19/11/17

Από το 1917 στο 1989: η ήττα των λέξεων

Μιχάλης Κατσαρός, Βύρων Λεοντάρης

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

Δημήτρης Φραγκάκης, Hug, 2017,
λάδι σε αλουμίνιο τοποθετημένο σε ξύλο,
34,2
x 23,5 εκ. 
Μια αφανής –αλλά διά της συμπαράθεσης νομίζω προφανής– συνομιλία δύο ποιημάτων, γραμμένα από δύο –εκ των πιο πολιτικοποιημένων– μεταπολεμικούς ποιητές. Πρόκειται για μια συζήτηση που ξεκινά από τα δοκίμια του Βύρωνα Λεοντάρη, υπό τον γενικό τίτλο «Η ποίηση της ήττας», το 1963-’64. Εκεί, ο Λεοντάρης μπαίνει ουσιαστικά στον προβληματισμό του Κατσαρού, ελέγχοντας τις ιδέες του, και μάλιστα σημειώνει: «Ο Κατσαρός αντιμάχεται την εκδοχή της θριαμβεύουσας επανάστασης».
Βέβαια, τα κείμενα του Λεοντάρη για την ποίηση της ήττας αποτελούν μάλλον την κορυφαία περίπτωση παρανάγνωσης στη νεοελληνική λογοτεχνία, αφού συνδέθηκαν με την ήττα στον Γράμμο, παρ’ ότι τα κείμενα αυτά σημειώνουν και επαναλαμβάνουν, σε όλους τους τόνους, ότι αναφέρονται σε πολύ ευρύτερα, καθολικά συμφραζόμενα. Μια παρανάγνωση που καλά κρατεί μέχρι τις μέρες μας.
Ο Λεοντάρης ποτέ δεν επανήλθε σε αυτή τη συζήτηση με όρους δοκιμιακού λόγου, ώστε να εξηγήσει/επιλογήσει τα αυτονόητα. Προτίμησε να δώσει τις απαντήσεις του ποιητικά, σημείο προς σημείο, και το αξιώθηκε με τη συλλογή/σύνθεσή του Εν γη αλμυρά (1996), η οποία εκδίδεται όταν ο κύκλος της «χαρούμενης νεωτερικότητας» έχει κλείσει, δηλαδή μετά το 1989, όταν η ήττα της γενικότερης αντίληψης της «προόδου» είναι πλέον πασιφανής.
Ένα από τα ποιήματα του βιβλίου απαντά στο (και διαλέγεται με το) στοχαστικότερο ποίημα της συλλογής του Κατσαρού Κατά Σαδδουκαίων, με τα δύο ποιήματα να κορυφώνονται στο κλείσιμό τους, το μεν του Κατσαρού αναζητώντας τις νέες λέξεις-σύμβολα για τις νέες «πυρκαγιές», το δε του Λεοντάρη δείχνοντας τη σημερινή πραγματικότητα, που πλέον ορίζεται από τις «αντιλέξεις», που «έλκουν πίσω και ρουφούν το νόημά τους».

Δύο ποιήματα που αποτυπώνουν με διαύγεια την αίσθηση της ιστορικής στιγμής που γράφτηκαν. Το ποίημα του Κατσαρού επισημαίνει τη μεγάλη ήττα που ήδη έχει συμβεί, παρά τη νικηφόρα έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου για το «προοδευτικό στρατόπεδο», δηλαδή την ήττα της αντίληψης της αναπόφευκτης προόδου, ενώ το ποίημα του Λεοντάρη επισφραγίζει την οριστική ήττα της όλης αντίληψης της νεωτερικότητας.
Και κάτι περισσότερο: το ποίημα του Λεοντάρη φθάνει στην ήττα των ίδιων των προϋποθέσεων του κοσμοειδώλου του Δυτικού πολιτισμού, προϋποθέσεις που αντλούνται από την κλασική εποχή. Ο τελευταίος στίχος του, «Και δεν αρκεί να ονοματίσεις κάτι για να υπάρξει», μας παραπέμπει στην αντίληψη του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, ότι η ίδια η λέξη αποτελεί γεγονός (όπως μας το έχει δείξει ο Λουτσιάνο Κάνφορα).
Δεν είναι λοιπόν μια δυστοπική εικόνα αυτή που μας δίνει ο Λεοντάρης, αλλά η εικόνα ενός μη-τόπου, μη Λόγου: το ιστορικό παρόν μας.

ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ
Στο νεκρό δάσος των λέξεων προχωράω.
Ανάβω τα χλωμά φανάρια στους δρόμους
προσπαθώ ν’ αναστήσω.
Τα ονόματα που πυρπόλησαν τις καρδιές
σε μυστικές συνεδριάσεις
τα ονόματα που οδήγησαν όλα δολοφονούνται.
Τώρα κυκλοφορούν σε ανάκτορα ξένοι
ντύνονται επίσημα στις δεξιώσεις
σε διπλωματικά συνέδρια ανταλλάσσονται
χειραψίες
φριχτά υπομνήματα
παρευρίσκονται στις γιορτές υποκλίνονται.
Τώρα πεθαίνουν.

Ω Ρόζα Λούξεμπουργκ, Λένιν, ποιητές.
Ω Τέλμαν, Τάνεφ
παγωμένοι σε επίσημες αίθουσες
δαφνοστεφείς ήρωες
μυθικά πρόσωπα ελάτε.

Οι εξουσίες σήμερα χαϊδεύονται σαν
ερωτιάρες γάτες πάνω στις στέγες μας
οι πρόεδροι ανταλλάσσουν επισκέψεις
οι πατριάρχες πάλι ενθρονίζονται
κάτω από τα νόμιμα κάδρα σας μας περιπαίζουν.
Εγώ έχω μέσα στη θύμησή μου
την ώρα που ανέβαινε το πλήθος στις σκάλες
με τη φωτιά κρατώντας τη μεγάλη ταμπέλα
Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ.
Έχω στη θύμησή μου την ατμομηχανή που έφερε
τη νύχτα τον Λένιν
τον έξαλλο Μαγιακόφσκι που πυροβολούσε
τους υπουργούς
τους φοιτητές αγκαλιασμένους με τους χωριάτες.

Πώς βγήκανε πάλι απ’ αυτή τη φωτιά
ο Κος Διευθυντής
ο διπλωματικός ακόλουθος
ο Κος πρέσβυς;
Και τώρα τι πρέπει να γίνει
σ’ αυτό το νεκροταφείο των ονομάτων
σ’ αυτό το νεκροταφείο των λέξεων;

Πώς θα ξαναβαφτίσουμε τις πυρκαγιές
Ελευθερία, ισότητα, Σοβιέτ, εξουσία;

1953

ΕΝ ΓΗ ΑΛΜΥΡΑ
–Νεκρέ, είπε η Στιχομάντισσα,
δύσκολο θάνατο έχεις να διαβείς
Απ’ το βασίλειο της Μνήμης φεύγοντας
μακρυά θα πορευθείς περιπλανώμενος
γυρεύοντας το Τι.
Βλέπω στις ερημιές να σου χυμούν ρεκάζοντας τέρατα απαντήσεις
να σου κατασπαράξουν το αίνιγμα
ώσπου να φτάσεις κάποτε
στη χώρα που την κατοικούν οι αντιλέξεις
Τόσο πυκνές που έλκουν πίσω και ρουφούν το νόημά τους
Καμμιά απολύτως μαρτυρία δεν έχουμε για αυτές

Και δεν αρκεί να ονοματίσεις κάτι για να υπάρξει

1996

Δεν υπάρχουν σχόλια: