11/10/14

Ένας δίπτυχος διάλογος

ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ, Δράματα εξουσίας μέσα σε ιστορικά ποιήματα του Καβάφη, εικόνες και κείμενα, εκδόσεις Γαβριηλίδης, σελ. 136


ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΗΡΑ

Τα Δράματα εξουσίας μέσα σε ιστορικά ποιήματα του Καβάφη είναι το αποτέλεσμα ενός δίπτυχου διαλόγου της Άννας Φιλίνη με ένα μεγάλο κύκλο των ποιημάτων Καβάφη, των ιστορικών του, που θεωρούνται από πολλούς αναγνώστες και σχολιαστές του ποιήματα της πλήρους ωριμότητάς του. Κρατώ μια επιφύλαξη αν είναι έτσι, τείνοντας ολοένα και πιο πολύ όσο περνούν τα χρόνια προς την άποψη ότι η απόδοση κατ’ επιλογή πρωτείων στο έργο ενός ποιητή είναι μάλλον συνυφασμένη με τα μέτρα και τα σταθμά της εποχής που πραγματοποιείται. Οι πιο ακλόνητοι κανόνες εξαφανίζονται ή αλλάζουν, και ας μην ξεχνάμε ότι κανείς από τους σημαντικούς μελετητές του έργου του Αλεξανδρινού -ανάμεσά τους ο Γ. Βρισιμιτζάκης και ο Γ. Σαρεγιάννης- δεν στάθηκαν δογματικά στα πρωτεία του ιστορισμού του. Ο ιστορισμός δόθηκε ως απάντηση σε μια περίοδο που είχε αρχίσει να αμφισβητείται και να κλονίζεται αρκετά η αυτοσχέδια ψυχαναλυτική ερμηνεία του Τ. Μαλάνου, και να κυριαρχεί, μετά τη δεκαετία του ’50, η μάλλον αυτοματική και αυταπόδεικτη, όπως προβάλλει σήμερα, πολιτική ερμηνεία του Σ. Τσίρκα. Αν για τον Λένιν το μυθιστόρημα του Λ. Τολστόι ήταν ο καθρέφτης της ρωσικής επανάστασης, για τον Τσίρκα η καβαφική ποίηση, με όριο το 1911, αντανακλά διαθλαστικά τις «περιστάσεις» που όριζαν καταλεπτώς την κοινωνία των Αιγυπτιωτών, την ταξική της διάρθρωση και τη σχέση της με τον τοπικό πληθυσμό σε μια περίοδο που εκτεινόταν από τα τέλη του 19ου αιώνα ως την πρώτη δεκαετία του 20ού: «Τα δύο πρώτα κλειδιά (δηλαδή το συγκεκριμένο περιστατικό και η λόγια ιστορική πηγή) λειτουργούν σαν δύο καθρέφτες στημένοι αντικρυστά, γεννούν την αίσθηση μιας απύθμενης προοπτικής. Ανάμεσα στους δύο καθρέφτες ο ποιητής υψώνει τη λάμπα του, το ψυχικό εγώ του» (Ο Καβάφης και η εποχή του, 1971, σ. 320). Απέναντι σ’ αυτήν την κάπως άκαμπτη μεθοδολογία ανάδειξης του ιστορικού παραδείγματος μέσα από τη λογοτεχνία, ο διάλογος της Φιλίνη, παρότι κι αυτός φροντίζει να αναδείξει την πολιτική διάσταση των είκοσι τεσσάρων ποιημάτων, όσων επέλεξε από τον ευρύ κύκλο των ιστορικών, ή ποιημάτων ιστορικού παρελθόντος, όπως τα ονόμαζε ο Άγγλος ελληνιστής Σ. Μ. Μπάουρα, νομίζω ότι είναι πολύ περισσότερο ανοιχτός και, κυρίως, ανεξίθρησκος. Στην εισαγωγή της, που ακολουθεί, όπως και στα εικαστικά της, που εμφανίζονται σαν δίπτυχη μορφή του διαλόγου της με το καβαφικό έργο, ενώ τονίζεται η επιδίωξη του ποιητή να φροντίζει για το αληθοφανές των ποιητικών αφηγήσεών του, ενισχύοντάς τα με δεδομένα ιστοριογραφικά και άλλα, δεν αποσιωπάται και η άλλη πλευρά: το ότι οι ποιητικές του αναπαραστάσεις αφήνουν πάντοτε μια δίοδο από όπου περνάει και φθάνει ως εμάς η συναισθηματική συμμετοχή του στο ποιητικό γίγνεσθαι, η συγκίνηση, η ειρωνεία, η επιθυμία, η ευφορία, το πένθος. 

Το βιβλίο της Φιλίνη το είδα από την αρχή ως ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εγχείρημα, ένα σύνθεμα πολλαπλό, καθώς υπάρχει σ’ αυτό ένας πυρήνας και κύκλοι που εξακτινώνονται γύρω του. Ο πυρήνας είναι αυτή η ίδια η ποίηση του Καβάφη, μια σειρά από τα λεγόμενα ιστορικά του ποιήματα που σχετίζονται με τον ελληνιστικό, τον ρωμαϊκό ή τον βυζαντινό κόσμο, ενώ οι κύκλοι που εξακτινώνονται γύρω από το κάθε ποίημα συνιστούν τα διαδοχικά σημεία γύρω από τα οποία αναπτύσσεται ένας διάλογος (ή και αντίλογος) με τα δεδομένα του ποιήματος, μέσω μιας εικαστικής τους ανασύνθεσης. Και, σε ένα δεύτερο, σ’ ένα προοπτικό πεδίο, σ’ έναν δεύτερο κύκλο ο οποίος όμως συνδέεται με τον προηγούμενο όπως και με τον αρχικό ποιητικό πυρήνα, η αναπαράσταση γίνεται μέσω μιας δεύτερης, εικαστικής αφήγησης που έχει επίσης το ενδιαφέρον της, γιατί στην ουσία είναι μεταφορά του ποιήματος, έτσι όπως το έχει διαβάσει η Φιλίνη, σε έναν παροντικό χρόνο. Ο Καβάφης βεβαίως σκηνοθετεί, στα ιστορικά αλλά όχι λιγότερο και στα άλλα, τα αισθησιακά του ποιήματα, με τη διαφορά (που έχει τη σημασία της) ότι στα μεν ιστορικά του η προοπτική του πεδίου της αναπαράστασης είναι ανοιχτή, οι πόλεις του σε στιγμές κρίσης, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Σιδώνα, η μυθική Κομμαγηνή μοιάζουν ή είναι ανοιχτές και ανοχύρωτες, προσβάσιμες από παντού, έτοιμες να δεχτούν ή να ασκήσουν τη βία, να κυριευθούν, να καταστραφούν και να χαθούν από το χάρτη. Ενώ στα άλλα, στα αισθησιακά η ερωτικά, η προοπτική του πεδίου της αναπαράστασης είναι κλειστή, μάλλον σκοτεινή, τα δωμάτια φωτίζονται αμυδρά, στο βάθος των καταστημάτων οι άνθρωποι μοιάζουν με σκιές, οι λεπτομέρειες στις εικόνες είναι δυσδιάκριτες. Είναι η διαφορά βλέμματος του ποιητή που σκηνοθετεί, η αισθησιακή μνήμη ή η φαντασία που συμπληρώνει τη μνήμη δεν χρειάζονται κάτι περισσότερο από μια φευγαλέα εντύπωση, ένα χρώμα. Σε αντίθεση με την ιστορική μνήμη που κατά τεκμήριο είναι μνήμη βιβλιακή, μνήμη ανοιχτή, διακειμενική, στραμμένη προς έναν ορίζοντα αληθειακό, στοιχειοθετημένη από τις αναφορές και περιγραφές άλλων, έτσι ώστε να πείθει ότι ο αφηγητής είναι παρών, απωθώντας συνάμα όσο γίνεται τη συμμετοχή της υποκειμενικής του ματιάς.
 Αλλά, έτσι κι αλλιώς, και στις δυο περιπτώσεις των αναπαραστάσεων του Αλεξανδρινού, τις αισθησιακές και τις ιστορικές, υπάρχει ένα ανθρώπινο δράμα, όχι ατομικό ή στενά προσωπικό όπως πολλοί διάβασαν εσφαλμένα την αισθησιακή του ποίηση, αλλά ένα δράμα ανθρώπινο, με την έννοια του ότι η αίσθηση της ματαιότητας, τα γηρατειά, η ερωτική αφή, είναι συνθήκες του ανθρώπου ως όντος, εν γένει. Στα ιστορικά ποιήματα που έχει επιλέξει η Φιλίνη, το καβαφικό δράμα έχει κάτι από την τελετουργία του αρχαίου αττικού, και τούτο διότι ο Αλεξανδρινός σ’ αυτό τον κύκλο της ποίησής του ανέπτυξε ιδιαίτερα το θέμα της ιερότητας ορισμένων αξιών, της ηθικής παράβασης και της τιμωρίας της. Μέσα από τις συγκρούσεις, τους μονολόγους, τις σκέψεις, τις κινήσεις των προσώπων υπονοούνται δυνάμεις που τα χρησιμοποιούν σαν πιόνια ενός μοιραίου παιχνιδιού, μολονότι αυτά τα ίδια τα πρόσωπα δεν έχουν την ικανότητα να το αντιληφθούν. Για τούτο και ο ποιητής καταφεύγει σχεδόν πάντοτε στην επινόηση ενός υπερκείμενου και παντεπόπτη αφηγητή. Και μάλλον αυτές τις δυνάμεις υπονοεί στην εισαγωγή της η Φιλίνη, όταν λέει ότι «η σκηνοθεσία του [Καβάφη] όμως δεν περιορίζεται στην αναφορά και περιγραφή γεγονότων. Δίνει μέσα στους στίχους του την εξέλιξη μιας σύγκρουσης, προβάλλει ένα δράμα με την κορύφωση και το τέλος του, που έρχεται απρόσμενα και συναρπάζει».

Ο Καβάφης υπήρξε εν μέρει ποιητής του εργαστηρίου, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι υπήρξε λιγότερο ποιητής που στηρίχθηκε στην επινόηση και στην υπέρβαση της φαντασίας. Για να θρέψει τον δαίμονα της αληθειακής αναπαράστασης της ποίησής του, τον ρεαλισμό της, αναζήτησε, όπως μας το προδίδει άλλωστε η βιβλιοθήκη του, βιβλία με παραστάσεις νομισμάτων της ύστερης αρχαιότητας και του Βυζαντίου, μαρτυρίες ιστορικών και περιηγητών της ελληνιστικής περιόδου, σχεδιαγράμματα χαμένων πόλεων, μελέτες θρησκειολογικές, οικονομικές, φιλοσοφικές, γεωπολιτικές, αρχαιολογικές. Επισκέφθηκε μουσεία, ιδιωτικές συλλογές, αρχεία. Τα Δράματα εξουσίας μέσα σε ιστορικά ποιήματα του Καβάφη της Άννας Φιλίνη είναι, όπως είπαμε, ένα σύνθετο βιβλίο, ένα βιβλίο που συγκεντρώνει και οργανώνει, συνδυάζοντας ζωγραφικές παραστάσεις και ερμηνευτικά κείμενα, την αναγνωστική και την αισθητική εμπειρία της από εικοσιτέσσερα ποιήματα του λεγόμενου καβαφικού κανόνα, δηλαδή ποιήματα όχι μόνο γνωστά αλλά και κατ’ επανάληψη προβεβλημένα από την κριτική. Και σε προέκταση μας ανοίγει τις πόρτες για τον εικαστικό διάλογό της με αυτά. Για να πάρει σχήμα και ουσία ο διάλογός της, θα μπορούσαμε να πούμε ότι επανέλαβε, με έναν τρόπο που σήμερα δεν έχει τις ερευνητικές δυσκολίες των αρχών του 20ού αιώνα στην Αλεξάνδρεια αλλά παραμένει επινοητικός, τις κοπιώδεις αλλοτινές διαδρομές και έρευνες του ποιητή σε μουσεία και βιβλιοθήκες, ή όπου αλλού ζήτησε την τεκμηρίωση, βάσει πραγματικών δεδομένων, της ποιητικής του σκηνοθεσίας. Ακολούθησε λοιπόν η Φιλίνη τα ίχνη των διαδρομών του ποιητή, όχι μόνο για να διασώσει την αρχική ιστορική αίσθηση, αναπαράγοντας με τη δική της εικαστική τεχνική μορφές των καβαφικών δραμάτων, όπως ο Δημήτριος Πολιορκητής, ο Πομπήιος, ο Καίσαρ, ο Καισαρίων, ο Οκτάβιος, αλλά και για να μεταστοιχειώσει ή να μεταφέρει στο παρόν, εκμεταλλευόμενη τη διαχρονική λειτουργία αυτής της ποίησης, την εξοντωτική πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας, την προδοσία, τον αμοραλισμό, την ερωτική στέρηση, τη φθορά. Ντύνοντας με σύγχρονα ρούχα τον ελληνιστικό ή ρωμαϊκό θίασο που έθετε επί σκηνής ο Αλεξανδρινός, η Φιλίνη μάς δείχνει πόσο παραμένει αμετάβλητη η ουσία του ανθρώπινου δράματος μέσα στον χρόνο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: