Αφήγηση - «αρχείο» μιας συναρπαστικής ζωής
ΜΩΣΕ ΑΕΛΙΩΝ, Ωδίνες θανάτου. Το χρονικό ενός Σαλονικιού Εβραίου
στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης Άουσβιτς, Μαουτχάουζεν, Μελκ, Έμπενζεε και
τα μετά την απελευθέρωση, μετάφραση:
Σπύρος Κακουριώτης, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σελ. 368
Οι Ωδίνες θανάτου του Μωσέ Αελιών
περιέχουν τέσσερα αυτοβιογραφικά κείμενά του, που αφηγούνται τον εγκλεισμό του
στο Άουσβιτς, την ανέλπιστη επιβίωση του, τα παιδικά του χρόνια στη
Θεσσαλονίκη, και την καινούργια αρχή στην Παλαιστίνη. Πρόκειται για κείμενα από
τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, γραμμένα
αρχικά στα εβραϊκά, που αργότερα μεταφέρθηκαν στα αγγλικά. Τελικά,
μεταφράστηκαν στα ελληνικά για τις ανάγκες της παρούσας έκδοσης από τον Σπύρο
Κακουριώτη, σε στενή συνεργασία με τον ίδιο τον συγγραφέα. Μοιραία, περιέχουν
αλληλεπικαλύψεις, ωστόσο όχι μόνο συμπληρώνουν τη βιογραφία του επιζώντα αλλά
φωτίζουν και τον μηχανισμό της συγγραφής της.
Η έκδοση συμπληρώνεται από μια σειρά
τεκμηρίων, επιστολές και επαίνους από επίσημους του Ισραήλ, τα γενεαλογικά
δέντρα των Αελιών και της μητρικής οικογένειάς του, των Μπρούδο, ένα γράμμα από
τα παιδιά του, φωτογραφίες (για τις οποίες, δυστυχώς, δεν διευκρινίζεται αν κάποιες
προέρχονται από το προσωπικό αρχείο του συγγραφέα), γλωσσάρι και ένα επίμετρο της
Ταμάρ Αλεξάντερ, διευθύντριας του Κέντρου Σεφαραδικών Σπουδών Γκαόν, που
συνοψίζει κάποια από τα βασικά στοιχεία των μαρτυριών των επιζώντων των
ναζιστικών στρατοπέδων.
Ο Μωσέ Αελιών γεννήθηκε το 1925 στη
Θεσσαλονίκη, σε μια οικογένεια σεφαραδιτών Εβραίων. Υπήρξε ο μόνος από την
οικογένειά του που επιβίωσε από το Άουσβιτς. Οι μαρτυρίες που διαθέτουμε από τους
επιζήσαντες είναι μοναδικά και πολύτιμα κείμενα, που διασώζουν έστω κάποιες
ελάχιστες σταγόνες από την εμπειρία των κρατουμένων. Χωρίς αυτές θα υπήρχαν
μόνο τα αρχεία των θυτών τους. Ωστόσο, πρέπει πάντα να έχουμε στο μυαλό μας ότι
αποτελούν την εξαίρεση. Η συνήθης κατάληξη για όποιον οδηγούνταν σε ένα
στρατόπεδο, όπως το Άουσβιτς, ήταν ο θάνατος. Η αφήγηση του Αελιών αναδεικνύει
πολύ εύγλωττα αυτή τη διάσταση της οριακής τύχης που αφήνει τον επιζήσαντα μέσα
σε μια απορία να τον βασανίζει για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Αελιών κατάφερε να επιβιώσει για
περισσότερο από δύο χρόνια, διάστημα εξωπραγματικό για τα δεδομένα των
στρατοπέδων θανάτου. Καταρχάς, γιατί άνηκε στην κατηγορία αυτών που δεν
οδηγούνταν κατευθείαν στα κρεματόρια. Ήταν άντρας και νέος. Δεύτερον, γιατί του
έτυχε να παραμείνει στο Άουσβιτς 1 και όχι να οδηγηθεί στο Άουσβιτς 2, το
γνωστό και ως Μπίρκεναου, όπου οι συνθήκες ήταν ακόμη χειρότερες. Τρίτον,
επειδή και με δικές του προσπάθειες κατάφερε να συμπεριληφθεί στο σχολείο των
κτιστών. Το αφήγημά του δείχνει την παράλογη λογική και οργάνωση που
κυριαρχούσε μέσα στο στρατόπεδο και τον άνισο αγώνα στον οποίο επιδίδονταν οι
κρατούμενοι για να επιβιώσουν.
Το κεντρικό κείμενο της έκδοσης έχει
τίτλο «1941-1945: Κάτω από τη ναζιστική μπότα. Απελευθέρωση - Μετά την
Απελευθέρωση». Ο Αελιών γράφει προσεκτικά, αποφεύγοντας τις έντονα
συναισθηματικές διατυπώσεις. Οι προτάσεις του μαρτυρούν την προσπάθειά του να
καταγράψει ό,τι θυμάται και να διαχωρίσει ό,τι έμαθε αργότερα. Έτσι, το κείμενό
του εξελίσσεται σε πολλαπλούς χρόνους. Υπάρχει το κύριο νήμα της αφήγησης, η
ιστορία του από το 1941 μέχρι και το 1945, και ενδιάμεσα παρεμβάλλονται
επεξηγηματικές παρεκβάσεις στις οποίες δίνει στοιχεία για την έρευνα που έκανε
αργότερα, προσπαθώντας να απαντήσει σε ερωτήματα που βασάνιζαν τον ίδιο ή σε
ερωτήματα που προέρχονταν από τους γύρω του, αυτούς που άκουσαν την αλλόκοτη
και ποτέ απόλυτα κατανοήσιμη ιστορία του. Για παράδειγμα, σταματάει την ιστορία
του τη στιγμή που πρόκειται να υποστεί την τιμωρία της μαστίγωσης για να
εξηγήσει την απορία της κόρης του που τον συνόδευσε στην πρώτη του επίσκεψη στο
Άουσβιτς, το 1987, πώς δέχτηκε πειθήνια τις επιμετρημένες βουρδουλιές της τιμωρίας
του. Παράλληλα, διακρίνουμε και την ανάγκη του να αφηγηθεί την ιστορία της
κατεστραμμένης κοινότητάς του, που τον οδηγεί στην απόφαση να συμπεριλάβει στο
αφήγημά του ακόμη και πολύ δύσκολα κομμάτια, όπως, για παράδειγμα, την
πληροφορία ότι η κοινότητα της Θεσσαλονίκης δέχτηκε τον καλά μελετημένο εκβιασμό
των αρχών κατοχής για την πώληση του νεκροταφείου της προκειμένου να επιτύχει
την απελευθέρωση όσων μελών της είχαν σταλεί για καταναγκαστικά έργα το 1942.
Τα υπόλοιπα κείμενά του συμπληρώνουν την
κεντρική εμπειρία της ζωής του με το πριν και το μετά, τη ζωή στη Θεσσαλονίκη
και τη ζωή στο Ισραήλ. Η ευθύγραμμη αφήγηση που με κόπο έχει καταφέρει ο
συγγραφέας-μάρτυρας να αποκαταστήσει στο κεντρικό του κείμενο διαλύεται και
πάλι. Όχι γιατί τα κείμενα αυτά δεν είναι γραμμένα στο ίδιο προσεκτικό και
ακριβολόγο ύφος που χαρακτηρίζει τον συντάκτη τους αλλά επειδή φέρνουν στην
επιφάνεια τα ευρύτερα ζητήματα με τα οποία καλείται να αναμετρηθεί ένας
επιζήσαντας: τη σχέση του με την αφανισμένη του γενέτειρα, την προσαρμογή του
στο νέο έθνος, ρήγματα που τον εμποδίζουν να επεξεργαστεί την εμπειρία του.
Οι Ωδίνες θανάτου μπορούν να
λειτουργήσουν με πολλαπλούς τρόπους, σε πολλαπλά ακροατήρια. Για κάποιον που
δεν είναι εξοικειωμένος με την ιστορία του Ολοκαυτώματος και την καταστροφή της
εβραϊκής Θεσσαλονίκης αποτελεί ένα στρωτό ανάγνωσμα, ένα μείγμα μαρτυρίας και
ιστοριοδιφικής εργασίας που προσφέρει στον αναγνώστη τόσο την πλευρά της
εμπειρίας όσο και των πραγματολογικών στοιχείων. Η πιο παραγωγική όμως θέση για
να προσεγγίσουμε αυτό το βιβλίο είναι αυτή που το προσεγγίζει σαν ένα «αρχείο»
που, παρά τις προσπάθειες του συντάκτη του να οργανωθεί συστηματικά, είναι
γεμάτο χάσματα. Αυτά μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε όχι μόνο την πορεία της
ζωής του Αελιών αλλά και την περίπλοκη διαδρομή που του επέτρεψε να αντιμετωπίσει
το τραύμα του και τελικά να μιλήσει γι’ αυτό.
Άποψη της έκθεσης All Together Now (έργα της Εύας Μήταλα και του Δημήτρη Αντωνίτση) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου