ΤΟΥ
ΝΙΚΟΥ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΕΡΙΚΛΗΣ
ΚΟΡΟΒΕΣΗΣ, Στο κέντρο του περιθωρίου, Εκδόσεις
Opportuna,
Πάτρα 2015
Ενενήντα
έξι μικρά κείμενα, δημοσιευμένα αρχικώς στην εβδομαδιαία στήλη της Εφημερίδας των συντακτών, από το πρώτο
φύλλο της κυκλοφορίας της, την 17η Νοεμβρίου του 2012, έως και τον
Νοέμβριο του 2014. Η λογική του βιβλίου: ένας ενιαίος αφηγηματικός ιστός, μία
ολοκληρωμένη κειμενική αφήγηση, η ένταξη του εβδομαδιαίου και άκρως επίκαιρου
υπό εξιστόρησιν συμβάντος από τον ζωτικό λόγο της εφημερίδας σε μία συμπαγή πλέον
γραφή. Κείμενα τα οποία αποσπώνται από το φυσικό τους περιβάλλον διατηρώντας ωστόσο
ακέραιη την φυσικότητά τους, και εξ αυτού, στην χρονική τους ακολουθία, δύνανται
να διατηρηθούν στην συλλογική μνήμη ως μία μορφή αφήγησης της ιστορίας.
Αρχικά,
ο τίτλος της στήλης και ακολούθως του βιβλίου: «Στο κέντρο του περιθωρίου». Μια
θεμελιακή αμφισημία, δηλωτική του τρόπου με τον οποίο δομείται ένας δημόσιος
λόγος, εντός και εκτός ενός συστήματος αναφοράς. Λόγος από θέση περιθωριακή,
στον αντίποδα της κατασκευής της κυρίαρχης ιδεολογίας από τις κατά τεκμήριο
θεσμισμένες μορφές παραγωγής του εξουσιαστικού λόγου, και συνάμα λόγος από ένα
κέντρο, ήτοι εκ της ιδίας της κανονικότητας της περιθωριακής του συγκρότησης.
Εν ολίγοις, ένας λόγος ο οποίος καθιστά την ίδια του την περιθωριακότητα ένα
κεντρικό πολιτικό συμβάν, με κοινωνική προσαγόρευση, διατηρώντας ωστόσο ακέραια
την ασύγκριτα υποκειμενική του λογική.
Για
την πρόσβαση στα κείμενα αυτά η επίκληση ενός εννοιολογικού εργαλείου, κληροδοτήματος
του δασκάλου του Κοροβέση στο Παρίσι, του Ρολάν Μπαρτ: του μύθου και της μυθολογίας.
Οι Μυθολογίες ήσαν κάποια εξ ίσου μικρά
κείμενα, τα οποία συνέγραψε ο Μπαρτ από το 1954 έως το 1956, καθώς βίωνε μια
δυσφορία για τον τρόπο με τον οποίον ο τύπος, η τέχνη και εν γένει ο κοινός
νους περικάλυπταν την πραγματικότητα: μία πραγματικότητα σαφώς μεν πραγματική,
της οποίας ωστόσο έλλειπε η ιστορική διάσταση. Το αίτημά του; Να συλλάβει εκ
νέου, μέσα από την επιδεικτική έκθεση του συμβάντος το οποίο ήταν ολοφάνερο,
την ιδεολογική κατάχρηση την οποίαν έκρυβε εντός του.
Όθεν
και η έννοια του κατά Μπαρτ μύθου: ένας απολιτικοποιημένος λόγος, ένας λόγος ο οποίος
έχει κλαπεί από το υποκείμενο, καθώς ο μύθος τού έχει κλέψει την γλώσσα και την
σημειολογική της παραδοξότητα, και του την έχει επιστρέψει υπό την μορφή
πλήρους νοήματος. Ένας λόγος ο οποίος μεταμορφώνει την ιστορία σε φύση,
καταργεί την υποκειμενικότητα και την μετατρέπει σε αντικειμενικότητα, απισχναίνει
κάθε διαλεκτική πέρα από το άμεσα ορατό, οργανώνει έναν κόσμο δίχως αντιφάσεις,
θεμελιώνει μία λειτουργική απόλυτη σαφήνεια, καθαγιάζει την ταυτολογία, πολιτικοποιεί
την ποιότητα, διαπιστώνει και δεν εξηγεί. Εν ολίγοις, ένας λόγος κατασκευαστικός,
ο οποίος διαμορφώνει έναν κόσμο από τον οποίο λείπει ο Άλλος, η έννοια της
ετερότητας, καθώς η κάθε διυποκειμενική πρακτική περιχαρακώνεται στον
ναρκισσιστικό εγκλεισμό του ιδίου του υποκειμένου και ο Άλλος καθίσταται ένα
έτερο εγώ.
Και
η λύση; Η μυθοποίηση του μύθου, η κλοπή του μύθου με τα δικά του μέσα. Εκ της
πράξεως της μυθολογίας η σύσταση μιας άλλης μυθολογίας, η θεμελίωση του μύθου
του μύθου, η ενεργοποίηση μιας πράξης κλοπής: αφού ο μύθος κλέβει την γλώσσα,
γιατί να μην κλέψουμε και εμείς τον μύθο; Στο συγκείμενο αυτό και τα μικρά κείμενα
του συγγραφέα Κοροβέση. Η μυθολογία τους σύμπασα εμπεριέχεται σε δύο κεφαλαιώδη
προτάγματα από την εισαγωγή του βιβλίου: «πολιτική αρθρογραφία» και «χρονικό
των μεταλλάξεων του καπιταλισμού των τελευταίων δεκαετιών».
Πράγματι,
μία πολιτική αρθρογραφία. Ήτοι η συγκρότηση ενός αμιγώς πολιτικού λόγου, μιας
κοινωνικής αφήγησης διερχομένης από την αριστερή σκέψη, πέρα ωστόσο από την κομματική
αριστερά —είτε κυβερνώσα (αντιπολίτευση για το διάστημα εκείνο) είτε όχι— ως
ιστορικό τελεστή και διαμορφωτή μιας πολιτικής ιδεολογίας· η εκτύλιξη μιας
ενιαίας πολιτικής σκέψης, στην βάση της αριστερής ρητορικής, αλλά πρωτίστως αναδεικνύοντας
τις αδυναμίες ή την ανεπάρκεια του ιδίου του αριστερού λόγου, ως έκφραση ενός
πολιτικού μηχανισμού, να αποτελέσει τον φορέα ιδεατής διαχείρισης ενός συλλογικού
ως προς την βάση κοινωνικού αιτήματος: «Πού είσαι νιότη-Σύριζα, που έδειχνες
πως θα γινόσουν άλλος;».
Προσέτι,
η εξιστόρηση των διεργασιών της καπιταλιστικής μετάλλαξης, η διεξοδική
αποτύπωση της μυθολογικής κατασκευής της πραγματικότητας. Ο Κοροβέσης γράφει
για την πραγματικότητα, για την πραγματικότητα της καθημερινότητας, για το
ατομικό καθημερινό συμβάν, το οποίο ωστόσο έχει μια δηλωτική κοινωνική αξία και
μία συλλογική προτεραιότητα, καθιστώντας ούτως απολύτως σαφές πως το συμβάν
αυτό είναι πρωτίστως ένα πολιτικό γεγονός: είτε πρόκειται για την Συρία και την
Γάζα είτε πρόκειται για την οικολογική καταστροφή του πλανήτη και τον φασισμό
είτε πρόκειται για τον καυλό και τον Σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή, όλα τούτα
αποτελούν αμιγώς πολιτικά συμβάντα, αναδεικνύουν μία γλώσσα κρυμμένη πίσω από
τον μύθο, η οποία απαιτεί να καταλάβει εκ νέου την πρωταρχική της θέση.
Και
χρέος του συγγραφέα Κοροβέση, στην ψυχαναγκαστική επιτακτικότητα της
εβδομαδιαίας συμβολής του στον διάλογο με τον αναγνώστη μέσα από την εφημερίδα,
είναι να αποκαλύψει την κλοπή την οποίαν έχει επιτελέσει ο μύθος, να
τοποθετήσει την γλώσσα εκ νέου στην πρωταρχική της διάσταση, στο πολιτικό της
συγκείμενο, να αντιμετωπίσει ο ίδιος την πράξη της κλοπής με την ως άνω περιγραφείσα
κλοπή της κλοπής: να κλέψει τον μύθο μέσω ενός άλλου μύθου, ήτοι να
αντιπαραθέσει στην δικτατορία του αυτονόητου την διαφορετική θέαση του
εμφανούς.
Ως
μέρος του μύθου και ο ίδιος ο συγγραφέας Κοροβέσης, φορέας της πολιτικής του ιστορίας,
των βασανιστηρίων και των κινημάτων, της ενεργούς πολιτικής σκέψης όπως
επεχείρησε να την ζωντανέψει ακόμη και μέσα από τον κοινοβουλευτισμό, γνωρίζει
πολύ καλά την τέχνη της κλοπής της κλοπής: είτε γράφει για τους Ανθρωποφύλακες είτε για τις Παράπλευρες καθημερινές απώλειες είτε
και για το Κέντρο του περιθωρίου
γνωρίζει πλέον απόλυτα, ως συγγραφέας, να απενοχοποιεί τον αναγνώστη ο οποίος
καταναλώνει τον μύθο, να του επαναπροσδίδει την πολιτική του ταυτότητα την
οποίαν του στερεί ο μύθος της πολιτικής —πρωτίστως ο μύθος της αριστεράς— και τούτο μέσω μιας αμιγώς διυποκειμενικής
διεργασίας.
Ο
συγγραφέας Κοροβέσης μοιράζεται τα κείμενά του αυτά στην εφημερίδα με τον
αναγνώστη, τα συζητά πριν από και μετά την συγγραφή τους, δοκιμάζει
αντιδράσεις, ακούει ενστάσεις, επιθυμίες, ευχές. Δεν γράφει αντί του αναγνώστη,
δεν προσφέρει απλώς μία σκέψη προς υιοθέτηση, δεν κατασκευάζει, επί ενός
φαντασιακού άξονα, ένα ιδεατό υποκείμενο της γραφής, προσφερόμενο προς ταύτιση
με τον ίδιο τον αναγνώστη, ο οποίος μέσω του συγγραφέα της διαμαρτυρίας θα
μπορούσε να περιχαρακώσει οποιαδήποτε εγγενή του τάση για διαμαρτυρία, ήτοι να
σκέφτεται και κυρίως να δρα μέσω του Άλλου και ούτως να απενοχοποιείται για την
δική του αδράνεια· τουναντίον, ο συγγραφέας Κοροβέσης διαμορφώνει ένα πεδίο
διυποκειμενικότητας πέρα από την ταύτιση, καθώς απλώς προτείνει, δεν επιλύει,
δημιουργεί μία γραφή ακέραιη αλλά με τομές, με οπές, εντός της οποίας ο ίδιος ο
αναγνώστης καλείται να εγγράψει αφ’ εαυτού την δική του προθετικότητα.
Εν
ολίγοις, με το βιβλίο αυτό, όπως και με το σύνολο της γραφής του, ο Κοροβέσης
προσφέρει στον αναγνώστη την δυνατότητα να συγγράψει ο ίδιος την δική του
ιστορία, να τελέσει το δικό του πολιτικό συμβάν, ως μέρος του μύθου και αυτός, κατοχυρώνοντας
αλλά και συνάμα αποστασιοποιημένος από την ίδια του την περιθωριακότητα.
Ο
Νίκος Παπαχριστόπουλος είναι ψυχολόγος, ψυχαναλυτής
Άνιση συμμετρία- Διπλό πορτραίτο Φρυσίρας- Pasieka, 2011, ινδική μελάνη σε χαρτί, 34 x 110 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου