19/4/15

Γιορτές των απουσιών

Ακόμη ένα Πάσχα, σκέφτηκε ο ερημίτης. Οι μνήμες του τούτο το Πάσχα γυρνούσαν στις στιγμές που σημάδεψαν την ζωή του. Από την άνοδο στον Γολγοθά και το ατένισμα στο πρόσωπο του ληστή, που όπως σκέφτηκε ο ερημίτης είναι ο μόνος που ξέρει ότι θα είναι στον Παράδεισο. Παράξενο δεν είναι άραγε τούτο; Θυμόταν τις στάλες από το αίμα του Ιησού. Ύστερα, χρόνια μετά, ένα άλλο Πάσχα στο Παρίσι.  Τότε που η Μαγδαληνή είχε αλλάξει πρόσωπο και του θύμιζε μια ύστερη φίλη του. Μια φίλη που του είχε χαράξει εντός του την έννοια του πόνου και της απουσίας. Είχε μάθει πια να ζει με αυτά. Μετά, στην Πράγα, ένα άλλο Πάσχα που συνδαιτημόνες του ήταν τρυφεροί τσιγγάνοι με τα βιολιά τους. Σε μια εκκλησία στη Ρώμη μαζί με τους αδελφούς καθολικούς είχε γονατίσει για να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων ανήμερα του Θωμά. Είχε διαλέξει τότε να πάει σε εκκλησία καθολική για να ακούσει το εκκλησιαστικό όργανο. Μαζί του τότε ένα μικρό παιδί, εραστής του σινεμά, αυτού του νεορεαλιστικού ιταλικού σινεμά, ήθελε να τον τραβήξει κατά την Σικελία.
Οι τόποι και οι άνθρωποι σήμαιναν πάντα. Αυτό είχε μάθει στα χρόνια της μοναχικότητάς του. Ακόμα και οι σκιές τους που υποδηλώνουν την αδιόρατη παρουσία τους. Ω γλυκύ μου έαρ… σαν γάργαρο νερό ξεπήδησε από μέσα του ο ψαλμός, που έδει σου το κάλλος… σκόρπιες φράσεις μιας ποίησης ανυστερόβουλης, μιας ποίησης λυτρωτικής, σιωπηλής, πενθούσας και αναστάσιμης. Σκεφτόταν για τον "άπιστο" τον Θωμά που ήθελε να βάλει το χέρι του πάνω στον τύπο των ήλων. Ποια ανειρήνευτη μάχη τον ωθούσε να υπερασπιστεί τον ορθό λόγο; Να μην αφεθεί στο θαύμα. Ήταν αυτό το ηρωικό του ανθρώπου, που έλεγε στον Θεό, αφού με έφτιαξες ελεύθερο τότε εγώ θα αποφασίσω τι θα πιστέψω και πώς; Ας είναι. Τον αγαπούσε τον Θωμά. Όπως και την Μαγδαληνή, αλλά και τον ληστή.

Ήταν καιρός να πάει κατά τον εσπερινό. Στην Μονεμβασιά είχε αποφασίσει να πάει. Εκεί από το κάστρο να ατενίσει την θάλασσα, να φανταστεί πως έφτανε μέχρι την Αίγυπτο. Αναζητούσε μια χαμένη πνευματικότητα, αυτός ο ηδονιστής που κάποτε έγινε ερημίτης. Γιαυτό το Πάσχα τον βοηθούσε, ή καλύτερα οι μορφές που το συνόδευαν. Κατά έναν τρόπο, ήταν και αυτός άπιστος. Γιαυτό ένοιωθε μια αδελφική αίσθηση με τον Θωμά. Ρηγματώσεις των βεβαιοτήτων ήταν ο Θωμάς. Της ξεκούραστης πίστης. Ακόμα και αν αυτή η ξεκούραστη πίστη είχε σημαδευτεί με έναν σταυρό. Ο Θωμάς επέμενε. Γιατί η ξεκούραστη πίστη δεν αφορούσε τον Ιησού αλλά τους ανθρώπους που τον ακολούθησαν στα μετέπειτα χρόνια. Κατά έναν τρόπο, αυτό ήθελε να πει ο Θωμάς. Για μια άνευρη, άλογη πίστη που θα σημάδευε τους ανθρώπους στο μέλλον και θα γίνονταν πολλοί από αυτούς απόντες από την ζωή.
Όχι, πια αυτοί δεν τον ενδιέφεραν. Εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν οι στιγμές της λησμονιάς. Εκεί στο βράχο. Να προσευχηθεί χωρίς περισπασμούς. Ή μάλλον ως μόνο περισπασμό να δεχτεί την ομορφιά αυτής της ζωής, αυτής της καθημερινότητας. Μαζί με τα φαντάσματά του, μαζί με τις σκιές του. Μαζί με τις μορφές που στροβιλίζονταν μέσα του. Μαζί με τις απουσίες. Αυτές κυρίως. Γιατί καταλάβαινε πως όσο πιο πολλές απουσίες είχε, αυτό σήμαινε ότι ακόμη είχε μνήμες και συναισθήματα, ακόμη δηλαδή ήταν ζωντανός. Ο ήλιος έγερνε κι εκείνος γύρισε προς την εικόνα μιας Παναγιάς που το κόκκινο χρώμα του ήλιου έπαιζε με τα χαρακτηριστικά τής εικόνας. Τα μαλλιά της γίνονταν λίγο ξανθά από το ήρεμο φως του ήλιου και το πρόσωπο πια του θύμιζε ένα πρόσωπο γνωστό, ένα πρόσωπο οικείο. Χαμογέλασε. Και σκέφτηκε πως οι απουσίες σημαίνουν. Έγνεψε προς την αγαπημένη σκιά και άρχισε να κατηφορίζει το στριφογυριστό δρομάκι. Στην πλατεία είχε στηθεί ένα γλέντι και αποφάσισε να συγχρωτιστεί με τους χαρούμενους ανθρώπους και τις μουσικές τους.


ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ 

Chus García-Fraile, A Matter of Faith, 2012, φωτεινό κουτί, αλουμίνιο και χρώμα,
154 x 110 x 4
εκ
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: