23/12/18

Ο πυρήνας της δημοκρατικής αρχής

Estefania Peñafiel Loaiza, Sismographies 3. entrenerfs, 2013



ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

ΦΙΛΗΜΩΝ ΠΑΙΟΝΙΔΗΣ, Η δημοκρατία ως λαϊκή κυριαρχία, μτφ. Αδριανός Φριλίγγος, Guttenberg, σελ. 279

Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεχόταν πάντοτε προκλήσεις κατά την πορεία της ιστορικής της διαμόρφωσης. Υπέστη αλλαγές και κατάφερε να προσαρμοστεί σε διαφορετικά περιβάλλοντα, σε συνθήκες αστάθειας και κινδύνων. Έχει σημασία να τονίσουμε ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δηλαδή η συνταγματικά διαμορφωμένη δημοκρατία με αντιπροσωπευτικό σύστημα, συστήνεται  και διαπλάθεται ιστορικά και θεσμικά από κοινού με το σύνολο των θεσμικών εγγυήσεων και των δικαιωμάτων που συναπαρτίζουν το συνταγματικό κράτος ως κράτος δικαίου. Το σύνολο των δικαιωμάτων, η διάκριση των εξουσιών, η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και τα όσα αυτά εγγυώνται προκρίνουν μια ουσιαστική και ισόρροπη σχέση ανάμεσα στη δημοκρατική και τη δικαιοκρατική αρχή.
Τα παραπάνω αφορούν την ιστορική διαμόρφωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και τη συνακόλουθη διάπλαση των θεσμικών της χαρακτηριστικών. Στην παρούσα συγκυρία, όμως, η δημοκρατία φθίνει. Η άνοδος της Άκρας Δεξιάς, στην Ευρώπη, το δείχνει ολοφάνερα. Η Άκρα Δεξιά αναπτύσσεται, επειδή η αντιπροσώπευση μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας περιορίζεται λόγω των κοινωνικών ανισοτήτων. Παράλληλα σημειώνεται και δραστική μείωση του βαθμού πολιτικής συμμετοχής. Τα πολιτικά κόμματα ρευστοποιούνται και η πολιτική διαμαρτυρία εναποτίθεται σε όσους τύποις, αλλά ηχηρότατα, διακηρύσσουν την αντισυστημική τους εναντίωση υπό το πνεύμα ενός δεξιού ριζοσπαστισμού. Η Άκρα Δεξιά μιλά εξ ονόματος των κοινωνικών στρωμάτων που μένουν έξω από το δημοκρατικό, πολιτικό παιχνίδι και διεκδικεί να είναι η φωνή τους. Επανέρχεται, λοιπόν, επιτακτικότατα το ζήτημα της δημοκρατικής διακυβέρνησης σε συνάρτηση με το εύρος και την ποιότητα της πολιτικής αντιπροσώπευσης και την ανάγκη της πολιτικής συμμετοχής. Εδώ είναι σημαντικό να παρακολουθήσουμε την προβληματική του Φιλήμονα Παιονίδη. Ο συγγραφέας, σε αυτό το ευκρινέστατο και καλογραμμένο βιβλίο του, ξεκινά από ένα παράδοξο.
Άλλωστε, η επιχειρηματολογία ξεκινά πάντα από ένα πρόβλημα και έργο της φιλοσοφίας είναι να συγκροτεί, να οργανώνει και αναλύει τις έννοιες, πάντα σε αναφορά προς ένα πρόβλημα. Το παράδοξο, λοιπόν, που αποτελεί και αφετηρία της δημιουργικής προβληματικής του συγγραφέα, είναι ότι υπάρχει, από τη μια, η εδραία παραδοχή ότι η λαϊκή κυριαρχία είναι η θεμελιώδης αρχή της δημοκρατίας, αλλά, από την άλλη, διαπιστώνεται η διαρκής υπονόμευση και υποβάθμισή της. Η τελευταία είναι τόσο συστηματική, ώστε να οδηγεί προς τη βαθμιαία εξαλλαγή της δημοκρατίας σε ολιγαρχία. Αυτή η παρατήρηση έχει τη θέση της στον τρέχοντα πολιτικό προβληματισμό, στον βαθμό που αυτός δεν εξαερώνεται στην έντυπη και τηλεοπτική δημοκοπία, αλλά απασχολεί  τη λεπτοφυέστερη πολιτική δημοσιολογία. Ο Φιλήμων Παιονίδης, όμως, δεν δημοσιολογεί, αλλά  κάνει πολιτική φιλοσοφία και αποσκοπεί στο να αναζητήσει προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν σε μία πυκνότερη και επαρκέστερη σύλληψη της δημοκρατικής λαϊκής διακυβέρνησης και κυριαρχίας, στο πεδίο της θεωρίας της δημοκρατίας. Αυτή η αφετηρία τον οδηγεί, συνεπώς, στο να ορίσει καταρχάς τη δημοκρατία ως λαϊκή κυριαρχία, οπότε επιτρέπει στον αναγνώστη να παρακολουθήσει την προβληματική και την επιχειρηματολογία του, επειδή είναι σαφής η αφετηρία, άρα και ευλόγως προεικάσιμος ο προορισμός της: Εάν ορίσουμε τη δημοκρατία ως λαϊκή κυριαρχία, και δεδομένου ότι δεν μπορούμε να περιγράψουμε τη δεύτερη χωρίς την αρχή της δημοκρατικής ισότητας, τότε ποια σημασιολόγηση της δημοκρατικής ισότητας χρειαζόμαστε, ώστε να δικαιολογήσουμε τις επιμέρους εκδοχές της δημοκρατικής ισότητας, έτσι ώστε να συμφωνούν με τον συγκεκριμένο ορισμό της δημοκρατίας; Νομίζω ότι ο αναγνώστης αξίζει να παρακολουθήσει το επιχείρημα του συγγγραφέα με οδηγό αυτό το ερώτημα, ώστε να φτάσει στο τέρμα της επιχειρηματολογικής του πορείας, για να την ανασυγκροτήσει.

Η λαϊκή κυριαρχία, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, εφόσον διαμεσολαβείται από την αντιπροσώπευση, μπορεί να ενισχυθεί μόνο διά της ευρύτερης πολιτικής συμμετοχής, άρα της κραταίωσης των αμεσοδημοκρατικών θεσμών που θα επιτρέψουν κάτι τέτοιο. Συνεπώς, και η ανάγκη της ενίσχυσή της και το συνακόλουθο εγχείρημα εγγράφονται στο πεδίο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αυτή, άλλωστε, τελεί υπό διαρκή αμφισβήτηση, που προεικάζει τη ριζική άρνησή της, από την Άκρα Δεξιά. Ο συγγραφέας αποσκοπεί σε ένα κανονιστικό υπόδειγμα, τα χαρακτηριστικά και οι λειτουργίες του οποίου θα αποτυπώνονται σε συνταγματικές ρυθμίσεις και θεσμικές λειτουργίες ικανές να καταστήσουν εφικτό το συγκεκριμένο είδος δημοκρατικής διακυβέρνησης. Η έγνοια του συγγραφέα έγκειται στο πώς οι πρακτικές εκφάνσεις και εφαρμογές της δημοκρατικής ισότητας μπορούν να καταστήσουν την τελευταία περισσότερη δεσμευτική εν τοις πράγμασι, άρα ουσιωδέστερα αποδεκτή. Αυτές οι εκφάνσεις διακρίνονται στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που προαπαιτούν  μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών. Συνελεύσεις πολιτών, δημοψηφίσματα, συναφείς νομοθετικές πρωτοβουλίες συμβάλλουν προς την επίτευξη αυτού του στόχου. Έτσι ο συγγραφέας θα εξετάσεις τους θεσμούς της λαϊκής κυριαρχίας, εφόσον δέχεται τη συμβατότητά της με την αρχή της πλειοψηφίας, και θα εστιαστεί στο μοντέλο των κληρωτών βουλευτών, ως πιθανή λύση, το οποίο θεωρεί αναντίστοιχο προς τη δημοκρατία ως λαϊκή κυριαρχία, διότι μία υποθετική κυβέρνηση κληρωτών βουλευτών, εφόσον δεν υπακούει σε λαϊκή εντολή, μπορεί αδέσμευτα να επιχειρήσει όποια πολιτική θέλει, εάν δεν εκφύγει εμφανώς των συνταγματικών περιορισμών, άρα θα εκφυλιστεί σε κυριαρχία ευάριθμων ομάδων επί των πολλών. Ο συγγραφέας, ακολουθώντας αυτή την πορεία, θα οδηγηθεί προς τη συνεξέταση του συγκεκριμένου ορισμού της δημοκρατίας με το δημοκρατικό Σύνταγμα, ως ανώτατο καταστατικό κανόνα του κράτους, τη διάκριση των εξουσιών, τη διάρκεια ζωή του Συντάγματος και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Θα εξετάσει τα παραπάνω υπό το πνεύμα της δημοκρατικής και φιλελεύθερης αρχής, δηλαδή της δημοκρατικής ρεπουμπλικανικής παράδοσης του Ρουσσώ και της πολιτικά φιλελεύθερης του Τόμας Πέιν, αλλά και των δημιουργικών τους συνθέσεων, που όντως οδήγησαν στη σύνθεση και αλληλοσυμπλήρωση δημοκρατικής και φιλελεύθερης αρχής, αυτής δηλαδή που διασπάστηκε κατά την παρακμή της δημοκρατίας της Βαϊμάρης και που, εκ νέου, αμφισβητεί η Άκρα Δεξιά σήμερα. Είναι σημαντικό που ο συγγραφέας εξετάζει, προς το τέλος, τη σχέση λαϊκής κυριαρχίας και υπερβολικού πλούτου, εφόσον οι θύλακοι οικονομικής ολιγαρχίας υποκαθιστούν θεμελιώδεις λειτουργίες της δημοκρατίας. Πιστεύω πως χρειάζεται ακόμη δραστικότερος τονισμός της ανάγκης για συρρίκνωση των κοινωνικών ανισοτήτων – είναι η προοπτική του δημοκρατικού σοσιαλισμού – προς υπεράσπιση της δημοκρατίας και της ενότητας δημοκρατικής και φιλελεύθερης αρχής, αλλά αυτό απορρέει από τη πολιτική θέση από την οποία γράφω και ουδόλως συνεπάγεται κάτι για την πληρότητα της προβληματικής του βιβλίου, ενός βιβλίου που αποτελεί αξιολογότατη συμβολή στη θεωρία της δημοκρατίας.
Υ.Γ. Η πολιτική θέση από την οποία γράφει κανείς συνεπάγεται δέσμευση στην αξία του πολιτικού πλουραλισμού, που είναι ακατανόητος  χωρίς της σύνθεση δημοκρατικής και φιλελεύθερης αρχής. Και επειδή πριν μιλάγαμε για δημοκρατία, η αμφισβήτηση αυτής της σύνθεσης απολήγει στο να χαρακτηρίζονται πολιτικές ιδέες ως «ελαττωματικές», όπως προσφάτως είπε ο κ. Μάκης Βορίδης. Είναι ένα τσιγάρο δρόμος πριν να χαρακτηριστούν «ελαττωματικοί» άνθρωποι όσοι σκέφτονται έτσι, οπότε οι απαιτητέες παρεμβάσεις στο κράτος και τη διοίκηση, που ζητήθηκαν προσφάτως από τον ίδιο, είναι αποτέλεσμα αυτής της αμφισβήτησης και ορθή επανάληψη ενός παρελθόντος που στοίχειωσε τον τόπο, δηλαδή τότε που οι «ελαττωματικοί» άνθρωποι έπρεπε να βάλουν μια υπογραφούλα σε ένα σύντομο κείμενο-δήλωση, λέγοντας για τις «ελαττωματικές» τους ιδέες «αποκηρύττω μετά βδελυγμίας…». Μετά όλα καλά, ως ανανήψαντες, χαρακτηρίζονταν «υγιώς σκεπτόμενοι».

Ο Στέφανος Δημητρίου διδάσκει Πολιτική Φιλοσοφία στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: