Από την
καθαρή θεωρία στη θετική κριτική
Claire Fontaine, Burning of P.I.G.S., 2011, βιντεοπροβολή
|
ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
ΡΟΖΑΝΗ
Στον πρόλογό
του στα Χειρόγραφα 1844, ο Karl Marx
δηλώνει την αφετηρία μιας καμπής των φιλοσοφικών του ενασχολήσεων, κάτω από την
έντονη επιρροή που άσκησε πάνω του το έργο του Ludwig Feuerbach. "Μόνο με
την εμφάνιση του Feuerbach", γράφει, "μπορούμε να πούμε πως αρχίζει η
θετική, ουμανιστική και φυσιοκρατική κριτική. Όσο μικρότερος ο θόρυβός τους,
τόσο πιο σίγουρη, βαθιά, διαδεδομένη και διαρκής είναι η επίδραση των έργων του
Feuerbach, των μόνων έργων μετά τη Φαινομενολογία
και τη Λογική του Hegel, που
αποτελούν αληθινή θεωρητική επανάσταση".1 Πράγματι, στα Χειρόγραφα το ενδιαφέρον του Marx μετατοπίζεται από το πεδίο της
καθαρής θεωρίας στο πεδίο της θετικής κριτικής της πολιτικής οικονομίας,
μετατόπιση η οποία θα καθορίσει τη μαρξική προοπτική, και μέσω της
προβληματικής του ουμανιστικού φυσιοκρατισμού του Feuerbach, ο Marx θα
επιχειρήσει να ολοκληρώσει την Κριτική
της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου (1843), η οποία
παρέμεινε γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ημιτελής. Ήδη, ωστόσο, μέσα στο μαρξικό
χειρόγραφο της Κριτικής η επιρροή του
Feuerbach είναι πλήρως εμφανής, όπως εμφανής άλλωστε είναι και η προετοιμασία
του Marx να στρέψει το ενδιαφέρον του προς την θετική κριτική του ίδιου του
εγελιανισμού με όρους της φυσιοκρατίας του Feuerbach. Δηλωτική ασφαλώς της
μαρξικής προθετικότητας είναι η απόφανση του Marx, στην αρχή κιόλας του
χειρογράφου της Κριτικής: "...η
κριτική της θρησκείας είναι η προϋπόθεση για κάθε κριτική...
Ο άνθρωπος που δεν
θα έχει βρει στη φαντασμαγορική πραγματικότητα του ουρανού, όπου αναζητούσε
έναν υπεράνθρωπο, παρά την αντανάκλαση
του εαυτού του, δεν θα είναι πια διατεθειμένος να βρίσκει απλώς την ομοίωσή του, τον μη-άνθρωπο, εκεί όπου
αναζητά, και υποχρεωτικά πρέπει να αναζητά, την αυθεντική του πραγματικότητα. Η
βάση της αντιθρησκευτικής κριτικής είναι: ο άνθρωπος κάνει τη θρησκεία, όχι η
θρησκεία τον άνθρωπο".2
Η ομολογία
του Marx για την προθετικότητά του που καθιστά αναγκαία την μετατόπιση του
ενδιαφέροντός του στην αλληλεξάρτηση της πολιτικής οικονομίας και του κράτους,
της νομολογίας και της ηθικής μέσω μιας "απόλυτα εμπειρικής ανάλυσης"
είναι ρητή: "Κατά την προετοιμασία της έκδοσης αυτής [της Κριτικής] αποδείχθηκε εντελώς ακατάλληλη
η ανάμιξη της κριτικής που κατευθυνόταν μόνο εναντίον της καθαρής θεωρίας με
την κριτική των επί μέρους θεμάτων, διότι παρεμπόδιζε την ανάπτυξη των
επιχειρημάτων και καθιστούσε δύσκολη την κατανόηση. Επιπλέον, ο πλούτος και η
ποικιλία των θεμάτων με τα οποία επρόκειτο να καταπιαστεί, θα μπορούσε να
συμπιεστεί μέσα στα πλαίσια ενός
έργου, μόνο με τη χρησιμοποίηση απόλυτα αφοριστικού στυλ∙ μια τέτοια όμως
αφοριστική παρουσίαση θα έδινε την εντύπωση αυθαίρετης συστηματοποίησης".3
Ο Marx αναγνωρίζει
ότι στη μετατόπιση του ενδιαφέροντός του από την καθαρή θεωρία (Hegel) στη
θετική κριτική (Feuerbach), τον σημαντικότερο ρόλο έπαιξε το άρθρο τού Engels Σκιαγράφημα μιας Κριτικής της Πολιτικής
Οικονομίας, που υπήρξε το πρώτο κείμενο σχετικά με την οικονομία από το
οποίο ο Marx κράτησε σημειώσεις4, και στο οποίο ο Engels υπερασπίζεται τον
ουμανισμό του Feuerbach, καθώς και τη θετική κριτική την οποία ασκεί. Ο Marx
γράφει στα Χειρόγραφα: "Εκτός
από την υποχρέωση προς εκείνους τους συγγραφείς που συγκέντρωσαν την προσοχή
τους στην πολιτική οικονομία, η θετική κριτική ως σύνολο -επομένως και η
γερμανική θετική κριτική της πολιτικής οικονομίας- οφείλει την πραγματική της
θεμελίωση στις ανακαλύψεις του Feuerbach∙ ο μικροπρεπής φθόνος μερικών και η
αληθινή οργή των άλλων φαίνεται πως οργάνωσαν εναντίον του έργου του Philosophie der Zukunft, που
δημοσιεύθηκε στο Anekdota, και του
άρθρου του "Thesen zur Reform der Philosophie" -και παρά τη σιωπηρή
χρήση που τους έγινε- μιαν εκτεταμένη συνωμοσία σιωπής".5 Εντυπωσιασμένος ο Marx από τον φοϋερμπαχικό
ουμανισμό που κατηύθυνε το κείμενο του Engels πάνω στην προβληματική της
πολιτικής οικονομίας (ο Marx αποκαλούσε το κείμενο του Engels "σκιαγράφημα
μιας ιδιοφυΐας"), αφοσιώθηκε στην έρευνα των οικονομικών και κοινωνικών
δομών, και όταν συνάντησε τον Engels στο Παρίσι το καλοκαίρι του 1844, έγραψε
ότι "και οι δυο μας καταλάβαμε ότι οι απόψεις μας βρίσκονταν σε πλήρη
αρμονία σε όλα τα θεωρητικά πεδία, και απ' αυτή την εποχή χρονολογείται η
συνεργασία μας".6
Το θεμελιώδες
πεδίο το οποίο επεξεργάζεται ο Marx στα Χειρόγραφα
είναι κατεξοχήν το πεδίο της αλλοτρίωσης. Εξάλλου, η κριτική της θρησκείας, και
άρα του δικαίου, του κράτους και της νομολογίας, είχε αναδείξει την αλλοτρίωση
ως κεντρικό αναφορικό άξονα της θετικής κριτικής του Feuerbach, όπως
υποδεικνύει ο Marx στις θέσεις του για τον Feuerbach: "Ο Feuerbach ξεκινά
από το δεδομένο της θρησκευτικής αλλοτρίωσης, του αναδιπλασιασμού του κόσμου σε
έναν θρησκευτικό και έναν εγκόσμιο".7 Όμως, το πεδίο της αλλοτρίωσης, κατά τον Marx,
διευρύνεται καθ' ολοκληρίαν, καθώς πέραν της καταγωγικής περιοχής του,
διαχέεται και συμπεριλαμβάνει το σύνολο σχεδόν των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων
και συμπεριφορών, συγχρόνως με τις δομές και τις λειτουργίες που συνέχουν και
κατευθύνουν αυτές τις δραστηριότητες και συμπεριφορές. Τα επιμέρους πεδία στα
οποία ο Marx θα επιχειρήσει να αναδείξει την κεντρική θέση της αλλοτρίωσης
είναι η εργασία, οι σχέσεις κεφαλαίου και εργασίας, οι μισθοί, η ιδιοκτησία,
και τέλος ο καταμερισμός της εργασίας και η οικονομία του χρήματος.
Χωρίς να
λησμονεί το αρχικό αντικείμενο της κριτικής του, η κριτική της πολιτικής
οικονομίας θα συνδέσει τον Marx με την κριτική της εγελιανής του καταγωγής
πληρέστερα, καθώς στα Χειρόγραφα
επιστρέφει τελικά στην κριτική της εγελιανής Φαινομενολογίας με κεντρικό άξονα αναφοράς τη διαδικασία της
αλλοτρίωσης. Γράφει ο Marx: "Ο φιλόσοφος (που είναι αφηρημένη μορφή
αποξενωμένου ανθρώπου) ορίζει τον εαυτό του ως το μέτρο του αποξενωμένου
κόσμου. Όλη η ιστορία της διαδικασίας της αλλοτρίωσης και όλη η διαδικασία της
αναίρεσης της αλλοτρίωσης δεν είναι λοιπόν παρά η ιστορία της παραγωγής
αφηρημένης (δηλαδή, απόλυτης) σκέψης - λογικής, θεωρητικής σκέψης. Η αποξένωση,
που αποτελεί λοιπόν το κεντρικό ενδιαφέρον αυτής της αλλοτρίωσης και της υπέρβασής
της, είναι η αντίθεση του καθ' εαυτό και του δι' εαυτό, της συνείδησης και της
αυτοσυνείδησης, του αντικειμένου και του υποκειμένου - δηλαδή, είναι η
αντίθεση, μέσα στην ίδια τη σκέψη, ανάμεσα στην αφηρημένη σκέψη και στην
αισθητή πραγματικότητα ή την πραγματική αισθαντικότητα".8
Κατ' ουσίαν,
ο Marx διερευνά τον εξαντικειμενισμό του νεωτερικού υποκειμένου, ο οποίος
επιτελείται μέσω της ιδιοποίησης των ουσιωδών ανθρωπίνων δυνάμεων και
δυνατοτήτων, κατά τρόπον ώστε η αλλοτρίωση του υποκειμένου να σημασιοδοτεί την
απώλεια της αυτοσυνειδησίας του. "Οι διάφορες μορφές αποξένωσης",
γράφει, "που εμφανίζονται είναι, λοιπόν, μόνο διάφορες μορφές συνείδησης
και αυτοσυνείδησης".9 Ο Marx επιστρέφει στον
Hegel και στη Φαινομενολογία του,
αναγνωρίζοντάς του την αξίωση της "διαλεκτικής τής αρνητικότητας",
στην οποία ο Marx θα παραμείνει πιστός σε όλο το έργο του. Κατά συνέπεια, θα
μπορούσαμε να πούμε ότι στα Χειρόγραφα
ο Marx, μέσω της θετικής κριτικής και της κριτικής της πολιτικής οικονομίας,
επιχειρεί και, με τον τρόπο του, επιτυγχάνει να γεφυρώσει τις ιδέες του Hegel
με εκείνες του Feuerbach, τις ιδέες της χεγκελιανής Φαινομενολογίας του Πνεύματος με εκείνες της φοϋερμπαχικής
θρησκευτικής αλλοτρίωσης. Τελικά, η αξίωση του Feuerbach ότι η εγκόσμια βάση
"πρέπει να επαναστατικοποιηθεί εν εαυτή∙ τόσο μέσω της κατανόησης της
αντιφατικότητάς της όσο και στην πράξη"10, εμπνέει τα Χειρόγραφα και τους προσδίδει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους ως
ερμηνείας των μετέπειτα μαρξικών εναισθήσεων.
Θα πρέπει,
ωστόσο, να διευκρινισθεί ένα πρόβλημα το οποίο θεωρώ κεντρικό για την κριτική
κατανόηση του μαρξικού έργου. Κατά τον R.N. Berki αίφνης, κάτω από την επίδραση
του Feuerbach, ο Marx "γυρίζει την πλάτη του στη φιλοσοφία γενικότερα∙ στα
Χειρόγραφα αναγνωρίζει στον Feuerbach
την ιδέα ότι η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη θρησκεία με μια
εκκοσμικευμένη μεταμφίεση, οπότε και οι δύο είναι ά-λογες και οφείλουν να
εκτοπισθούν, ενώ στη Γερμανική Ιδεολογία
μάλλον άκομψα θεωρεί τη φιλοσοφία ως μια μορφή αυτοϊκανοποίησης".11 Η διατύπωση αυτή, η οποία ποικιλοτρόπως έχει
εκφρασθεί και από άλλους μελετητές, παραποιεί, μάλλον χονδροειδώς, τόσο την
επίδραση που ο Feuerbach άσκησε στον Marx, όσο και την ίδια τη μαρξική
μετατόπιση από την καθαρή θεωρία στη θετική κριτική, που ουσιωδώς εκφράζει όχι
μόνο τη σύνθεση των Χειρογράφων αλλά
και γενικότερα το μαρξικό σχέδιο και προοπτική. Ο Marx ούτε στα Χειρόγραφα ούτε στις μεταγενέστερες
εναισθήσεις του γύρισε την πλάτη του στη φιλοσοφία. Εκείνο το οποίο αναζήτησε
ήταν η δημιουργία ενός συστήματος φιλοσοφίας, το οποίο με κεντρικό άξονα την
ερμηνεία της εγελιανής αλλοτρίωσης θα μπορούσε να συγκεράσει τη φιλοσοφία με
την κριτική αντίληψη του κράτους, του νόμου, της ηθικής, ή γενικότερα των
φιλοσοφικών αρχών του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού Διαφωτισμού, καθώς
και της εγελιανής Φαινομενολογίας και
Λογικής, έτσι ώστε από τον συγκερασμό
αυτόν να προκύψει η ανάγκη η φιλοσοφία να υπηρετήσει πράγματι την ανθρώπινη
χειραφέτηση μέσα στις συνθήκες του κλασικού καπιταλισμού. Σε κάθε περίπτωση, η
φιλοσοφία έμεινε για τον Marx το σταθερό πεδίο της μετατόπισης της φιλοσοφίας
μέσα στη φιλοσοφία. Της μετατόπισης, με άλλα λόγια, της διαλεκτικής στον χώρο
της διαλεκτικής του πεπερασμένου, για να χρησιμοποιήσω καντιανή γλώσσα. Αυτό
άλλωστε επισημαίνεται από τον ίδιο τον Marx, με όρους του κοινωνικού, στη
διάσημη 11η θέση του για τον Feuerbach: "Οι φιλόσοφοι έχουν επιχειρήσει,
με διάφορους τρόπους, μόνο την ερμηνεία του κόσμου - η πραγματική πρόκληση
είναι η μεταβολή του". Η θετική
κριτική, και άρα η κριτική της ίδιας της φιλοσοφίας, έχει λοιπόν ως κύρια
προοπτική της όχι βέβαια την ακύρωση της φιλοσοφίας, αλλά τη μετατόπιση από την
ερμηνεία στη μεταβολή, δηλαδή στη σκοπιά τού "νέου [υλισμού] που είναι η
ανθρώπινη κοινωνία ή η κοινωνική ανθρωπότητα".12
1 Karl Marx: Χειρόγραφα
1844, μτφρ. Νίκου Μπαλή, Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1974, σ. 9.
2 Karx Marx: Κριτική
της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, μτφρ. Μπάμπης
Λυκούδης, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1978, σ. 17.
3 Karl Marx: Χειρόγραφα
1844, ό.π., σ. 7.
4 David McLellan: Marx Before Marxism, Macmillan Press, Λονδίνο 1980, σ. 163.
5 Karl Marx: Χειρόγραφα
1844, ό.π., σ. 9.
6 David McLellan, ό.π., σ. 164.
7 Karl Marx: Θέσεις
για τον Φόυερμπαχ, μτφρ. Γιώργος Μπλάνας, Εκδ. Ερατώ, Αθήνα 2004, σ. 63.
8 Karl Marx: Χειρόγραφα
1844, ό.π., σ. 194.
9 Karl Marx: Χειρόγραφα
1844, ό.π., σ. 196.
10 Karl Marx: Θέσεις
για τον Φόυερμπαχ, ό.π., σ. 63.
11 R.N. Berki: Insight and Vision, J.M. Dent, Λονδίνο 1983, σ. 42.
12 Karl Marx: Θέσεις
για τον Φόυερμπαχ, ό.π., σ. 75.
Ο Στέφανος Ροζάνης είναι καθηγητής Φιλοσοφίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου