκδόσεις βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, θέατρο, σελ. 120 και 128 αντίστοιχα

Όταν είδα την πρεμιέρα τού Art το 1994 στο Παρίσι (Théâtre des Champs-Élysées) και αργότερα στο West End τού Λονδίνου (το 1996), έφυγα από τη μέση τής παράστασης, παρά το ακριβοπληρωμένο εισιτήριο στον πρώτο εξώστη (και στις δύο περιπτώσεις, από ειρωνική σύμπτωση).
Πέρασαν τρεις και πλέον δεκαετίες από τότε για να εκτιμήσω αυτή την θεατρική γραφή, που τότε μού φαινόταν τουλάχιστον εξυπνακίστικη, κύλησε όμως πολύ μελάνι στο ποτάμι τού χωροχρόνου, είδαμε και ακούσαμε τα αίσχιστα, με την τριβή εξοικειώνεσαι προς αλλότριους κώδικες, «το μη χείρον βέλτιστον», η αντοχή στις ανεμικές των καιρών είναι εκτός από ποσοτικό στοιχείο και ποιοτική ένδειξη, οπότε έσκυψα πάλι πάνω σε αυτά τα καλογραμμένα «αιρετικά» κείμενα για την Τέχνη και για τον Άνθρωπο μέσα στην Τέχνη. Με βοήθησε ενδεχομένως η συνδημιουργική μετάφραση που φιλοτέχνησε ο Γιώργος Αρχιμανδρίτης, που έφερε προς τη δική μας γλώσσα στόχο ένα λογοτέχνημα ποτισμένο από άλλα πολιτισμικά συμφραζόμενα, που όσο κι αν μας είναι «φιλικά» είναι οπωσδήποτε μακριά από το μεσογειακό, παγανιστικό, διονυσιακό παρελθόν μας. Όσο για το περίφημο «απολλώνιο πνεύμα» είναι μακριά πολύ από τον αγγλοσαξονικό πραγματισμό.
Η σχετικότητα τής κριτικής σκέψης, η αλαζονεία των κριτικών που έχουν αυτοανακηρυχθεί αυθεντίες και διεκδικούν το αλάθητο χωρίς να νοιάζονται αν είναι αντιπαθείς, επιδιώκοντας μάλιστα να γίνονται δυσάρεστοι (σελ. 38 της ελληνικής έκδοσης τού Art), η θεοποίηση καλλιτεχνών, που η λατρεία των πιστών τους ανεβάζει την τιμής τής εμπορικής τους τιμής στο άδηλο χρηματιστήριο πολιτισμικών αξιών (σελ. 50), η ταύτιση ανεκτικότητας και αδιαφορίας (σελ. 17), η συνωνυμία μισανθρωπίας και αυτονομίας (σσ. 92-93), η ασυνεννοησία μεταξύ ειδημόνων και φιλοτέχνων (σελ. 95), η ομολογία αποτυχίας φιλικής προσέγγισης τών άλλων, που είναι όντως η «Κόλαση» του αρνησία κάθε λογοτεχνικής διάκρισης Ζαν Πωλ-Σαρτρ (σελίδες 96 και εξής)… όλα αυτά καταλήγουν στο αυτονόητο: ότι εάν οι διαφορετικές απόψεις σας για τα καλλιτεχνήματα καταστρέφει τις σχέσεις σας, τότε …κόψτε ένα από τα δύο!!! Η τελική θέση και στάση τής δημοφιλούς δραματογράφου διαφαίνεται ίσως από την καταληκτική δήλωσή ενός προσώπου της, του Ιβάν: «Στην πραγματικότητα, δεν αντέχω πια κανέναν ορθολογισμό, ό,τι έφτιαξε τον κόσμο, ό,τι υπήρξε ωραίο και σπουδαίο στον κόσμο αυτό, δεν γεννήθηκε ποτέ απ’ τον ορθολογισμό» (σελ. 109). Αυτή η αντιρασιοναλιστική στάση ταιριάζει και με το προγενέστερο «θέατρο τού παράλογου» και με τον πανταχού παρόντα σουρεαλισμό και με την μετανεωτερική συνθήκη τής αποδόμησης των πάντων. Μόνο που η Γιασμίνα Ρεζά δεν φτάνει τόσο μακριά. Χτίζει την ειρωνική, καυστική της αμφισβήτηση με στέρεα δομικά υλικά, τόσο «λογικά» (ή λογικοφανή, έστω) που μοιάζει περισσότερο ρασιοναλίστρια κι από τους ορθολογιστές!
Στο Bella Figura, η Ρεζά χρησιμοποιεί (χωρίς να υποδεικνύει αυτούς τους αντιχρονισμούς) το πιντερικό τρίπτυχο «παύση – σύντομη παύση (κενό) – σιωπή». Αυτό συνάγεται από τον ρυθμό που επιβάλλει η σωματοποιημένη ανάγνωση από τους πέντε υποκριτές. Κι εδώ θίγονται θέματα ανεκτικότητας (κοινωνικής αυτή τη φορά, σελ. 31), αποφυγής δημοσίων συγκρούσεων (σελ. 49 και 94), ζητήματα αξιοζήλευτης καθημερινής επαναληπτικότητας (σελ. 80), οικειότητας (σελ. 87), ελέγχου και χειρισμών (σελ. 88), ομαδικού χαπακώματος (σελ. 99), καταφυγής στο σουρεαλισμό (σελ. 105), μετενσάρκωσης, καθαρτηρίου και περιπλανώμενων ψυχών (σελίδες 116 και 117), και τέλος, η χρήση τού χιούμορ για την πρόκληση τεχνητής ευθυμίας που επιτρέπει ίσως την κίνηση προς τα εμπρός
To Bella Figura γράφτηκε το 2015 (“Beautiful Figure”) για την βερολινέζικη Schaubühne και στο Παρίσι ανέβηκε το 2017.
Αυτό το δίπτυχο των έργων τής Γιασμίνας Ρεζά επιτρέπει εκ των υστέρων να μελετήσουμε τις κοινωνικοπολιτικούς, αισθητικούς, ιδεολογικούς κραδασμούς που βίωσε η Συλλογική Πανανθρώπινη Ψυχή εγκαταλείποντας τον τραυματικό εικοστό αιώνα προς έναν ούτως ή άλλως αγχωτικό, νοσογόνο, νοσηρό, αγχογόνο και κρίσιμο εικοστό πρώτο αιώνα.
Η συγκριτική τους ανάγνωση «κατ’ αντιπαράστασιν» μας βοηθά να ενισχύσουμε την κριτική μας σκέψη και δεξιότητα.

*Ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, κριτικός, δρ θεατρολογίας και μεταφρασεολογίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: