ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ
ΒΟΥΖΗ
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΛΥΜΠΕΡΗ, Το μηδέν σε φωλιά, ποιήματα, εκδόσεις
Γαβριηλίδης, σελ. 79
… Η διάρκεια διαρκώς πεινάει. Τρώει τα κόκαλα
του / χρόνου. Κρατάει όλο το αλφάβητο
στην κοιλιά της. Ακόμα κι / ο θάνατος
τη φοβάται. Τα βιβλία κατατροπώνουν τον θάνα- / το, έχει γράψει ο T.S.E. Τα βιβλία τρώνε τα κόκαλα του
χρό- / νου…
(«1, Περί διάρκειας και μη διάρκειας, Le dur desir de durer»). Ενώ, στο ακόλουθο απόσπασμα ο
Μάρκος Αυρήλιος διαφοροποιεί τη χρονική από την ουσιαστική διάρκεια την οποία ο
άνθρωπος βιώνει ως παρόν: «Στο ίδιο λοιπόν καταλήγουν ο μακρότατος και ο
βραχύτατος βίος. Γιατί το παρόν είναι ίσο για όλους.» (Τα εις εαυτόν, βιβλίο Β΄, 14).
Με βάση αυτή τη διαφοροποίηση,
στο πρώτο ποίημα της Κλεοπάτρας Λυμπέρη η διάρκεια αντιμετωπίζεται ως ένα
υπερχρονικό μέγεθος, το οποίο σχεδιάζεται να αποτελέσει την παροντικότητα των
συνθέσεων της συλλογής, δηλαδή να τις εξασφαλίσει τόση αυτονομία, ώστε να
διατηρούν ανοιχτούς και πολλαπλούς διαύλους επικοινωνίας.
Το
μηδέν σε φωλιά περιλαμβάνει εκτενή ποιήματα που οργανώνονται
σε ένα ενιαίο σύστημα και διακρίνονται σε ενότητες, υποενότητες, στιχικές
ομάδες και μεμονωμένους στίχους. Έτσι ο γενικά γρήγορος ρυθμός και η μορφή
μεταβάλλονται συνεχώς προσδίδοντας δραματικότητα στην κατασκευή των συνθέσεων, δραματικότητα
η οποία αυξάνεται τόσο με τους τίτλους όσο και με τις εντός παρενθέσεων συμπληρώσεις,
επειδή ενισχύουν και στο δομικό επίπεδο το καταστατικό στοιχείο της πολυφωνίας.
Το ύφος, που αποβλέπει σε αυτό της φιλοσοφίας, γίνεται συχνά αποφαντικό και οι
στίχοι λαμβάνουν τον ρόλο της κατηγορικής κρίσεως. Η διακειμενικότητα δεν
περιορίζεται στα παραθέματα και στις πληροφορίες για τους συγγραφείς οι οποίες συγκεντρώνονται
στις «Σημειώσεις» στο τέλος του βιβλίου. Αντιθέτως, το διακειμενικό δίκτυο στα
ποιήματα αποδεικνύεται πυκνότατο.
Η επίδοση του
σχήματος του αφηρημένου αντί του συγκεκριμένου πριμοδοτεί τη μεταγλωσσική
λειτουργία. Εδώ δηλαδή η εποπτεία σαρώνει πρώτιστα τον ίδιο τον λόγο και συνακόλουθα
τις γνωστικές, τις ψυχικές και τις αισθητικές σχέσεις τις οποίες αυτός συνάπτει
με τα πρόσωπα και τα πράγματα. Η πριμοδότηση επιτρέπει τη χρησιμοποίηση
τεχνικών και τεχνασμάτων της Κειμενικότητας, οι οποίες μετατρέπουν τη συλλογή
σε εργαστήριο της γλώσσας, επιπλέον ευνοεί την εκδίπλωση της θεωρίας. Ώστε τα
ποιήματα αντιπροσωπεύουν την επανεκκίνηση της διαδικασίας της σκέψης επάνω στην
αλήθεια, το νόημα του Όντος, τη φθορά, τη συμφιλίωση με τον θάνατο, την
ωραιότητα, τον έρωτα, τη διαχείριση της προσωπικής ζωής, τη σύνδεση με τους
άλλους, την επιρροή του λόγου, την αθανασία της ψυχής, την ύλη, την ποίηση.
Κατά τον Μάρτιν Χάϊντεγκερ η σκέψη είναι ο χαμένος
πλέον δεσμός του ανθρώπου με το Ον που μπορεί να αποκατασταθεί από τον φιλόσοφο
και από τον ποιητή. Το μηδέν σε φωλιά συνιστά
το επιτυχές εγχείρημα της σύζευξης της φιλοσοφικής και της ποιητικής γραφής –η
οποία πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε από τους προσωκρατικούς– με έναν παιγνιώδη
και παρωδιακό τρόπο. Μέσω του συγκεκριμένου τρόπου προκαλείται συγχρόνως ένταση
ανάμεσα στα δύο είδη γραφής και προωθείται η αυτονόμηση της ποιητικής γλώσσας,
με απώτερη προοπτική τη θέσμιση μίας πρωτότυπης ιδιολέκτου, της οποίας
σημαίνουσα διάσταση θα αποτελεί ο ανανεωμένος λυρισμός.
Άννα Λάσκαρη, identity addictions, 2018, μέταλλο, ρητίνες
σε PVC, αλουμίνιο, ξύλο, τεχνητά φυτά και χρώμα, 100 x 62,5 x 8 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου