21/7/19

Χορός στο Ηρώδειο


ΤΗΣ ΑΝΘΟΥΛΑΣ ΔΑΝΙΗΛ

Ροές της θάλασσας και σεις των άστρων μακρινές επιρροές παρασταθείτε μου
 (Οδυσσέας Ελύτης)

Η αθάνατη μουσική του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, οι Έξι σουίτες για τσέλο, ήχησαν μαγικά στην ορχήστρα του Ηρωδείου, στις 2 Ιουλίου 2019. Η θεϊκή σύνθεση του Κάντορα έδωσε φτερά στους χορευτές της διάσημης χορογράφου, Αν Τερέζα ντε Κεερσμάκερ (Anne Teresa De Keersmaeker).
Η παράσταση ευτύχησε να συζεύξει τη στοχαστική μουσική του μεγάλου Κάντορα και τη γεμάτη νεανική κίνηση χορογραφία. Ωστόσο, χρειαζόταν μεγάλη αφαίρεση από τα γνωστά και οικεία, για να αποδεχτεί κανείς πως ό,τι το κλασικότερο στο είδος της μουσικής συνδυάστηκε με το ό,τι πιο μοντέρνο στον χορό. Στην περίπτωση που ο θεατής είχε κάτι πιο «κανονικό» στο νου του απατήθηκε.
Για τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ -Johann Sebastian Bach (1685-1750), το κυρίαρχο όνομα στην βραδιά, ίσως θα ήταν αρκετό να πούμε μόνο ότι η μουσική του στήνει τη γέφυρα της επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό. Αν ο Μιχαήλ Άγγελος χρειάστηκε τον δείκτη του χεριού του Αδάμ και του δημιουργού του, στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα, ο Μπαχ, που έχει το χάρισμα από την ελάχιστη μουσική ιδέα να χτίζει ένα σύμπαν, χρειάστηκε, απλώς, τις νότες και το θεϊκό δοξάρι του. Ο χορός, περιβεβλημένος το ένδυμα της θεϊκής μουσικής του, ανταποκρίθηκε με την υπαινικτικότητα της χορευτικής κίνησης, εξασφαλίζοντας στο ακέραιο τη συναισθηματική συμμετοχή του επαρκούς θεατή-ακροατή. Δίκιο είχε ο Γιώργος Σεφέρης που κατέτασσε τα έργα του Μπαχ σ’ αυτά που θα επιζούσαν ακόμα και σε μια ολοσχερή κοσμική καταστροφή.

Ο Μπαχ, για τις ανάγκες της καριέρας του, ταξίδεψε πολύ και έζησε σε πολλές πόλεις. Μία εξ αυτών είναι το Καίτεν της Σαξωνίας, που η εκεί παραμονή του το αναβάθμισε σε πόλη της μουσικής και ο δημιουργός το τίμησε από το 1717-1823, ως Καπελμάιστερ, στην Αυλή του πρίγκιπα Λεοπόλδου, όπου και συνέθεσε πολλά έργα μεταξύ αυτών και αριστουργηματικά Βραδεμβούργεια Κοντσέρτα και τις Έξι σουίτες για σόλο τσέλο που είχαμε τη χαρά να ακούσουμε και να δούμε.
Για την Κεερσμάκερ (γεν. 1960) το κοινό γνωρίζει πως είναι μία από τις σημαντικότερες χορογράφους στη φλαμανδική χορογραφία, η οποία το 1983 ίδρυσε την χορευτική ομάδα Rosas danst Rosas που θεωρήθηκε σταθμός στο είδος. Η ανήσυχη καλλιτεχνική της φύση αναζητά τα όρια της χορογραφίας και τη σχέση του χορού με τη μουσική, τη φύση, τα μαθηματικά, τη γλώσσα (του σώματος), τα εικαστικά. Όλες οι αναζητήσεις της επαληθεύτηκαν στην παράσταση.
Για τον διάσημο τσελίστα Ζαν-Γκυγέν Κεράς- Jean-Guihen Queyras (γεν. 1967) που βρίσκεται κυριολεκτικά και μεταφορικά στο κέντρο της εκδήλωσης, ξέρουμε πως είναι σπουδαίος, μουσικά ευέλικτος και «παίζει όπως αναπνέει», λένε οι κριτικοί, πράγμα που είχαμε την τύχη να διαπιστώσουμε με τα ίδια τα αυτιά και τα μάτια μας.
Η Κεερσμάκερ εμφανίστηκε και στις έξι σουίτες, χόρεψε με τους χορευτές της, σήκωσε το χέρι ψηλά, σαν να ήθελε να επικοινωνήσει με τα μακρινά και τα πέραν ή σαν να ήθελε, να στείλει χαιρετισμό στη μεγάλη Πίνα Μπάους (1949-2009), στην οποία είχε αφιερώσει την παράστασή της. Έπειτα, έφευγε ανάλαφρη, σχεδόν πετώντας, στα ενδότερα του θεάτρου, αφήνοντας του χορευτές της, στην αρχή έναν, έπειτα δύο στο τέλος πέντε - Boštjan Antončič, Anne Teresa De Keersmaeker, Marie Goudot, Julien Monty, Michaël Pomero- να διαγράφουν τους επίγειους κύκλους τους, αντιγράφοντας εκείνους των ουρανίων σφαιρών, διαγραμμένων στο δάπεδο, ως αντίγραφο της ουράνιας ιδέας.
Ο τσελίστας κινήθηκε στον διαγραμμένο εν είδει ρολογιού χώρο, σαν δείκτης που αλλάζει διαρκώς θέση. Στην αρχή με την πλάτη στο κοινό, μετά λοξά και τέλος, ακριβώς στην ώρα δώδεκα, κοιτάζοντας το κοίλο. Γύρω του και πολύ κοντά του οι χορευτές, «έπαιζαν» σαν παιδιά που ποτέ δεν ησυχάζουν, επαναλάμβαναν, σχεδόν πανομοιότυπα, τις κινήσεις τους, τις οποίες άφηναν μισοτελειωμένες, έπεφταν και ξανασηκώνονταν (για να θυμηθούμε τον Καζαντζάκη), έδειχναν ότι αυτοσχεδιάζουν αλλά δεν αυτοσχεδίαζαν. Παιδιά του Ηράκλειτου σε συνεχή κίνηση, θα έλεγε ό Έλληνας θεατής.
 Ο τίτλος της εκδήλωσης «Εν τω μέσω της ζωής, βρισκόμαστε στον θάνατο» προέρχεται από τον λατινικό ψαλμό του Λούθηρου, «Mitten wir im Leben sind mit dem Tod umfangen»), που έχει χαραχτεί στον τάφο της θρυλικής Πίνα Μπάους. Και ίσως αυτό το «εν τω μέσω» υποδήλωναν οι μισοτελειωμένες κινήσεις.
«Το όριο, όπου οι δύο τέχνες ενώνονται στη μεταφυσική ουσία της σύλληψης και την αποδίδουν στο κοινό, είναι η μέγιστη εκείνη στιγμή που δικαιώνει την Τέχνη» γράφει η Μαρία Κοτοπούλη (Διάστιχο, 23 Ιουνίου 2015), και αυτό επαληθεύεται στην παράσταση, η οποία εξασφάλιζε τη φρεσκάδα της νιότης αλλά και το στοχασμό της ωριμότητας. Κι επειδή ο Θεός αεί γεωμετρεί, η Κεερσμάκερ γεωμέτρησε, αξιοποίησε την αρμονία των αριθμών και των άστρων σαν ιδεατά πρότυπα των πολύπλοκων κινήσεων του ανθρώπου στη γη. Κέντρο του μακρόκοσμου η μουσική, ο Μπαχ, το τσέλο· αντίγραφο του θεϊκού κόσμου. Κέντρο του μικρόκοσμου το ανθρώπινο σώμα που φέρνει τους γύρους του, διαγράφει τους κύκλους του, προχωράει, πετάει, απογοητεύεται, εμποδίζεται, πέφτει και ξανασηκώνεται, αλλά δεν σταματάει να προσπαθεί και να ελπίζει ότι μπορεί να αγγίξει το αεί διαφεύγον.

Γιάννης Παπαδόπουλος, Gourds fragment, λάδι σε χαρτόνι, 24 x 22,5 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: