25/11/18

Η αλήθεια

Μαρτυρίες

Ζ΄ Ο πλαστογράφος

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
Στη Μίνα Πετροπούλου

Το πρώτο βιβλίο που εκδίδει ο Κωνσταντίνος Σιμωνίδης, το 1849, περιέχει πλαστά χριστιανικά χειρόγραφα. Είναι γραμμένο στη φόρμα και στη γλώσσα, και έχει τη δομή του λόγου, ενός βυζαντινού χρονικού. Σήμερα, θα πρέπει να το θεωρήσουμε, και να το αξιολογήσουμε, ως ένα κορυφαίο μεταμυθοπλαστικό αφήγημα, το οποίο μετέρχεται θεματικών μιας οργιώδους ιστοριογραφικής και επιστημονικής φαντασίας.
Η περιπέτεια της γραφής αρχίζει ήδη από τον τίτλο, αφού ο Σιμωνίδης δηλώνει πως εκδίδει τα ευρεθέντα χειρόγραφα απαραλλάκτως: “Συμαΐς, ή ιστορία της εν Σύμη Απολλωνιάδος Σχολής, ιδίως δε της αγιογραφικής καθέδρας· και πρόδρομος των ανεκδότων ελληνικών χειρογράφων. Άρχεται δε η Ιστορία αύτη τω τριακοσιοστώ εβδόμω έτει μ.Χ., αφ’ ής εποχής ίδρυται η Σχολή, και λήγει τω χιλιοστώ εκατοστώ τεσσαρακοστώ ογδόω μ.Χ., ότε και κατεστράφη υπό των Σταυροφόρων. Συγγραφείσα μεν υπό Μελετίου Ιερομονάχου του εκ Χίου τω ασλς΄ μ.Χ., εκδιδομένη δε το πρώτον υπό Κωνσταντίνου Σιμωνίδου, απαραλλάκτως, μετά σημειώσεων και προλεγομένων”.
Στη δεύτερη σελίδα, είναι τυπωμένη η φράση Τα ανυπόγραφα καταδιωκτέα εισί”, και ο Σιμωνίδης βάζει από κάτω την ιδιόχειρη υπογραφή του σε κάθε αντίτυπο, βεβαιώνοντας τη γνησιότητα της πλαστογραφίας του, αφού ούτε ιερομόναχος Μελέτιος υπήρξε, ούτε στην Σύμη ήκμασε Απολλωνιάδα Σχολή, ούτε σε αυτήν έγιναν έργα ζωγραφικής και γλυπτικής πρωτόγνωρου κάλλους, πόσω μάλλον μείζονες εφευρέσεις, όπως του χαρτιού, της τυπογραφίας, της χαλκογραφίας, του τηλεσκοπίου, της ατμοκίνησης, των ταχυπλόων σκαφών, ή επιστημονικές ανακαλύψεις στους τομείς της κοσμογραφίας και της ανάγνωσης των ιερογλυφικών, ούτε φυσικά εν αυτή προόδευσε η αλχημεία...

Στην τρίτη σελίδα, υπάρχει αφιέρωση στον εξέχοντα ιστορικό του 19ου αιώνα, αρχαιογνώστη και ειδήμονα επί των χειρογράφων, Ανδρέα Μουστοξύδη: “Τω κλεινώ Ανδρέα Μουστοξύδη, αγλαΐσματι Κερκύρας παιδεία και αρετή κεκοσμημένω παντοία, και γηραιώ της αρχαιολογίας ταμία, τον πρόδρομον των ελληνικών ανεκδότων χειρογράφων, ευσεβάστως ανατίθησιν”. Έτσι, επικαλείται τον Μουστοξύδη ως άλλοθι επιστημονικής εγκυρότητας και αληθείας, προκαλώντας τον να πάρει θέση επί του βιβλίου.
Έπονται τα “Προλεγόμενα”, ογδόντα δύο σελίδων, με εκτενείς σημειώσεις και παραπομπές, που αναφέρονται στην ιστορία της νήσου Σύμης, και λογοτεχνικά συναγωνίζονται, αν δεν προοικονομούν, τα προλεγόμενα του Εμμανουήλ Ροΐδη στην “Πάπισσα Ιωάννα” (1866). Μάλιστα, στο τέλος επισυνάπτεται συστατική επιστολή (πλαστή, φυσικά) του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ανθίμου, ο οποίος βεβαιοί πως ο Σιμωνίδης σπούδασε εκεί, για διάστημα πλέον του έτους, “θαυμαζόμενος διά την ευφυίαν του, και αγαπώμενος τε και χειροκροτούμενος”  υπό των συμμαθητών και των διδασκάλων του, και πως απήλθε εις Οδησσόν για να συνεχίσει τις σπουδές του στα πανεπιστημιακού επιπέδου σεμινάρια του Λυκείου Ρισελιέ, γεγονός που επίσης βεβαιοί έγγραφο του ελληνικού Προξενείου, επισημαίνοντας και αυτό τις αρετές του Σιμωνίδη.
Όλα τούτα είναι μάλλον απαραίτητα, γιατί ήδη έχουν εγερθεί αντιρρήσεις επί κάποιων πρώιμων δημοσιευμάτων του Σιμωνίδη στον αθηναϊκό Τύπο, δηλαδή αμφισβητήσεις της γνησιότητας των τεκμηρίων που περιείχαν. Προσκομίζοντας λοιπόν αυτές τις βεβαιώσεις, και μία ακόμη περί της ενδόξου οικογενειακής του καταγωγής, που υπογράφεται από οκτώ αξιωματικούς του ελληνικού στρατού κι έναν γερουσιαστή (το γνήσιον της υπογραφής τους επικυρώνεται από τον δήμαρχο Αταλάντης...), ο Σιμωνίδης απαντά στους επικριτές του ότι, αντιθέτως, εκείνοι ψεύδονται, “αυτοί οι ανυπόγραφοι αρθρογράφοι, οίτινες εγεννήθησαν να συκοφαντώσι, και πλάττωσι τηλικαύτα ανήκουστα και ασύγγνωστα ψεύδη. Αιδώς!!!”.
Το δε κυρίως σώμα του βιβλίου, δηλαδή το χειρόγραφο του ιερομονάχου Μελετίου, “Συμαΐς ή Ιστορία της εν Σύμη Απολλωνιάδος Σχολής”, σημειώνει εν προοιμίω: “Αρκετόν καιρόν εβασανίσθην στοχαζόμενος επί της αληθείας, και λύπη κατακυρίευέ με, και φρενήρης εγενόμην, και εκ της κλίνης εγειρόμην, καταβρεχομένας τας παρειάς μου με τους κρουνούς των δακρύων μου. Παύσαντος δε του πρώτου έτους της αθυμίας μου, και ελθόντος του δευτέρου, ημέρες τρειςκαίδεκα παρήλθον, αλλά επί το χείρον προόδευον, με βήματα γιγάντων. Ότι πολλάκις ενυπνίως ήγγιζα την αλήθειαν, όμως πάραυτα εγκατελιμπανόμην υπό αυτής, και ηγανάκτουν διά την απώλειαν. Αλλά εν ταυτώ προπαρεσκευαζόμην, όπως αφήσω τον σκωληκόβροτον θύλακά μου, και απέλθω, κρούων οπίσω παταγωδώς την θύραν μου.
Πριν η δεκάτη τετάρτη ημέρα ανατείλει, ενώ η αυγή μόλις υπέφενε, εγώ ήδη όλως κατάκοπος, κλίνω τα γόνατά μου, προσκυνών μέχρι εδάφους εβδομηκοντάκις, δακρυρροών και ολοφυρόμενος και ανημπορών. Αλλά εκ θείας δυνάμεως εξαίφνης ενδυναμούμαι, και πάραυτα ορθοβατώ, και εξερχόμενος του Όρους διέρχομαι την Μακεδονίαν, την Θεσσαλίαν, τας νήσους, και το Βυζάντιον, καταδιώκων την αλήθειαν, ως πρύμνη πλοίου διανοίγων δρόμους εις την ξηρά και ως άροτρον γεωργού διασχίζων την θάλασσα, κατά των ανέμων και των καιρών όλων αντιτασσόμενος, έως ότου ευρών την αλήθειαν κρυπτομένην εις μυχόν αθέατον, και δράξας αυτήν εκ της κόμης, επανήλθον εις θείον Όρος, της Αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας τον περικαλλέστατον κήπον.
Νυν, έχων αυτήν υποχειρίαν, πληρώ την επιθυμίαν μου ακωλύτως...”.
Εδώ, πέραν της δηλούμενης σφοδρής, βίαια ερωτικής, επιθυμίας προς την αλήθεια, ο Σιμωνίδης χρησιμοποιεί το ρήμα “εγκαταλείπω” στη διάλεκτο της Χίου, ως “εγκαταλιμπάνω”, προκειμένου να πιστοποιήσει, και να τονίσει, την καταγωγή του ιερομονάχου Μελετίου από το εν λόγω νησί...
Αλλά η περίπτωση του Σιμωνίδη, νομίζω, μας υποχρεώνει να συνεχίσουμε και την επόμενη Κυριακή.

1 σχόλιο:

nikolos είπε...

Η αλήθεια είναι δύσκολο έργο. Κατάφερα μετά από δεκάχρονη προσπάθεια να αντλήσω από πρωτογενείς πηγές όλα τα στοιχεία για την πλήρη καταγραφή της ιστορίας του Κωνσταντίνου Σιμωνίδη. Τώρα, που μόλις συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από τη γέννησή του, είναι έτοιμο το βιβλίο μου με πλήρη καταγραφή και στοιχεία. Ελπίζω να είναι χρήσιμο σε όλους όσους κατά καιρούς θέλησαν να πλησιάσουν αυτόν τον άνθρωπο και να κατανοήσουν το μέγεθος της ευφυΐας του και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του. Νικόλαος Φαρμακίδης. nikolos.f@gmail.com