22/11/15

Ψυχές μαραγκιασμένες

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ



ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΜΟΣΧΟΣ, Η αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες, Εκδόσεις Κίχλη, σελ. 64

«Ψυχές μαραγκιασμένες» όχι βέβαια «από δημόσιες αμαρτίες» αλλά από τη μοίρα τους την ίδια και από τη θύμηση μιας ζωής που, παρά τις δυσκολίες της και τη σκληρότητά της, άφησε υλικό για τη σύνθεση εικόνων ικανών να τους στέρξουν μετά από χρόνια στη μοναξιά τους, αποτελούν τα πρόσωπα των ιστοριών του Ηλία Παπαμόσχου. Άνθρωποι θύματα του χρόνου που σαν χώμα του σκέπασε· απομεινάρια ζωής που, όσο κι αν πεισματικά εξακολουθεί να «κυλάει» δεν ηχεί παρά σαν μνήμη και αν, αφού ο θάνατος ενεδρεύει ως συμβάν συντελεσμένο ή επικείμενο και ως διάχυτη αίσθηση· ενεδρεύει παντού, σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας ανθρώπων απλών που ο καθένας διατηρεί, στη ζωή ή στη μνήμη του αφηγητή, την αυθεντικότητα και την ατομικότητά του.
Ψυχές μαραγκιασμένες κι όμως ανθηρές, παρά το μαράγκιασμά τους· ζωές απρόσβλητες οι περισσότερες από τον ισοπεδωτικό αέρα της παραδομένης στην τύρβη των πραγματικών ή των επίπλαστων αναγκών πόλης· που πατούν σεβαστικά τη γη που τους «ανέχεται» και τους «αντέχει» και τη ρυμοτομούν με τις καθημερινές του αγωνίες, τα φανερά και τα κρυφά τους πάθη, τους εξομολογημένους και τους ανομολόγητους καημούς τους. Τέτοια είναι τα πρόσωπα -δεν τολμώ να πω οι ήρωες- των ιστοριών του βιβλίου, που η ζωή τους διαδραματίζεται εν σιωπή και σχεδόν ερήμην τους σε έναν τόπο γεωγραφικά -θα τολμούσα να πω πατριδογνωστικά-, συναισθηματικά και με αγάπη περιχαρακωμένο, με εναλλασσόμενες πτυχές της φύσης -ανάλογα με τις ανάγκες της αφήγησης- να δημιουργούν τον απαραίτητο κάθε φορά ζωντανό σκηνικό διάκοσμο και, κατ’ επέκταση, την απαραίτητη κάθε φορά ατμόσφαιρα.

Σε όλα σχεδόν τα διηγήματα του βιβλίου ο αφηγητής λειτουργεί μεγεθύνοντας και, παράλληλα, ακινητοποιώντας εικόνες της παρελθούσας και της τρέχουσας καθημερινότητας απλών, ταπεινών, ανθρώπων, με τρόπο που να δίνεται διάσταση πρωταγωνιστική σε γεγονότα, καταστάσεις, πράξεις και συμπεριφορές που, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα πέρναγαν εντελώς απαρατήρητες. Κι απ’ αυτή την άποψη θα μπορούσε να πει κανείς ότι λειτουργεί σαν ένας αθέατος, εν ακινησία περιφερόμενος παρατηρητής σκηνών ζωής, παρατηρώντας και καταγράφοντας όλα όσα έτυχε να υποπέσουν στην αντίληψή του ή να κρατηθούν με φυσικότητα και απλότητα στην ασκημένη όσο και ευαίσθητη μπροστά στα συμπτώματα της ψυχικής δυσπραγίας και ταπεινότητας μνήμη του.  
Εκτός από τα πρόσωπα, βέβαια, ένας άλλος, βασικότερος ίσως πρωταγωνιστής είναι ο θάνατος και οι υπαγορευόμενες από την έλευση ή την αναμονή του πράξεις και συμπεριφορές· ο θάνατος και μια αδιόρατη αλλά πάντα παρούσα αίσθηση φθοράς τόσο ισχυρή, που συχνά τον κάνει να φαίνεται λιγότερο οδυνηρός. Θάνατος, φθορά και νοσταλγία, πρόσωπα αμετάκλητα απόντα κι όμως που πεισματικά διεκδικούν να αποκτήσουν εκτόπισμα -φυσικό ή συναισθηματικό αδιάφορο- στο αφηγηματικό παρόν του αφηγητή. Ο οποίος ανταποκρίνεται με αγάπη, προσήνεια και τρυφερότητα, προκειμένου να ανασυστήσει μια πραγματικότητα σκόρπια, σαν επιχειρώντας να ανασυνθέσει τα διάσπαρτα κομμάτια ενός ζωτικής, υπαρκτικής, σημασίας γι’ αυτόν παζλ, η συγκρότηση του οποίου απεικονίζει έναν κόσμο διακριτικά σκεπασμένο από την αχλή μιας διάθεσης νοσταλγικής και συνάμα αγαπητικής για ότι χάθηκε ανεπιστρεπτί και ο αφηγητής αισθάνεται την υποχρέωση, το ηθικό χρέος, να συγκρατήσει και να εναποθέσει, σαν πολύτιμα τιμαλφή ψυχής, στο πεδίο της γραφής, όπου όλα μπορεί να ανασυσταθούν και να γίνουν ένα ανεξάληπτο παρόν.

Οι αφηγηματικοί τρόποι που μετέρχεται ο Ηλίας Παπαμόσχος είναι μάλλον ηθογραφικών προδιαγραφών, αποκτούν ωστόσο μιαν άλλη, συχνά γοητευτική, πρωτογενή ποιητική υφή, εξαιτίας του εντελώς αδιαμεσολάβητου τρόπου με τον οποίο αναπτύσσονται κι ακόμα, ίσως επειδή ο γνήσιος ψυχικός κραδασμός που διαπερνά τον λόγο, τον κάνει να ακούγεται λιγότερο αντικειμενικός, σαν να διαβρώνεται η απόσταση ανάμεσα στον αφηγητή και τα αφηγούμενα και ο χρόνος να αποκτά μιαν ιδιάζουσα και αφηγηματικά-ποιητικά δραστική ενεστωτική ιστορικότητα. Την παρείσφρηση του ποιητικού στοιχείου, εξάλλου, ομολογεί και ο ίδιος ο συγγραφέας, όταν σημειώνει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του: «Οι ιστορίες αυτού του βιβλίου επιχειρούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στον πεζό και τον ποιητικό λόγο, ανάμεσα στην περιγραφικότητα του πεζού λόγου και την πυκνότητα του ποιητικού».

Δεν υπάρχουν σχόλια: