1/11/14

Η συγκρότηση του πολιτικού υποκειμένου, απαραίτητος όρος για την επιστροφή…

ΤΗΣ ΤΑΣΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ



Ο τίτλος του θέματος “η επιστροφή της Αριστεράς” που επέλεξαν για το αφιέρωμά τους οι “Αναγνώσεις” προκαλεί και διεγείρει τόσο τις συχνά διαψευσμένες χθεσινές μας βεβαιότητες, όσο και τις αναμφίβολα σοφότερες και γι' αυτό πιο βάσιμα αισιόδοξες σημερινές μας αβεβαιότητες.
Αρχικά είναι πολύ ενδιαφέρον και αναγκαίο κατά τη γνώμη μου να περιγράψουμε –έστω πολύ συνοπτικά – το πώς προέκυψε αυτή η επικαιρότητα του ερωτήματος. Γιατί πρέπει να βεβαιωθούμε πρώτα ότι δεν είναι ένα αυθαίρετο ερώτημα, ώστε στη συνέχεια με αυτή τη βεβαιότητα να καταπιαστούμε με κάτι υπαρκτό, δηλαδή με κάτι που ως υπαρκτό, περιέχει εξ ορισμού δυναμική. Επομένως, με κάτι σύνθετο, αλλά και αντιφατικό. Γιατί έτσι είναι πάντα οι κυοφορούμενες πραγματικότητες. Σύνθετες και αντιφατικές.
Η “πτώση του τείχους” και η κατάρρευση του καθεστώτος του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, σημάδεψαν τη μεγάλη σύγχρονη τομή, στη συνέχεια της ηγεμονίας του παγκόσμιου καπιταλισμού. Η ενιαία διεθνοποιημένη και ανταγωνιστικά “ελεύθερη” αγορά, διεκδικήθηκε ως το απόλυτο δόγμα του ... τέλους της Ιστορίας, του τέλους της πάλης των τάξεων. Η νέα τάξη πραγμάτων φάνηκε να επιβάλλεται χωρίς αντίπαλο. Η Αριστερά –παγκοσμίως, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων– έγινε αμήχανη, αδύναμη, ανεπίκαιρη. Η οργανωμένη πολιτική Αριστερά, στις περισσότερες χώρες ηττήθηκε, αποδομήθηκε, συρρικνώθηκε, διασπάστηκε, περιθωριοποιήθηκε. Το ίδιο λίγο – πολύ συνέβη και με την παραδοσιακή κοινωνική οργάνωση των εργαζομένων, τα Συνδικάτα.
Το κενό ήταν τεράστιο. Αλλά η Ιστορία, όπως και η φύση, δεν αναγνωρίζει ούτε αποδέχεται κενά. Το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα, ήταν η πρώτη αντίσταση. Ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, το ρατσισμό και τον πόλεμο, ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, φώναζαν εκατομμύρια άνθρωποι στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ. Από κει ξαναρχίζει η “επιστροφή”, αν και σημαντικά τμήματα της παραδοσιακής αριστεράς είδαν με επιφύλαξη ή και εχθρικά αυτό το κίνημα. Στην Ελλάδα έγινε το ίδιο. Δεν μπήκαν όλες οι δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς σε αυτό το κίνημα, μπήκαν όμως όλες σχεδόν οι δυνάμεις που στη συνέχεια συγκρότησαν το ΣΥΡΙΖΑ. Τυχαίο;

Έκτοτε η πορεία είχε πολλούς σταθμούς, πολλά γεγονότα και αρκετά πισωγυρίσματα. Όμως η πορεία είχε αρχίσει να διανύεται και το πιο σημαντικό να καταγράφει συμβάντα. Τέτοια μεταξύ άλλων συμβάντα εξαιρετικής σημασίας, οι εξεγέρσεις. Στην Ελλάδα, ο Δεκέμβριος του 2008 με τη δολοφονία του Αλέξ. Γρηγορόπουλου. Άλλοι αρκέστηκαν στην εκδίκηση, άλλες δυνάμεις της Αριστεράς κράτησαν αποστάσεις κι άλλες στήριζαν την αυθεντικότητα της σύγκρουσης και το πολιτικό–κοινωνικό της μήνυμα, λίγο πριν την κρίση που ερχόταν. Ο ΣΥΡΙΖΑ με παλινωδίες είναι αλήθεια, στις δύσκολες και κρίσιμες εκείνες μέρες, ήταν στις δυνάμεις της πολιτικής στήριξης του αυθεντικού. Τυχαίο;
Ακολούθησε η κρίση, η ύφεση, η λιτότητα, τα μνημόνια. Οι απαντήσεις άρχισαν να γίνονται πολύ δύσκολες. Μετά το πρώτο μούδιασμα, η κοινωνία ξεσηκώθηκε. Συλλαλητήρια και απεργίες πάνδημης συμμετοχής, “αγανακτισμένοι” στην Ισπανία πρώτα και αμέσως στην Ελλάδα και αλλού, πλατείες, δομές αλληλεγγύης, νέες ιδέες, νέες μορφές αυτοοργάνωσης και αντίστασης. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε όλα αυτά. Καθόλου τυχαία.
Από κει γεννήθηκε η βιωμένη γενικευμένη ανάγκη της πολιτικής επανασυγκρότησης της Αριστεράς. Όχι μόνο αντίστασης, αλλά και εναλλακτικής πρότασης. 'Όχι μόνο διάχυτης κοινωνικής πάλης, αλλά και συγκροτημένου μαζικού δημοκρατικού πολιτικού φορέα. Φορέα στήριξης και προοπτικής αυτών των αγώνων. Σε αυτές τις τεράστιες, επίκαιρες και ιστορικής σημασίας ανάγκες, ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ να απαντήσει όχι μόνο με αναλύσεις, προγραμματικές θέσεις ή άλλες επεξεργασίες, αλλά κυρίως με δύο πρωτοπόρες επιλογές που ανέδειξαν και κατοχύρωσαν την ξεχωριστή ωριμότητα του χώρου μας.
Η μία –που είχε διορατικά προηγηθεί– ήταν η ενότητα της Αριστεράς και η άλλη - που όταν πρωτοεκφωνήθηκε θεωρήθηκε, ακόμα και από πολλές και πολλούς από εμάς, ως αυθαιρεσία και μικρομεγαλισμός – η Κυβέρνηση της Αριστεράς. Και οι δυο αυτές επιλογές, άλλαξαν τη ροή των πραγμάτων και συνέτειναν στη δραστική αλλαγή των συσχετισμών. Και οι δυο επιλογές, ήταν επιλογές που προέκυψαν από τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία και τις ανάγκες που γέννησαν οι εξελίξεις. Τυχαίο;
Όσα παραπάνω περιέγραψα συνοπτικά και επιλεκτικά (γιατί όντως υπάρχουν και πολλά άλλα που μπορούν να προστεθούν) είναι βασανιστικά ιστορικά προαπαιτούμενα της αλλαγής συσχετισμών υπέρ της κοινωνίας και των δυνάμεων της εργασίας. Και δεν ήταν αυτονόητο ότι θα συμβούν, χωρίς ωρίμανση κοινωνικών αντιστάσεων, προσδοκιών και διεκδικήσεων, αλλά ούτε μπορούσαν να συμβούν και χωρίς ωρίμανση και επανακαταξίωση της πολιτικής, που απαξίωνε ο νεοφιλευθερισμός χάριν της οικονομίας.
Στην Ελλάδα –και όχι μόνο– συνέβησαν. Και μόνο χάρις σε αυτά κυοφορήθηκε η επκαιρότητα της επιστροφής της Αριστεράς, αλλά και πάλι –και με αυτό κλείνει η αναζήτησή μου για το πώς προέκυψε η επικαιρότητα– όλα αυτά δε θα μπορούσαν να συμβούν, δε θα είχαν λόγο να συμβούν, εάν δεν αποδεικνυόταν για μια ακόμα φορά και πάλι δυστυχώς με οδύνη και κοινωνικά δράματα, ότι ο καπιταλισμός δε μπορεί να ικανοποιήσει –παρά μόνο για μικρά χρονικά διαστήματα γενικευμένης ευημερίας σε λίγες κάθε φορά χώρες– ούτε τις βασικές ανάγκες της πλειοψηφίας των ανθρώπων.
Εδώ λοιπόν νομίζω πως τώρα είμαστε και με αυτή την περιδιάβαση θεωρώ πως όντως το ερώτημα για την “επιστροφή της Αριστεράς” είναι θεμιτό και βάσιμο. Είναι υπαρκτό και γι' αυτό σύνθετο και αντιφατικό. Και με αυτή την –ελπίζω– δημιουργική αμφιθυμία θα επιχειρήσω να προσεγγίσω με εργαλείο την επισήμανση του Χομσμπάουμ ότι “η αμφιβολία είναι η αξιοπρέπεια της σκέψης”, μία ή δύο από τις πολλές –που είναι αναγκαίο να διερευνηθούν– πλευρές της “επιστροφής”.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με την παρουσία του, με τις προτάσεις του και τις παρεμβάσεις του επιχειρεί να δώσει λύση στο ζήτημα της πολιτικής κρίσης, ως κρίσης εκπροσώπησης, αφού μετά από πολλά χρόνια, ένα κόμμα της αριστεράς, εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή με τη φιλοδοξία να εκπροσωπήσει κοινωνικές δυνάμεις, σε αντίθεση με τα κόμματα του δικομματισμού που τόσα χρόνια απλά διαχειρίζονταν, ταυτιζόμενα με το κράτος και μάλιστα με ιδιοκτησιακή λογική, αρνούμενα ή αδυνατώντας λόγω της πολιτικής τους, να εκπροσωπήσουν κοινωνικές δυνάμεις και ανάγκες. Καλό είναι να θυμηθούμε τον επίμονο και γενικευμένο ισχυρισμό, ότι τα κόμματα και οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να μην υπολογίζουν το «πολιτικό κόστος». Βέβαια οι κοινωνικές δυνάμεις στις οποίες θα στηριχτεί η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν έλκονται κατ’ ανάγκη από τις αξίες και τις ιδέες της. Άλλα κοινωνικά στρώματα προσδοκούν να γυρίσουν στην προ κρίσης εποχή. Συνολικά θέλουν να αλλάξει η ζωή τους και να αλλάξει τώρα. Μπορεί οι κοινωνικές συμμαχίες να αποδειχθούν ως μεγαλύτερος γρίφος από τις πολιτικές συμμαχίες. Η καταστροφή που έχει συντελεστεί είναι τόσο μεγάλη. Και όμως απαιτείται κοινωνική στήριξη για να υλοποιηθεί ένα αριστερό μεταβατικό πρόγραμμα. Τι μας θυμίζει άραγε αυτή η αντίφαση; Μήπως την εξαιρετικά στιβαρή μαρξιστική επισήμανση ότι οι άνθρωποι επιχειρούν να αλλάξουν τη ζωή τους, σε συνθήκες που δεν τις διάλεξαν οι ίδιοι;
Γι’ αυτό και κριτικές που ακούγονται για ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι επιδερμικές. Κάθε εργαζόμενος, αλλά και αριστερός θα περίμενε με μεγάλη ανακούφιση τα συνδικάτα να διεξάγουν αποτελεσματικούς, αμυντικούς, μεταρρυθμιστικούς αγώνες, ή να υπήρχε ένα ρεφορμιστικό πολιτικό κόμμα που να διεκδικεί και να πετυχαίνει αλλαγές στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο. Ο νεοφιλελεύθερος κανιβαλισμός, όμως, δεν αφήνει τέτοια περιθώρια. Βρισκόμαστε σε άλλη φάση.
Η ύπαρξη επομένως ενός ριζοσπαστικού κόμματος, που ταυτόχρονα πετυχαίνει αλλαγές και ανοίγει δρόμους εναλλακτικής προοπτικής, είναι διακύβευμα ιστορικών διαστάσεων που υποχρεώνει τα πολιτικά υποκείμενα της αριστεράς να απαντήσουν. Να απαντήσουν σήμερα. Η δική μας αριστερά κατέθεσε το δικό της σχέδιο για τη διέξοδο και τη μετάβαση, με διαθέσιμα εργαλεία την κυβερνητική πρόταση, χωρίς να αφίσταται των οραματικών αξιών της για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Την ιστορική αυτή πρόκληση, με βάση τα προηγούμενα, δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε να την απαντήσει τώρα και όχι κάποτε στο μέλλον, σε κάποιες ιδανικές συνθήκες που συνεχώς θα…καταζητούνται.
Και παρά ταύτα αυτά τα «λίγα» και τα «ρεφορμιστικά» είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν συγκρούσεις και μάλιστα με ποικίλους μηχανισμούς και σχηματισμούς.
Πράγματι δεν είναι καθόλου απλή η λύση μιας τέτοιας αντίφασης. Αλλά δεν έχουμε δικαίωμα να την αγνοήσουμε και να μη βρούμε λύση. Γι’ αυτό είναι ιστορικής σημασίας αυτό που επιχειρείται με την επιστροφή της Αριστεράς σήμερα, σε μια μικρή και κατεστραμμένη γωνιά της Ευρώπης, στην Ελλάδα.
Είναι πράγματι ιστορικό ζητούμενο, πώς οι αλλαγές στο κράτος, στους θεσμούς, στη διοίκηση, στην οικονομία, μπορούν να συνδεθούν με τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Πώς μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ως πολιτικό υποκείμενο της αριστεράς, με όπλο τη δημοκρατία να μην ενσωματωθεί στο κράτος, αλλά να το «αντιπολιτεύεται»; Αυτό είναι το πιο δύσκολο στοίχημα για την κυβέρνηση της αριστεράς και την επιστροφή της στο προσκήνιο.
Γιατί μπορεί σήμερα να υπάρχει ένα ισχυρό εκλογικό ρεύμα προς το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η Αριστερά δεν έχει πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία στην κοινωνία. Η κοινωνία επηρεάζεται, από τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και τα υποπροϊόντα της. Η κοινωνική καχυποψία, ο κοινωνικός δαρβινισμός, ο ρατσισμός κάθε είδους, ο εθισμός στο φόβο και στον αυταρχισμό, δεν είναι τα καλύτερα υλικά, για τις κοινωνικές προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ και για το ξήλωμα του κράτους έκτακτης ανάγκης.

Κι όμως, αν η κυβέρνηση της Αριστεράς τονώσει την κοινωνική αξιοπρέπεια και ενισχύσει την κοινωνική αυτοπεποίθηση, τότε μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα, αλλά χωρίς εφησυχασμούς, ότι η ιστορία θα τρέξει πολύ γρήγορα και θα μας εκπλήξει ευχάριστα. Η εκπαίδευση στη δημοκρατία και στα δικαιώματα, οι ασκήσεις ελευθερίας, είναι πιο δύσκολη υπόθεση, από τη διαχείριση του φόβου και της ανασφάλειας των πολιτών. Είναι όμως επίκαιρη ανάγκη για την «επιστροφή»…

Δεν υπάρχουν σχόλια: