3/12/17

Οι δύο επαναστάσεις

Μαριγώ Κάσση, Ρωγμή Ι, μικτή τεχνική, 150 x 200 εκ.


ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ

Το 1989 ο Τενγκ Σιαοπίνγκ, ερωτώμενος από έναν δημοσιογράφο, τι γνώμη έχει για τα ιστορικά αποτελέσματα της Μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, απάντησε: «Είναι πολύ νωρίς για να μιλάμε για αποτελέσματα».
Από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, ή από τη Μεγάλη Ρωσική Επανάσταση, όπως την αποκαλούν σήμερα, πέρασαν μόλις 100 χρόνια, και όχι 200, αλλά ο περισσότερος κόσμος βιάζεται να βγάλει συμπεράσματα, παρόλο που οι πληγές είναι ακόμα πολύ νωπές και εν ζωή βρίσκεται η δεύτερη γενεά και των Λευκών και των Κόκκινων, δηλαδή τα παιδιά εκείνων που έκαναν ή πολέμησαν την Επανάσταση.
Το ότι είναι «πολύ νωρίς για δάκρυα» και αποτίμηση των γεγονότων, το απέδειξε και η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Ρώσων Συμπατριωτών με θέμα «100 χρόνια της Ρωσικής Επανάστασης: ενότητα για το μέλλον», που πραγματοποιήθηκε στα τέλη του Οκτωβρίου στη Μόσχα. Η συμφιλίωση, όπως φαίνεται, αργεί, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες προσέγγισης και από τις δυο πλευρές, μια και οι μεν καλούν τον ρωσικό λαό να μετανοήσει, και ο ρωσικός λαός, που νίκησε στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, έγινε υπερδύναμη και πρώτος έστειλε άνθρωπο στο Διάστημα, δεν έχει κανένα λόγο, ούτε διάθεση, να ζητά συγχώρεση.
Το θέμα της Επανάστασης εξετάζεται συνήθως συνδυαστικά με την κατοπινή ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, και κατ’ αποκλειστικότητα υπό το πρίσμα των τραγικών λαθών της, και όχι των φωτεινών πλευρών, των επιτευγμάτων και των νικών της, καταβάλλεται κάθε προσπάθεια να την παρουσιάσουν ως μαύρη σελίδα στην ιστορία της Ρωσίας και του κόσμου ολόκληρου, μια αλυσίδα από εγκλήματα, ένα ατελείωτο ποτάμι αίματος. Εντωμεταξύ, η Μεγάλη Ρωσική Επανάσταση όχι μόνο πρέπει να εκλαμβάνεται ως συνέχεια της Επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1917, αλλά και ως αδιάσπαστο μέρος των γεγονότων του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, που προηγήθηκαν, και του εμφυλίου πολέμου, που ακολούθησε, όπως πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη η εξωτερική πολιτική των δυτικών συμμάχων, της Γερμανίας και αργότερα των ΗΠΑ εκείνης της περιόδου. Εξετάζοντας την Επανάσταση ως μεμονωμένο γεγονός, θα διολισθαίνουμε μοιραίως στον συναισθηματισμό, ενώ η Επανάσταση, και κάθε Επανάσταση μόνο συναισθηματισμούς δεν χωράει.

Γεγονός πρώτο και αδιαμφισβήτητο: τη Ρωσία τη διέλυσε η Επανάσταση του Φεβρουαρίου, που, οδηγούμενη από αμφίβολες δημοκρατικές ιδέες, πραγματοποιήθηκε από ανίκανους να κυβερνούν ανθρώπους, χωρίς καθαρό και εφαρμόσιμο πρόγραμμα, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Η Επανάσταση έγινε με φόντο το αβάσταχτο ανθρωπιστικό και οικονομικό κόστος της συμμετοχής της χώρας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τις αντιπολεμικές ζυμώσεις στο στρατό, και την ακατανόητη, ανεξήγητη και δειλή παραίτηση από τον θρόνο του Νικόλαου Β΄. Αυτή ακριβώς η εγκληματική ανικανότητα της Προσωρινής Κυβέρνησης (με έντονη οσμή προδοσίας) επίσπευσε την Οκτωβριανή Επανάσταση.
«Δεν ξεκίνησε ο λαός την Επανάσταση, αλλά εσείς», κατηγορούσε ο Ιβάν Μπούνιν τους ρώσους διανοούμενους. «Τον λαό δεν τον ένοιαζε, τι θέλαμε εμείς, τι μας δυσαρεστούσε. Δε σας μιλάω για την Επανάσταση, ας είναι αναπόφευκτη, ωραία, ό, τι θέλει ας είναι. Αλλά μην συκοφαντείτε το λαό: δεν του καιγόταν καρφί για τα Υπουργεία σας, τους ανασχηματισμούς σας, για την κατάργηση της λογοκρισίας, και το απέδειξε περίτρανα, κάνοντας σκόνη και την Προσωρινή κυβέρνηση, και την Συντακτική Συνέλευση, και όλα εκείνα, ‘για τα οποία έδωσαν τη ζωή τους οι γενεές των καλύτερων ανθρώπων’, όπως λέτε, και το ‘ως το νικηφόρο τέλος σας’»[1].
Γεγονός δεύτερο: η Επανάσταση του Φεβρουαρίου διέλυσε τον τακτικό ρωσικό στρατό. Η «Εντολή #1» της Προσωρινής κυβέρνησης κατάργησε τη πειθαρχία και επέβαλε την ισότητα, που στην περίπτωση του στρατού ισούται με αναρχία. Η στρατιωτική της μεταρρύθμιση ήταν εκτός χρόνου και τόπου, και σε συνθήκες πολέμου είχε καθαρά προδοτικό χαρακτήρα.
Γεγονός τρίτο: η Επανάσταση του Φεβρουαρίου διέλυσε τη ρωσική επιχειρηματικότητα, η παραγωγή αποδιοργανώθηκε, και η Προσωρινή κυβέρνηση, που, όπως είπαμε δεν είχε κανένα οικονομικό πρόγραμμα, εναποθέτοντας προφανώς τις ελπίδες στη δυτική χείρα βοηθείας, έχασε από τις πρώτες κιόλας βδομάδες τ’ αυγά και τα πασχάλια.
Γεγονός τέταρτο: η Προσωρινή κυβέρνηση έχει θεσπίσει την αρχή της ανεξιθρησκίας, διέλυσε τις σχέσεις της ρωσικής εξουσίας με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
«Για πρώτη φορά από την βάπτιση της Ρωσίας στην εξουσία βρέθηκαν οι Αρχές που όχι μόνο δεν στηρίζονταν στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά έβλεπαν στο πρόσωπό της ένα σοβαρό εμπόδιο στο δρόμο της κοινωνικής προόδου... Οι ιεράρχες της Εκκλησίας και οι βαθιά θρησκευόμενοι άνθρωποι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν με τις πολιτικές εκκαθαρίσεις στις γραμμές του επισκοπάτου... με την κατάργηση των Θρησκευτικών στα σχολεία και άλλους νεωτερισμούς. Ο θρίαμβος του αθεϊσμού και η εξασθένιση των πυλώνων της πίστης συνοδευόταν από μια προφανή πτώση των ηθικών αρχών της ρωσικής κοινωνίας...»[2]
Γεγονός πέμπτο: η Προσωρινή κυβέρνηση διέλυσε το δικαστικό σύστημα της Ρωσίας, ανοίγοντας συνάμα τις πύλες των φυλακών.
Έτσι τίθεται το ερώτημα: μήπως τελικά η Οκτωβριανή Επανάσταση ήρθε ως σωτήρας της χώρας; Και με αυτή την έννοια μήπως πράγματι ήταν Μεγάλη, όπως έχουμε συνηθίσει να την αποκαλούμε επί επτά και βάλε δεκαετίες;
Μήπως η πολιτική της Προσωρινής κυβέρνησης δεν ήταν απλά ανίκανη, αλλά άκρως επικίνδυνη για τη Ρωσία, κι αν δεν είχαν πάρει τα ηνία στα χέρια τους οι μπολσεβίκοι, οι δυτικοί σύμμαχοι θα είχαν καταφέρει να επιβάλουν στη χώρα τα δικά τους μοντέλα ανάπτυξης και δημοκρατίας;
Τους μπολσεβίκους τους κατηγορούν ότι βγήκαν από τον πόλεμο, συνάπτοντας ειρήνη με τη Γερμανία, αφαιρώντας από τους ρώσους πατριώτες, αξιωματικούς και απλούς στρατιώτες, την τιμή να πέσουν στις μάχες, τηρώντας τον στρατιωτικό όρκο. Η αλήθεια είναι όπως πάντα πολύ πιο πεζή και πιο πρακτική:
«Καταβάλλω συνεχόμενες προσπάθειες να κρατήσω τη Ρωσία στον πόλεμο, γιατί η έξοδός της θα επιβαρύνει τη χώρα μας με το κύριο βάρος της κατατρόπωσης της Γερμανίας», έγραφε ο Αμερικανός Πρέσβης στη Ρωσία, David Rowland Francis, την περίοδο ανάμεσα στις δυο Επαναστάσεις, την «καλή» και την «κακή». Όπως αργότερα, στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, όταν οι σύμμαχοι αργούσαν εγκληματικά ν’ ανοίξουν δεύτερο μέτωπο, έτσι και το 1917 «... οι δυτικές κυβερνήσεις έβλεπαν στη Ρωσία μια απύθμενη δεξαμενή ‘κρέατος για κανόνια’ και θεωρούσαν τους Ρώσους, στην καλύτερη περίπτωση, ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας... Η Επανάσταση του Φεβρουαρίου τους χαροποίησε όλους. Οι Σύμμαχοι ήταν πανευτυχείς να απαλλαγούν από τον Νικόλαο Β΄, τον οποίο, όπως και η ρωσική αντιπολίτευση, θεωρούσαν αντιδραστικό στοιχείο και οπαδό ξεχωριστής ειρήνης με τη Γερμανία. Οι αντίπαλοι ήταν ευτυχείς να απαλλαγούν από τον χειρότερο τους εχθρό, τον Ρώσο αυτοκράτορα...»[3]
Μήπως τελικά η Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση εμπόδισε την ολοκληρωτική πτώση της Ρωσίας και την υποταγή της στη Δύση;
Από τη Ρωσική Επανάσταση πέρασαν 100 χρόνια. Ένας αιώνας είναι σαφώς λίγος για να βγάλουμε συμπεράσματα, αλλά αρκετός για να βάλουμε μυαλό και να πειστούμε, ότι τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και ότι, δυστυχώς, η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται:
«Για την Επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1917 δεν ευθύνεται ο ρωσικός λαός, τα κατώτερα στρώματα, οι μάζες, αλλά τα ανώτερα στρώματα, η διανόηση, οι μορφωμένοι άνθρωποι όλων των βαθμών, καθηγητές, δικηγόροι, συγγραφείς, ηθοποιοί, νομικοί, ακόμα και στρατηγοί. Όλοι τους λαχταρούσαν αλλαγές, ισχυρίζονταν, ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Αλλά δεν κατάλαβαν την αναγκαιότητα, δεν μπόρεσαν να φτιάξουν δυνατή κυβέρνηση, ικανή να πολεμάει τον εχθρό και να κυβερνά τη χώρα, να δίνει εντολές, να επιβάλει την υπακοή. Ήταν υποχρεωμένοι να μην επιτρέψουν κενό εξουσίας. Αυτή την υποχρέωση η ρωσική διανόηση δεν κατάφερε να την εκπληρώσει. Και το πλήρωσε: η ιστορία την έκανε σκόνη. Η Ιστορία ήρθε με τη μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης, που μπόρεσε και τον εχθρό να πολεμήσει, και να κυβερνήσει, και να επιβάλει υπακοή».
Το παραπάνω κείμενο έγραψε η Αριάδνα Τιρκόβα (1869-1962), στελέχος (προεπαναστατικά) της φιλελέυθερης αντιπολίτευσης, μέλος της ΚΕ του Συνταγματικοδημοκρατικόυ κόμματος.
Ταιριάζει απόλυτα στην ανατροπή του 1993, που διέλυσε τη Σοβιετική Ένωση.

Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασική φιλόλογος

[1] Ιβάν Μπούνιν, Καταραμένες ημέρες. Απομνημονεύματα
[2] Βιατσεσλάβ Νίκονοφ, 1917, Μόσχα 2017
[3] Βιατσεσλάβ Νίκονοφ, 1917, Μόσχα 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια: