28/1/18

Έμπνευση του Ρίλκε από τη μικρή Νίκη του Ροντέν

ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΦΙΛΙΝΗ

Eκατό χρόνια από τον θάνατο του Ροντέν (1840-1917) κι οι επετειακές εκδηλώσεις ξεκίνησαν τον περασμένο χρόνο στο Παρίσι με μια μεγάλη έκθεση στο Γκραν Παλέ. Oι εκδηλώσεις συνεχίζονται και μέσα στο 2018, με σημαντική την έκθεση τον ερχόμενο Απρίλιο στο Βρετανικό Μουσείο μέσα ακριβώς στην αίθουσα των μαρμάρων του Παρθενώνα και με τίτλο «Ο Ροντέν και η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας».
Στο Βερολίνο συνεχίζεται μέχρι τoν ερχόμενο Μάρτιο η έκθεση για την εκατονταετηρίδα του Ροντέν που διοργάνωσε η Παλιά Νατσιονλγκαλερί πάνω στο Νησί των Μουσείων και έχει μια αξιοσημείωτη ιδιαιτερότητα, την στενή σχέση της με την ποίηση. Παρουσιάζεται η ήδη υπάρχουσα συλλογή του μουσείου, όπου προστίθενται ορισμένα γλυπτά ειδικά δανεισμένα από το Μουσείο Ροντέν στο Παρίσι. Κυρίως όμως η έκθεση ρίχνει φως σε ένα μικρό γλυπτό σύμπλεγμα «Ο άνθρωπος και το πνεύμα του», που είχε αγοράσει το 1903 ο Χοφμανστάλ (1874-1929) - σήμερα πια ανήκει στη Νατσιοναλγκαλερί - και για το οποίο έγραψε το 1920 ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875-1926) το ποίημα Νίκη. Ο τεκμηριωμένος κατάλογος (1) αναδεικνύει την ειδική σημασία αυτής της έκθεσης.
Το μικρό γλυπτό έχει χυθεί σε μπρούντζο κατά παραγγελία του Χοφμανστάλ που ενθουσιάστηκε όταν το είδε στο ατελιέ του Ροντέν. Οι διαστάσεις του είναι 40 Χ 18 Χ 18 εκ. και πρωτοπαρουσιάστηκε σε γύψο με τον τίτλο «Ο Ήρωας» σε έκθεση στο περίπτερο της Πλας ντ΄Αλμά στο Παρίσι το 1900. Στον σχετικό κατάλογο τότε έγραφε: «Ο δυνατός και νέος ήρωας, στηριγμένος πάνω σε ένα βράχο, προσπαθεί να συγκρατήσει μια Νίκη, μια μικρή γυναίκα με φτερά, ναζιάρα, έτοιμη να πετάξει» (2). Το γλυπτό με το σώμα της γυναίκας δεν έχει κεφάλι και μπράτσα. Αυτή στηρίζεται με τα λυγισμένα της γόνατα πάνω στον ώμο του άντρα. Τούτο το μικρό γλυπτό του Ροντέν φέρνει αμέσως στο νου τη Νίκη της Σαμοθράκης, που ακέφαλη και στερημένη από χέρια, οδεύει θριαμβευτικά με τα φτερά ανοιγμένα στον άνεμο. Μετά την ανακάλυψή της το 1863 ο Ροντέν την επισκεπτόταν συχνά στο Λούβρο: «Τις Κυριακές πλησιάζω τη Σαμοθράκη, νοιώθω έτσι μια αιώνια νεότητα, μια έμπνευση ευτυχίας: δεν αξίζει να τη βλέπω τακτικά;». Το 1881ταξίδεψε για πρώτη φορά στο Λονδίνο κι αντίκρισε στο Βρετανικό μουσείο τα γλυπτά του Παρθενώνα. Από τότε ταξίδευε συχνά για να τα επισκεφθεί. Με τα χρόνια απέκτησε μια συλλογή αρχαίων ελληνικών αντικειμένων, πάνω από 6000 κομμάτια.

Το ημιτελές σώμα με τα κομμένα μέλη αποτελεί σταθερό αισθητικό κανόνα των γλυπτών του Ροντέν. Στην έκθεση στο Παρίσι του 1900 είχε παρουσιάσει και τον περίφημο «Άνδρα που περπατάει», που όρθιος δίχως κεφάλι και μπράτσα, κρατά όλο το δυναμισμό του ανθρώπου ενώ βαδίζει, κίνηση που με μεγάλη τραγικότητα έδειξε αργότερα και ο Τζακομέτι. Ο Ρίλκε που δούλεψε ως γραμματέας του Ροντέν για δύο χρόνια, του αφιέρωσε το 1903 μια μονογραφία. Σε αυτήν αναφέρεται με θαυμασμό σε αυτά τα σώματα δίχως μπράτσα: «δεν τους λείπει τίποτα το απαραίτητο. Στέκεται κανείς μπρος τους σαν να είναι κάτι το ολοκληρωμένο, κάτι το τελειωμένο, που δεν χρειάζεται κάποια συμπλήρωση. Η αίσθηση του ατέλειωτου προέρχεται όχι από το απλό κοίταγμά τους, αλλά από μια λαθεμένη σκέψη, από έναν σχολαστικισμό…». Κι ο Χοφμανστάλ την ίδια περίοδο κάνει αντίστοιχους συλλογισμούς, γράφει σε σημειώσεις του: «Είναι λάθος να αντιμετωπίζουμε κάθε έργο τέχνης σα να είναι το τελειωτικό, να λέμε πάντα ότι έχει ολοκληρωθεί…ότι σημαίνει αυτό κι αυτό…» . Κατά συνέπεια, και οι ενδεχόμενες διαφορετικές ερμηνείες του έργου είναι τελικά συστατικό του «ατέλειωτου» που δίνει έμφαση στο ουσιαστικό και ενισχύει το συναίσθημα.
Με το άγαλμα της μικρής Νίκης ο Ρίλκε ασχολήθηκε πολύ αργότερα, το 1920. Ήταν η εποχή που ο Χοφμανστάλ είχε οικονομικές δυσκολίες και ζήτησε τη μεσολάβησή του, για να βρεθεί αγοραστής. Απευθυνόμενος στον Ελβετό συλλέκτη έργων τέχνης Γκέοργκ Ράινχαρτ ο Ρίλκε έστειλε μια επιστολή, όπου περιγράφει το μικρό σύμπλεγμα. Η περιγραφή αυτή αποτελεί μια πρώτη απόδειξη της συγκίνησής του: «…υπάρχουν, όπως συχνά συμβαίνει με τον Ροντέν, οι πιο διαφορετικές ερμηνείες. Το αντικείμενο… δείχνει έναν νέο ακόμη δυνατό άνδρα που στέκει ορθός με το ένα πόδι βαθιά κεκλιμένο… εκείνη τη στιγμή όμως συνειδητοποιεί ότι η μικρή φτερωτή μορφή είναι έτοιμη να του ξεφύγει και αυτός με ένα γερό, φοβισμένο αλλά μάταιο πιάσιμο πιέζει τα γόνατα της ανερχόμενης εύθραυστης μορφής πάνω στον ώμο του…Θυμάμαι να στέκομαι με τον Ροντέν μπροστά στο γύψινο πρόπλασμα που αργότερα ονόμασε: η έμπνευση που αποσύρεται, ή, όπως συχνά μου ομολογούσε , είδε έναν μικρό ήρωα, από τον οποίο ξεφεύγει η μικρή Νίκη που τον έχει οδηγήσει από επιτυχία σε επιτυχία. Σύμφωνα με την παρατήρηση του Χόφμανσταλ… το σύμπλεγμα σημαίνει «ο άνθρωπος και το πνεύμα του» (αν δεν κάνω λάθος)- μια ερμηνεία μπορεί να ισχύει, όσο και μια άλλη…» (2).
Λίγους μήνες αργότερα, τα Χριστούγεννα του 1920, ο Ρίλκε γράφει τελικά ένα ποίημα που έχει εμπνευστεί από το μικρό σύμπλεγμα:

Νίκη
για ένα αρχαίο γλυπτό
(μια μικρή Νίκη πάνω στον ώμο του ήρωα.)

Ο νικητής τη σήκωνε: Ήταν βαριά; Φτερουγίζει
σαν προαίσθημα πάνω στο στέρνο του.
Στο σιγανό της πέταγμα, ψιθυριστά,
του φέρνει χώρο αδειανό, που εκείνος μετά γεμίζει.

Για κείνον μεταμορφώνει τον ανοιχτό χώρο σε δοχείο,
 να μην αφήσει το έργο του να σκορπιστεί στον άνεμο.
Πέταξε στο θεό-, και για χάρη του διστάζει,
και για χάρη της εκείνος με το μέτρο αναμετριέται. (3)

Ο Ρίλκε δίνει στο ποίημα του την ερμηνεία που αρχικά είχε δώσει ο Ροντέν, για την έμπνευση που αποσύρεται, τη μκρή Νίκη που ξεφεύγει από τον χώρο του ήρωα. Όμως ο Ρίλκε δε μένει εκεί, εξελίσσει τη δική του εκδοχή δίνοντας παραπέρα διέξοδο στο δικό του προβληματισμό: ο ήρωάς του, ενώ ακόμη πιέζει τη γυναικεία μορφή πάνω στον ώμο του λίγο πριν αυτή φύγει μακριά του, βρίσκει χάρη σε αυτήν το ποθητό μέτρο για τη δική του δημιουργία. Η έμπνευση μπορεί να αποσύρεται, ίσως μόνον για μιαν ανάπαυλα, πιθανόν να ξανάρθει, ίσως και δριμύτερη, η δημιουργία του μπορεί να βρίσκει το μέτρο και να συνεχίζεται. Μετά μερικά χρόνια κρίσης και μετά τη λήξη του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου ο Ρίλκε περνά σύμφωνα με τους μελετητές του σε φάση ανάκαμψης. Το ποίημα του για τη μικρή Νίκη στον ώμο του ήρωα φαίνεται να σηματοδοτεί αυτή τη νέα δική του περίοδο.
Το βίωμα του καλλιτέχνη είναι βασικός παράγοντας στη διαμόρφωση του έργου του, το βίωμα είναι αυτό που καθορίζει τη δική του ερμηνεία. Η έμπνευση του Ρίλκε δεν φαίνεται όμως να προέρχεται μόνον από τη το περιεχόμενο του καλλιτεχνικού έργου που τον συγκίνησε, αλλά και από τη μορφή της τέχνης του: ο μοντερνισμός του Ροντέν με το «ατέλειωτο» και τις πολλαπλές εκδοχές των ερμηνειών του, η ελευθερία που παρέχει η αρχαία μυθολογία, το σφρίγος του ανθρώπινου σώματος, η ελαφράδα, η τρυφερότητα κι ο ερωτισμός της μικρής Νίκης.
Η συνομιλία ανάμεσα στις τέχνες και στους καλλιτέχνες δεν μπορεί να είναι μια τυχαία συνεύρεση ξεκομμένη από τα ρεύματα της εποχής τους. Η συνομιλία μπορεί να ανοίγει νέα πεδία και να προαναγγέλλει νέες μορφές. Προϋπόθεση είναι η ειλικρίνεια στο διάλογο και στα εργαλεία της δημιουργίας που ο καθένας εναποθέτει.

Η Άννα Φιλίνη είναι εικαστική καλλιτέχνις

1) Έκδοση Rodin, Rilke, Hofmannsthal-Nationalgalerie, Staatliche Museen zu Berlin.
2) Μετάφραση της Άννας Φιλίνη.

3) Η μετάφραση του ποιήματος του Ρίλκε έγινε από την Αλεξάνδρα Ρασιδάκη, αναπλ. Καθηγήτρια Γερμανικής και συγκριτικής γραμματολογίας, ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: