18/6/17

Ιστορίες τεσσάρων φίλων

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ

HANYA YANAGIHARA, Λίγη Ζωή,Εκδόσεις Μεταίχμιο

Σε αμηχανία φοβάμαι ότι θα βρεθεί ο Έλληνας αναγνώστης κι ο Έλληνας κριτικός απέναντι σε αυτό το μυθιστόρημα. Κι αυτό για πολλούς λόγους.
Ένα τέτοιο βιβλίο δεν υπήρχε περίπτωση να βρει εκδότη στην Ελληνική αγορά, ακόμα κι εάν πλήρωνε ο συγγραφέας κι επομένως είναι κάτι ασυνήθιστο κι εξωτικό για τον Έλληνα αναγνώστη. Πρώτον, λόγω μεγέθους (890 σελίδες στην Ελληνική μετάφραση). Δεύτερον,  λόγω θεματολογίας. Οι ιστορίες τεσσάρων φίλων από το Πανεπιστήμιο, εκ των οποίων κάποιοι είναι gay, δεν υπόσχονται κάποια συγκλονιστική δράση και πραγματικά δεν την δίνουν. Τρίτον, λόγω της σχεδόν παντελούς έλλειψης κάθε ερωτικής ιστορίας. Οι ερωτικές σχέσεις, όπου υπάρχουν, αφορούν ομοφυλόφιλους και εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο που, όπως φαίνεται, εντάσσει όλα της τα γραπτά η Yanagihara, αυτό δηλαδή της παιδικής κακοποίησης. Τέταρτον, λόγω της αφόρητης πολλές φορές φλυαρίας, που οδήγησε ακόμα και τον επιμελητή της Αμερικάνικης έκδοσης μάταια να της προτείνει να κόψει το 1/3 των σελίδων.  Και πέμπτον, λόγω της συναισθηματικής υπερβολής, η οποία, σύμφωνα με συνέντευξη της συγγραφέως, ήταν και στόχος του πονήματος, ωστόσο δίνει μια χροιά άρλεκιν στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα και φέρνει στο νου το «χωρίς οικογένεια» του Έκτορος Μαλό ή άλλα συγκινησιακά βιβλία περί παιδικής κακοποίησης.
Η περίληψη των 900 μεγάλων σελίδων είναι μια πολύ εύκολη υπόθεση, αφού αυτά που συμβαίνουν στην διάρκειά τους είναι ελάχιστα. Τέσσερις νέοι γνωρίζονται και γίνονται φίλοι. Έχουν όλοι υψηλές φιλοδοξίες και στο τέλος, ως εκ θαύματος, όλοι δικαιώνονται. Ο ένας γίνεται σπουδαίος ηθοποιός, ο άλλος διάσημος ζωγράφος, ο τρίτος τρομερός αρχιτέκτονας κ.ο.κ., αφήνοντας σε εκκρεμότητα το ερώτημα, αφού στην Αμερική όλοι πετυχαίνουν στα ευγενή επαγγέλματα που επιλέγουν, πού βρίσκονται όλοι εκείνοι που κάνουν κατώτερες δουλειές, οι εργάτες οι ελαιοχρωματιστές  και ποιοι είναι αυτοί που αποτυγχάνουν σε μια χώρα τόσο απόλυτης επιτυχίας. Ο Τζούντ, ο βασικός πρωταγωνιστής, αποκαλύπτεται ότι κακοποιούνταν από κάποιον ιερέα παραχρισιανικής ή χριστιανικής οργάνωσης και τα πολλαπλά ψυχολογικά του προβλήματα τον οδηγούν να «κόβει» τον εαυτό του, ιδέα που χρησιμοποίησε και η Τζίλιαν Φλιν στο καλύτερο βιβλίο της, τα «Αιχμηρά αντικείμενα». Στο τέλος o Τζούντ τα φτιάχνει με τον Μάλκομ, μεγαλώνουν κι ο Τζούντ πεθαίνει.

Ο κυριότερος λόγος της αμηχανίας του αναγνώστη και του κριτικού, είναι ότι, παρ’ ότι το μυθιστόρημα είναι φλύαρο, παρ’ ότι είναι βαρετό, παρ’ ότι δεν έχει δράση, παρ’ ότι φλερτάρει με το άρλεκιν, παρ’ ό,τι το story θυμίζει μεξικάνικη τηλεοπτική σειρά, παρ’ ότι ασχολείται με κοινοτοπίες, είναι ένα καλό μυθιστόρημα. Αυτό είναι τελικά το παράξενο. Ένα βιβλίο που παραβιάζει κάθε αφηγηματική θεωρία, που μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς αποφυγήν σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής, τελικά είναι ένα καλό βιβλίο. Γιατί; Πολύ δύσκολο να εξηγήσει κανείς.

Ίσως επειδή η δεξιοτεχνία της Yanagihara στην εκτεταμένη φόρμα δημιουργεί ένα αφηγηματικό κλίμα μέσα στο οποίο η φλυαρία γίνεται συγγραφικό στυλ κι οι ανούσιες ιστορίες των ηρώων αποκτούν υφολογική γοητεία. Ίσως γιατί η συγγραφέας επιτυγχάνει ένα έντονο contrast ανάμεσα στην αρχική, βαρετή, ήσυχη ζωή των ηρώων της με τις τραγικές ιστορίες που κρύβονται από πίσω, ειδικά όσον αφορά στον βασικό πρωταγωνιστή, τον Τζούντ, οι οποίες αρχίζουν να αποκαλύπτονται μετά το πρώτο ένα τρίτο ή μισό του βιβλίου, όταν ο ανύποπτος αναγνώστης έχει εμπλακεί σε ένα κυκλικό αφήγημα φοιτητικών ιστοριών. Ίσως γιατί ακριβώς αυτή η συναισθηματική υπερβολή, που αποτελεί ρεύμα στην αγγλόφωνη λογοτεχνία, έχει δημιουργικό υπόβαθρο και αποκαλύπτει κρυμμένες πτυχές στον εσωτερικό κόσμο του αναγνώστη. 

Μάρω Φασουλή, Unknown Relatives, 2017, αρχιτεκτονικά σχέδια, 120 x 140 x 220 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: