7/4/19

Ο Μίλτος Σαχτούρης του Κινηματογράφου


Η δύναμη των εικόνων στην ποίηση του Σαχτούρη είναι από τα κύρια γνωρίσματά της. Καθηλώνουν τον αναγνώστη μέσα στην εφιαλτικά φορτισμένη τους ατμόσφαιρα και τον οδηγούν εκεί που πριν έχει οδηγηθεί ο ποιητής: στην παραδοχή του παράλογου ως κύριου και καθοριστικού στοιχείου της ταυτότητας του κόσμου μας.
Παίρνω στην τύχη μερικές (ελάχιστες) [εικόνες] απ’ το Σκεύος, την πιο πρόσφατη (1971) συλλογή του Μίλτου Σαχτούρη: Πήρε φωτιά το σπίτι μου/ κυλάει κυλάει τρίζοντας/ σαν πληγωμένο αμάξι (Το Αμάξι), `Ενα φεγγάρι ανεβαίνει δίχως σώμα/ ενώ το σώμα σαπίζει μακρυά (Το Χρώμα του Πάγου), Αφήστε με λέει το γκαρσόνι/ έχω δουλειά πάω να φέρω τον καφέ/ που μου εζήτησε η πεθαμένη (Η Επιθυμία), Μια γυναίκα δίχως χέρια προσπαθούσε/ να κρύψει ένα τηλέφωνο μέσα στο στόμα της (Το Καφενείο).
Αν δεν ήταν ποιητής, ο σαχτούρης, μπορούμε να τον φανταστούμε σκηνοθέτη του κινηματογράφου. Κι αυτόν ακριβώς το σκηνοθέτη που δεν έτυχε να γίνει ο Σαχτούρης, ανακαλύπτουμε στο πρόσωπο του Ινδιάνου Σαμ Πέκινπα. Το έργο του έχει, για μένα, αναλογίες με το έργο του Μίλτου Σαχτούρη.
Στις ταινίες του ενός, στους στίχους του άλλου, σωρεύεται αίμα πολύ, πτώματα φρίκη: η παράνοια ενός κόσμου που η καταδίκη του είν’ ανέκκλητη. Κάποτε συναντούμε αόρατες χαραμάδες που μας φανερώνουν μια λεπτή σαν τσιγαρόχαρτο, φλούδα ήλιου. Υπάρχουν τα παιδιά- μπορούμε να τους εμπιστευτούμε τη σωτηρία μας. Όμως, κι αυτά στροβιλίζονται στη δίνη του αίματος, χάνονται, ανεβαίνουν πεθαμένα στον ουρανό. Κι απομένει, σαν πρώτα, μόνος κυρίαρχος ο θάνατος. Οι στίχοι του Σαχτούρη: Ατάραχος ο Θάνατος κάθεται στην καρέκλα του (Το Σκεύος), καθορίζουν το πλαίσιο στο οποίο κινείται κι ο Πέκινπα.

Και θα ΄θελα να κλείσω αυτό το σχεδίασμα μ΄ ένα παράδειγμα του δείχνει, νομίζω πειστικά, τη βαθειά συγγένεια ανάμεσα στο σκηνοθέτη και τον ποιητή.
Ο δειλός κι άκακος ήρωας των Αδέσποτων Σκυλιών που εγκαταλείπει την αιχμάλωτη στο δόκανο του Βιετνάμ Αμερική, για να ξεφύγει απ’ τη βία που κυριαρχεί σε κάθε της χώρο, μετατρέπεται σε θηρίο που πνίγει σ’ ένα λουτρό αίματος αυτούς που κομματιάζουν τη γαλήνη του.
Λες κι ο Πέκινπα σεναριοποίησε τον Σαχτούρη που στα 1958 (Τα Φάσματα) έγραφε: Φύγε ξένε/ μεσ΄ στην καρδιά μου έχω ένα ήμερο πουλί/ αν τ’ αφήσω να βγει/ τα δόντια του θα σε κατασπαράξουν.
Μπορούμε να μιλήσουμε για παράλληλους δρόμους, αφού η γραφή στην ποίηση κ’ η «γραφή» στον κινηματογράφο είναι η μεσοτοιχία που εμποδίζει την ταύτισή τους.

Χρήστος Η. Μπράβος

Δήμος Σκουλάκης, Ο Τζόγος και ο Μύθος των Μορφών (Οι Λιθογραφίες του Toulouse Lautrec),
2001, λάδι σε καµβά, 180 x 150 εκ. (9 τελάρα, το καθένα 60 x 50 εκ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: