17/4/22

Ελληνικά ΑΕΙ

Άποψη της έκθεσης Μέδουσα Αίθουσα Τέχνης (1979-2017) στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς


Ξανά για μια «νέα ταυτότητα»;

Του Παναγιώτη Νούτσου*

Το περίγραμμα του Πανεπιστημίου ως εκπαιδευτικού και ερευνητικού θεσμού, ιδιαίτερα ως πεδίου (ανα)παραγωγής της επιστημονικής γνώσης και με συγκεκριμένους όρους ως προς την ανάδειξή της σε "δημόσιο" αγαθό, δεν παραμένει και στις μέρες μας αυτονόητα ακέραιο, ιδίως με τη σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και των «συμβούλων» της. Με τις συνολικές πιέσεις ιδιωτικοποίησης που δέχεται και ασκεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο του διεθνούς καταμερισμού που υφίσταται η αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας, στοιχειοθετούνται ήδη ευκρινώς ορισμένες τάσεις που, αν επικρατήσουν, θα αναδιατάξουν τη φυσιογνωμία του "δημόσιου" Πανεπιστημίου. Μνημονεύω τις κυριότερες που ωθούν στη μετατροπή των "Universitas" σε "Multiversitas":
α) πολυεπίπεδη διαίρεση των σπουδών (ανά δύο προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί κύκλοι)· β) επομένως προγράμματα σπουδών πολλαπλών ταχυτήτων, διαφοροποιημένης διάρκειας και στους κόλπους μιας ενοποιημένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης· γ) όξυνση της διελκυστίνδας ανάμεσα στην "παιδεία" και την "κατάρτιση" με κριτήριο την αρχή της "αποτελεσματικότητας"· δ) γενίκευση των πολυμέσων και της τηλεκπαίδευσης· ε) μονόπλευρη σχέση των γνωστικών αντικειμένων και της σύστοιχης θεσμοποιημένης κατανομής τους με τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας· στ) μετάθεση του φοιτητικού πληθυσμού από τη θέση των φορέων δικαιώματος πανεπιστημιακής παιδείας στη ζήτηση μέσω οικονομικής ευχέρειας πληρωμής διδάκτρων· ζ) διεύρυνση του χρόνου έναρξης και ιδίως ολοκλήρωσης των σπουδών με την είσοδο στη διά βίου εκπαίδευση, την οποία καθιστά ευχερή η επαγγελματική αξιοποίηση του υπό διάθεση χρόνου· η) εναγκαλισμός της ακαδημαϊκής έρευνας από τον κερδώο Ερμή και τις υπαγορεύσεις του· θ) γενίκευση των συνθηκών "ανταγωνισμού" στο σύνολο του διδακτικού και ερευνητικού έργου που προσφέρουν τα επιμέρους Τμήματα και "αξιολόγηση" των Πανεπιστημίων· ι) απίσχναση του αναστοχαστικού ρόλου των πανεπιστημιακών∙ ια) υπερεθνικά πρότυπα, στο πλαίσιο των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εξειδικεύει η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ως "πνευματική τεχνολογία", καθοδήγησης της έρευνας καθώς και του τρόπου οργάνωσης των προπτυχιακών και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών.
Πώς θα μπορούσε να εκδιπλωθεί μια συγκροτημένη πανεπιστημιακή πολιτική, δηλαδή από τους πανεπιστημιακούς (ως) διανοουμένους που διαβλέπουν πού θα απολήξουν οι τάσεις που μόλις κατέγραψα; Και μάλιστα όχι μόνο στον περίβολο του ελληνικού Πανεπιστημίου, για μια ριζική αλλαγή πλεύσης που θα τεκμηριώνεται μέσα από ένα forum διαρκούς παρουσίας και ανάδρασης; Στο επίκεντρο των διεκδικήσεων ενός τέτοιου κινήματος θα έπρεπε να τεθεί ο συνεχής εκδημοκρατισμός του θεσμικού περιγράμματος αυτοδιοίκησης του Πανεπιστημίου, η μέριμνα για την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η φροντίδα για τη θεματολογική και ιδίως τη μεθοδολογική ανανέωση των επιστημών, η αναζήτηση της αμφίπλευρης συνάφειας γνωστικών αντικειμένων και αναδιατασσόμενου κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και προφανώς η μεγιστοποίηση της συμβολής του στην αρτίωση πτυχών της κοινωνικής συνείδησης.
Θέση αιχμής (και όχι στάση οπισθοφυλακής) είναι ότι η πανεπιστημιακή παιδεία αποτελεί αδιαπραγμάτευτο δημόσιο αγαθό που προσφέρεται, σύμφωνα με την επιταγή του Συντάγματος, δωρεάν. Συνακόλουθα, η αυτοτέλεια του Πανεπιστημίου κατανοείται ως λειτουργική, εκπαιδευτική και ερευνητική αυτονομία που αποκρούει τόσο τις κρατικές πιέσεις όσο και τις διεμβολές που πολλαπλασιάζει ο κερδώος Ερμής της αγοράς. Είναι επίσης αναγκαίο το Πανεπιστήμιο να διατηρήσει και να διευρύνει την ιδιοσυστασία του ως πνευματικό ίδρυμα, στους κόλπους του οποίου θα (ανα)παράγεται η γνώση με τρόπο (αυτο)κριτικό χωρίς να εξαντλείται στο στενό ορίζοντα της επαγγελματικής κατάρτισης, έτσι ώστε να "συντείνει στη διαμόρφωση υπεύθυνων ανθρώπων με επιστημονική, κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική συνείδηση" (Ν. 1268, άρθρο 1, § 2ιι).
Χωρίς να ολισθήσουμε σε μια «μεταφυσική» των δομών ή των θεσμών μπορούμε να οριοθετήσουμε, ως μέλη ΔΕΠ και όχι ως μέλη ερευνητικών κέντρων, το υπό διερεύνηση θέμα. Δηλαδή, οποιαδήποτε επαρκής συζήτηση για το παρόν και το μέλλον —το προσεχές, εννοείται— των «Φιλοσοφικών Σχολών» της χώρας μας επιβάλλεται, αν επιδιώκει βέβαια να κινηθεί στο συγκεκριμένο πεδίο της εκπαιδευτικής πολιτικής και δεν αφεθεί σε «συλλήψεις» χωρίς ιστορικό περιεχόμενο, να λάβει υπόψη της τουλάχιστον το εξής ενιαίο πεντάπτυχο:
α) τον τρόπο εισαγωγής των φοιτητών/τριών και τον καθορισμό του αριθμού τους· β) τη διάρθρωση και λειτουργία των Τμημάτων της, υπαρχόντων ή διαφαινόμενων, ως φορέων υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και του ερευνητικού έργου του προσωπικού τους· γ) τη θεσμική συνάφεια των επιστημονικών μαθήσεων που ενισχύει (και για τούτο δεν καταργεί ή δεν υπονομεύει) τη θεσμική τους αυτοτέλεια· δ) την ανάγκη συναφούς προσδιορισμού των «επαγγελματικών δικαιωμάτων» των πτυχιούχων και ε) την ακαδημαϊκή παράδοση που συνέχει με ποικίλους τρόπους τις «Φιλοσοφικές Σχολές», για να μείνουμε σ’ αυτές, όποια επωνυμία κι αν τις κεραμιδώσει ή τις παρακεντίσει...

*Ο Παναγιώτης Νούτσος είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: