Εισαγωγικές παρατηρήσεις στο εικαστικό έργο του
Του Εμμανουήλ Μαυρομμάτη*
Προδημοσίευση του κειμένου του Εμμανουήλ Μαυρομάτη για τον κατάλογο της έκθεσης του Γιάννη Μίχα «Μια μη προσωπική συνέπεια: η λογική της υπέρθεσης» στη ROMA Gallery
Η εργασία του Γιάννη Μίχα, την εποχή της έκθεσης Διαδικασίες / Συστήματα (1976) ήταν ολοκληρωτικά βυθισμένη στην λειτουργία του αναλυτικού συλλογισμού με την κατάτμηση, την παράθεση και την απόρριψη της επισήμανσης του κέντρου βάρους, την αποφυγή της σύνθεσης ως του τελικού προορισμού. Το ενδιαφέρον είναι στη συνέχεια το πώς μετεξελίχθηκε στην εργασία του αυτή η αναζήτηση αποδίδοντας αφενός, σε ιστορικά προηγούμενα, την προέλευση της επόμενης ιδεολογίας της, αλλά και το πώς επίσης, στη συνέχεια, τη μετέτρεψε στην αναζήτηση εκ νέου μιας κεντρικής, μη-παραθετικής αναφοράς. Εκείνη την εποχή, μετά τις Διαδικασίες / Συστήματα, είχα ξαναγυρίσει στο Παρίσι, για αρκετά χρόνια και δεν ήταν άμεσες οι επικοινωνίες μας, είχα μόνο την περιορισμένη πρόσληψη μιας σειράς εργασιών του οι οποίες έτειναν να συνδυάσουν την αποκατάσταση μιας ιστορικής μνήμης (ήταν οι μαλεβιτσιανές και οι κονστρουκτιβιστικές του αναφορές) και ήταν η επίσης η μετατροπή αυτής της ιστορικής μνήμης σε ένα γεγονός επαναφοράς και αποκατάστασης της ζωγραφικότητας –πράγμα που αναφερόταν όμως στον προβληματισμό των νεότερων ζωγραφικών κινημάτων των χρόνων 1970 και 1980 στο Παρίσι– των εργασιών που αναζητούσαν να στηρίξουν ιστορικά την επανασύσταση της υποδομής της ζωγραφικής.
Η επανασύσταση εννοούσε ότι θα μπορούσε να δικαιωθεί λογικά η ζωγραφική αν ο λόγος της (η αιτία της), δεν θα ήταν η συνθετικότητα (η πύκνωση και η ανάδειξη των μόνων αξιών της επιφάνειας στις μεταξύ τους σχέσεις), αλλά η καθετότητα της επιφάνειας, δηλαδή η σχέση της με εκείνο στο οποίο κάθεται. Ίσως και να μην είναι τελείως συμπτωματικό ότι αυτή η απασχόληση ως το στίγμα των ζωγραφικών κινημάτων στη Γαλλία, που αντλούσαν από τα μαλεβιτσιανά θεωρήματα και κατά κύριο λόγο από τη λογική της υπέρθεσης (του υπερτιθέμενου -του από πάνω) στο υποτιθέμενο (στο από κάτω). Αυτή είναι μια ιστορική λογική αναδεικνύοντας ότι το από κάτω είναι υλικό και ότι είναι η προϋπόθεση της λειτουργίας της ιδέας (το από πάνω). Αυτή την εικόνα απέδιδαν οι εργασίες του Μίχα με ένα είδος σταυρών, καθισμένων, αλλά μετατοπισμένα, ένας επάνω στον άλλο και από τους οποίους ο δεύτερος εμφανίζεται ως η σκιά του πρώτου, δηλαδή ως να είναι η επίπτωση του πρώτου σε ένα διαφορετικό όμως χώρο από τη σύσταση του χώρου του πρώτου.
Αυτές οι διαφοροποιήσεις είναι χαρακτηριστικές σε ένα πλήθος εργασιών στις οποίες είτε οι μαλεβιτσιανές γεωμετρίες (τρίγωνα, τετράγωνα) λειτουργούν σε συσχετισμούς (αγγίζονται, επικάθονται, τέμνονται) είτε αποκτούν πραγματική σύσταση με ράβδους που παρακολουθούν ή τέμνουν τις γεωμετρίες. Ο καλλιτέχνης μας δείχνει ότι εκείνο το οποίο ισχύει σε μια εικόνα ως το θέμα της, δεν είναι το τι λέει (ένα περιεχόμενο), αλλά το πώς το λέει (ο συλλογισμός της): δηλαδή ο τρόπος της σκέψης να γίνεται η μορφή. Αρχικά στην εργασία του ο συσχετισμός υλοποιημένων παραθέσεων που αντικαθιστούν την ψευδαισθητικότητα της ζωγραφικής επιφάνειας (κατασκευές στο χώρο από λωρίδες παρατιθέμενων κύκλων και τετραγώνων), παρέπεμπαν στις ευκλείδειες λειτουργίες νοητών κινήσεων μέσα στο χώρο γεωμετρικών εννοιών που εξακολουθούσαν όμως να παραπέμπουν πάντοτε λογικά ως μνήμη και ως συνειρμός, στην επιφάνεια από την οποία προήλθαν.
Η απαγκίστρωση του καλλιτέχνη από την αυτάρκεια της επιφάνειας επικυρώθηκε με την εκ νέου επιστροφή του στην επιφάνεια, αλλά με την ιδιότητα πλέον (και με την εμπειρία) του χώρου, δηλαδή την εγκάρσια τομή. Ανάμεσα σ’ αυτές τις κινήσεις διαδραματίζεται η διαδικασία του έργου του. Δεν γνωρίζουμε ποιες θα ήταν οι απώτερες συνέπειες στις μεθόδους του, από την πιο συντηρητική του μετέπειτα αναβάθμιση στη ζωγραφική ως ποιότητες υπερτιθέμενων και διασταυρωνόμενων χρωματικών εννοιών. Στο κύριο κορμό της όμως η εργασία του Γιάννη Μίχα ιστορικά στην Ελλάδα σήμερα, εγκατέστησε μια από τις κυριολεξίες της αναλυτικής συμπεριφοράς: ότι εγκάρσια η παράθεση, διατηρεί την ιδιότητά της, να αναδεικνύει χώρο.
*Ο Εμμανουήλ Μαυρομάτης είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ
Γιάννης Μίχας, Σύνθεση ΠΛ 130, 1983, μεταλλικό πλέγμα, χρώμα και ξύλο, 90 x 89 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου