12/1/20

Οι εννιάχρονοι ποιητές

A sept ans, il faisait des romans, sur la vie

                                                      Du grand désert, où luit la Liberté ravie

                                                                                           Α. Rimbaud

Καταιγίδα πλένοντας γρέζια στο αίμα
χίλια εννιακόσια ενενήντα ένα
ο ήλιος παίζοντας μες στα μάτια κυλώντας
πότε στο κόκκινο πότε στο μαύρο
μυρμηγκιασμένες λεωφόρους φωτίζοντας θάβοντας
μι’ ανύπαρκτη ελευθερία
οι εννιάχρονοι ποιητές με φωνή από στάχτη
ψηλαφούν τη δική τους μορφή σωριασμένη
συντρίμμια συμβόλων πετρέλαιο στα μάτια
[descendez les flics   camarades   descendez les flics]
πλήθος που προσπερνά
κούκλες του Soho και του Manhattan 
περιφερόμενα φαντάσματα ποιητών του Παρισιού
σηκώστε αυτό το πτώμα από το κέντρο της Αθήνας

[άνεργο πρόσωπο σε μελαγχολική πυρκαγιά
Τέο Σαλαπασίδη,
αύριο, χαράματα που θα πιάσουμε μάχη,
έλα να γίνουμε φίλοι]

σωριασμένος γύρω του να κινούνται
μορφές στο αλκοόλ γέλια   
δώστε του έναν ασκό νοήματος να πιει να γελάσει
το γέλιο των ηττημένων
μ’ αίσθηση θριάμβου του δύο χιλιάδες
στηρίχθηκε στα θεμέλια του ογδόντα κι έπεσε   
δευτερόλεπτα γυρνώντας στον Γενάρη του ’91  
οι δρόμοι της Αθήνας στην εκδίκηση να σαστίζουν
μ’ ένα στειλιάρι στο κεφάλι είχε φύγει η ζωή
νυχτώνοντας κομμάτι θυμού φλεγόμενη πόλη
[descendez les flics   camarades   descendez les flics]
ραγισματιές αίμα κι ο νεαρός θάνατος
αγνώστων στοιχείων
διψώντας για σφαίρες στον ουρανό

[fire on the trained bears of the social democracy
μεταφράζει ο cummings το «Κόκκινο Μέτωπο» του Aragon
κι έχει περάσει όσος χρόνος χρειάζεται
για να ηχεί ο στίχος θλιβερός και γελοίος]

ένστολοι της ασφάλειας σκουπίζουν
τις στάχτες του εμπορικού
καθρεφτίζονταν κάποτε σε τζάμια ψυχρά
όμορφα κορίτσια
κι άλλαζαν όψη κι οι εννιάχρονοι ποιητές
μη γνωρίζοντας πως χρόνια μετά
τα μάτια τους θα βουλιάζουν
στη βιτρίνα της μνήμης ζητώντας

ένα χέρι ξυράφι του χρόνου να κόψει
το παγωμένο βλέμμα
απ’ την αρχή του στη μέση το ποίημα 

Αλέξανδρος Μηλιάς

Δεν υπάρχουν σχόλια: