8/10/17

«Τεχνική» ή «πνεύμα»;

Γιώργος Γυπαράκης, Self Phone , 2012, εποξειδική ρητίνη, μαρμαρένια θραύσματα και δοχεία νερού, 140 x 45 x 45 εκ.


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ

Τα εγχώρια Λεξικά μπορεί πράγματι να τοποθετούν ως «αποδεκτό για πρώτη φορά» το 1934, στα αγγλικά και γαλλικά, τον όρο «τεχνοκρατία». Ένας από τους εισηγητές όμως της «technocracy» στη γλώσσα μας είναι ο Φίλιππος Ραφαήλ, δηλαδή ο Κ.Θ. Δημαράς που αρθρογραφεί στο νεότευκτο περιοδικό Ιδέα (Απρίλιος 1933,274), όπως θα διαπιστώσουμε αμέσως παρακάτω.
Ας μου επιτραπεί να ανατρέξω στη συμβολή μου στο αφιέρωμα: Μνήμη Σάκη Καράγιωργα (1988, 345-357) που τιτλοφορήθηκε: «Η πρόσληψη των ιδεολογημάτων της ‘technocracy’ στην Ελλάδα», χωρίς να παραλείψω τις συναφείς εργασίες μου που προηγήθηκαν (1979 και 1985). Αν μνημονεύω μόνο αυτό το δημοσίευμα, είναι γιατί τώρα επιχειρείται η μετονομασία της κεντρικής πλατείας του Πύργου που φέρει το όνομά του συναδέλφου. Με τον Σ. Καράγιωργα, τον Ιούνιο του 1985 στα Χανιά, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων εγκαινίασε τη σειρά συνεδρίων: «Προβλήματα σοσιαλισμού», δηλαδή δυο μήνες πριν τον χάσουμε. Πάντως στον Δ΄ τόμο της Σοσιαλιστικής σκέψης (1994) καταχωρίζονται τα πρώτα του δημοσιεύματα, ιδίως στα περιοδικά Νέοι Δρόμοι και Νέα Οικονομία (1966), τα οποία έχουν ενδιαφέρον και για την τωρινή «συγκυρία».

Χωρίς να επιστρέψω στον Th.Veblen ή λίγο νωρίτερα στον W. Smyth (1919) επαναλαμβάνω ότι οι όροι «technocracy» και «technocrats» εμφανίσθηκαν για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την περίοδο έναρξης του μεσοπολέμου, όταν ο φιλελευθερισμός αμφισβητείται τόσο από τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις της ηττημένης Γερμανίας όσο και από τις επαναστατικές εστίες της «Κομμουνιστικής Διεθνούς». Όταν δηλαδή η κρίση των πολιτικών φορέων της ιδεολογίας της προόδου αντιμετωπίζεται με το πρίσμα είτε του «ολοκληρωτικού κράτους», που ενεργεί στο όνομα του «έθνους», είτε του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, που τελείται με μοχλό την «εργατική τάξη», προτάσσονται οι «τεχνοκράτες» ως ειδικοί για την επιτάχυνση της τεχνολογικής ανάπτυξης και την «ορθολογική» διαχείριση της καρποφορίας της. Μάλιστα η θέση της «τεχνοκρατίας» ενισχύεται με την οικονομική κρίση του 1929 που προκάλεσε την πολιτική του «New Deal» και νομιμοποίησε τον αυξανόμενο κρατικό παρεμβατισμό στην εκδίπλωση των λειτουργιών του βιομηχανικού κεφαλαίου. Στην Ελλάδα οι αρχικές συζητήσεις για την «technocracy» παρατηρούνται αμέσως μετά την άνοδο του Roosevelt στην εξουσία. Με το άρθρο αυτό, θα επιχειρήσω να ανιχνεύσω τις εγχώριες, που τροφοδοτούνται βέβαια με ποικίλους τρόπους από τη διεθνή συγκυρία, δυνατότητες για την πρόσληψη της ιδεολογικής της κατασκευής.

Μια από τις πρώτες μαρτυρίες για την ελληνική απόδοση του όρου “te-chnocracy" ανήκει στον Κ.Θ. Δημαρά, όταν τον Απρίλιο του 1933 σχολιάζει σύντομα το νέο αυτό «σύστημα» που υπόσχεται την αποτελεσματική εφαρμογή των «τεχνικών μέσων» για την κατοχύρωση της ανθρώπινης ευημερίας και για τούτο προβάλλεται ως εναλλακτική λύση τόσο στην «κεφαλαιοκρατία» όσο και στο «σοσιαλισμό» και τον «κομμουνισμό» (1933: 274). Το σχόλιο περιλαμβάνεται στην τακτική συνεργασία του Δημαρά με το περιοδικό Ιδέα που εκδίδεται τον Ιανουάριο του 1933 για να καταπολεμήσει, όπως τονίζεται στο κείμενο των προγραμματικών του αρχών, τις «υλιστικές» και «αιτιοκρατικές» θεωρίες που αρνούνται την «ελευθερία» και την «ατομικότητα» και τοποθετούν την πρόοδο στη «μηχανική» επενέργεια «τυφλών δυνάμεων που ξεφεύγουν από κάθε ανθρώπινη επίδραση». Με τη διευκρίνιση ότι αυτή η «ανόρθωση του ιδεαλισμού» δεν υπονοεί τη δικαίωση της «αδικίας» του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος, το περιοδικό συνηγορεί σε μια «βαθιά κοινωνική αλλαγή» που θα επιτευχθεί χωρίς να θυσιασθεί η «πνευματική και ηθική κληρονομιά των αιώνων» (1933: 1-3). Ένα από τα μέλη της συντακτικής επιτροπής της Ιδέας, ο Γιώργος Θεοτοκάς, μνημονεύοντας την πρόταση της εφημερίδας Εστία να παραμερισθούν οι «παλαιοκομματικές» παρατάξεις του βενιζελισμού και του αντιβενιζελισμού για να επικρατήσει η «τρίτη κατάστασις», μολονότι διακρίνει «κάποιο φασιστικό ύφος αρκετά καθαρό», προτείνει να δημιουργηθεί μια κίνηση «πραγματικά νέα», με στρατηγική σύλληψη την «πιο λογική ρύθμιση της λειτουργίας των οικονομικών δυνάμεων» που θα εξασφαλίσει την «κοινωνική ισότητα» (1934: 57-61). Ο Γιάννης Οικονομίδης, μέλος κι αυτός της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού, εναποθέτει αυτό το καθήκον στους διανοούμενους που αντιπροσωπεύουν το «πνεύμα», την πηγή «κάθε αλήθειας και δύναμης», όπως ήταν οι «πραγματοποιοί» Λένιν και Mussolini (1934: 1-10, 62-75).
Αυτός ο αντιστραμμένος τεχνοκρατισμός, με την πρόταξη των «ειδικών» της πνευματικής ζωής, επισημαίνεται σε ευρύ φάσμα διανοουμένων που αρχίζει από τις παρυφές του Κόμματος Φιλελευθέρων, όπως συνέβαινε με τους κυριότερους συνεργάτες της Ιδέας, και τερματίζει σε άκρους συντηρητικούς κύκλους που εκφράζονται με το περιοδικό Επιστημολόγος, προτρέποντας τη δημιουργία «Ενιαίου Εθνικού Μετώπου» για την αποσόβηση της φθοράς των αρμών του «έθνους» (Φωκίων [=Δημάρατος Ι.Φ.] Οκτ. 1934: 543/544). Μια αξιοπρόσεχτη τάση του αντιστραμμένου τεχνοκρατισμού, που κηρύσσει το «διμέτωπο» εναντίον των μαρξιστών και των «σχολαστικών», μορφοποιείται από το Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών που διατείνεται ότι ο «εξωτερικός πολιτισμός» («ZiviIisation», με θετική μνεία του Spengler) ταυτίζεται με την «παρακμή» και ότι η «αποκλειστική» ώθηση της τεχνικής εμποδίζει την «ακεραίωση του ανθρώπου». Προς την ίδια την κατεύθυνση, με ευκρινή όμως θρησκευτική ταυτότητα, στρέφεται και το βραχύβιο περιοδικό Κοσμοθεωρία που εναντιώνεται στον «οσημέραι θνήσκοντα υλισμόν» με τα επιχειρήματα της «αξιολογικής φιλοσοφίας» και της «φιλοσοφίας του πολιτισμού» για τη διάσωση του «αφθάρτου περιεχομένου του πνευματικού βίου της ανθρωπότητος» (Λούβαρις 1931: 5-12).
Σε διαρκή αντιπαράθεση προς την τυπική εκδοχή της «technocracy» και τον σύστοιχο αντιστραμμένο τεχνοκρατισμό, με την ανίχνευση των κοινωνικών και πολιτικών διεργασιών που προϋποθέτει η διάδοσή τους, βρίσκονται φορείς –μορφοποιούνται με τη σειρά τους στην έκδοση περιοδικών και συνιστούν δείκτες συλλογικών νοοτροπιών– του αντίπολου που, παρά την εύλογη έλλειψη πολιτικής σύμπνοιας, στρέφονται προς τον ίδιο στόχο για να τρώσουν την αξιοπιστία της πρότασής του για την υπερνίκηση της κρίσης. Το ΚΚΕ, σε μια περίοδο που η ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης αποφασίζει την εκ των άνω γρήγορη εκβιομηχάνιση και κινητοποιεί τους ειδικευμένους εργάτες («ουντάρνικοι») για την ποιοτική βελτίωση της εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας, εκλαϊκεύει τη θέση του Στάλιν για τη δραστηριοποίηση του «διανοούμενου τεχνικού πυρήνα» στην αναδιάρθρωση της παραγωγής (29 ώς 31-10-1931:1/2, Ρουμπινστάιν 4-11-1931: 1/2). Η Κομμουνιστική Επιθεώρηση, με κείμενο σοβιετικού αρθρογράφου, ασχολείται με την απαρχή του ιδεολογήματος της «τεχνοκρατίας», δηλαδή με τις αντιλήψεις του Veblen που αντικαθρεφτίζουν τις «πρώτες αντιδράσεις» για τη ρωσική επανάσταση και την απαίτηση της «εξουσίας των τεχνικών» να τεθεί η τεχνική στην υπηρεσία της ανθρωπότητας, χωρίς «βίαιη» εξάλειψη του σημερινού «κοινωνικού συστήματος», όπως προσδοκά η ανήσυχη μικροαστική τάξη και οι «τεχνικοί διανοούμενοι» της «πιο προοδευμένης» καπιταλιστικής χώρας. Αντίθετα, στην ΕΣΣΔ, όπου ο Λένιν και ο Στάλιν «ανέπτυξαν» τη διδασκαλία του Marx, έχουν γεννηθεί οι «νέοι άνθρωποι» και η «νέα τεχνική» των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής (Ρουμπινστάιν 15-4-1933: 39-44).

Ο Π. Νούτσος είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής φιλοσοφίας στο Παν/μιο Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: