8/12/12

Oικογενειακές υποθέσεις

ΤΗΣ ΒΙΒΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΥΜΠΑΡΔΗΣ, Μέντιουμ (2012) & Υπόσχεση γάμου (2011), εκδόσεις Μεταίχμιο

Το «Μέντιουμ», πρώτο μυθιστόρημα του Γιώργου Συμπάρδη γράφηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1987. Το 2012 επανακυκλοφόρησε, φέρνοντας στο σήμερα το άρωμα μιας παλαιότερης εποχής, ηθικής και αισθητικής, της δεκαετίας του 1980 και ειδικότερα της πρώτης πενταετίας της. Επιπλέον, η έκδοση της «Υπόσχεσης Γάμου», τρίτου μυθιστορήματος του συγγραφέα, το 2011, μας δίνει τη δυνατότητα σήμερα να δούμε το έργο του και την ελληνική κοινωνία μέσα από μια προοπτική. Η επανέκδοση, την ίδια χρονιά, και του δεύτερου μυθιστορήματος του συγγραφέα, του «Άχρηστου Δημήτρη», γραμμένου το 1987, δεν περιλαμβάνεται σε αυτό το σημείωμα, καθώς η έμφαση εδώ δίνεται σε αλληλουχίες των δύο μυθιστορημάτων που έχουν να κάνουν με ορισμένους κοινούς τόπους: τη γυναίκα, την πόλη, την οικογένεια.

Και στα δύο βιβλία κυριαρχεί το αστικό αθηναϊκό τοπίο, ειδικότερα των νοτίων προαστίων, και οι σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα στην οικογένεια. Με αυτήν την τοπογραφική εμμονή του συγγραφέα, στην πρωτεύουσα δηλαδή και στην οικογένεια, μπορούμε να διαπιστώσουμε ανάμεσα στα δΎο βιβλία αλλαγές στην κοινωνική θέση της Ελληνίδας, στις σχέσεις των δύο φύλων, στην ηθική των κατοίκων της πόλης και στο ίδιο το αστικό περιβάλλον.
Στο «Μέντιουμ» οι γυναίκες βρίσκονται σαφώς στο παρασκήνιο. Η αφηγήτρια προσπαθεί με την ευαισθησία της να ερμηνεύσει την πραγματικότητα, σωπαίνοντας για όσα δεν καταλαβαίνει και κάνοντας υπομονή για όσα δεν μπορεί να αλλάξει. Στην «Υπόσχεση γάμου» οι γυναίκες είναι οι αδιαμφισβήτητες πρωταγωνίστριες, χειραφετημένες επαγγελματικά, με ισχυρή παρουσία στην οικογένεια και αυτόνομη κοινωνική δραστηριότητα. Η σύμπραξη μάλιστα πολλών γυναικών υπό την μορφή της «γυναικοπαρέας» πολλαπλασιάζει την γυναικεία δύναμή τους, τις καθιστά «λαγωνικά» που βρίσκουν τις απαντήσεις που θέλουν για να ορίσουν την πραγματικότητα που τις περιβάλλει. Αντίθετα, στο «Μέντιουμ» οι γυναίκες κινούνται μοναχικά, σαν μονάδες, και η παρουσία τους είναι διακριτική.
Υπάρχει ωστόσο και στα δύο μυθιστορήματα η παρουσία ενός άντρα που ιντριγκάρει τις γυναίκες και προκαλεί το ξεδίπλωμα της γυναικείας ψυχοσύνθεσης. Όμως, ενώ στο πρώτο μυθιστόρημα ο άντρας αυτός είναι ένα άπιαστο σύμβολο γοητείας, ποθητός ως καθαρόαιμο αρσενικό, ταγμένο στους προσωπικούς του στόχους, στην «Υπόσχεση γάμου» ο άντρας, αν και διατηρεί την ικανότητά του να «ταράζει» τα γυναικεία «ύδατα», έχει εκφυλιστεί σε καρικατούρα: είναι ένας απατεωνίσκος που αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθεί.
Αν και με αντρική πένα, ο συγγραφέας καταφέρνει να προσπελάσει τις γυναικείες ευαισθησίες. Κι αυτό γιατί δεν προσπαθεί να μιμηθεί ένα γυναικείο ύφος, ούτε στη γραφή του ούτε στο πλάσιμο των πρωταγωνιστριών του. Αντιμετωπίζει τις γυναίκες με σεβασμό, με απόσταση, ψύχραιμα, ως πρόσωπα ενός δράματος. Μπορεί να κερδίσει το ενδιαφέρον των γυναικών αναγνώστριών του, που δεν βλέπουν σε αυτές ούτε μια εντελώς αντρική εκδοχή των γυναικών, ούτε γυναίκες που δεν έχουν καμία σχέση με αυτές.
Αντίστοιχες αλλαγές εντοπίζουμε και στο αστικό τοπίο της Αθήνας, νοούμενο τόσο ως πολεοδομική ανάπτυξη όσο και ως ανθρωπογεωγραφία. H σκηνοθετική ματιά του Συμπάρδη υπογραμμίζει τη σημασία του σκηνικού στα μυθιστορήματά του. Η πόλη έχει μια συνεχή παρουσία-περιγραφή και υποβάλει την ατμόσφαιρά της σε κάθε σκηνή. Στο «Μέντιουμ» συναντούμε λαϊκές συνοικίες, ως επί το πλείστον γειτονιές, ταβερνάκια, θερινά σινεμά, αγχωμένα τηλεφωνήματα που γίνονται μέσα σε στενούς τηλεφωνικούς θαλάμους. Στην «Υπόσχεση γάμου» βρίσκουμε μεσοαστικά διαμερίσματα στο Παλαιό Φάληρο, τριάρια στον Ταύρο, πολυσύχναστα καταστήματα ένδυσης στην αγορά της Καλλιθέας μέσα στον πανζουρλισμό του Σαββάτου, κινητά τηλέφωνα που ποτέ δεν δέχονται την πολυπόθητη κλήση, τη μακρά διαδρομή του συρμού από την Κηφισιά στο Φάληρο. Ανάμεσα στα δύο μυθιστορήματα έχει συντελεστεί η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της πρωτεύουσας και οι λαϊκοί χαρακτήρες έχουν γίνει μικροαστοί. Τους απασχολούν οι έγνοιες για τις μικρές ιδιοκτησίες τους: το ταξί μήπως τρακάρει, το διαμέρισμα μήπως ο πεθερός δεν το γράψει στη νύφη, το παλιό ψιλικατζίδικο που έθρεψε μια οικογένεια.
Με αυτούς τους νέους ρυθμούς της πόλης προσπαθεί να συντονιστεί και το ύφος της γραφής, στο οποίο διαπιστώνουμε αντίστοιχες μετατοπίσεις. Ενώ στο «Μέντιουμ» η γραφή είναι ελλειπτική, ιμπρεσσιονιστική, ράθυμη, με σιωπές, με υπονοούμενα, στην «Υπόσχεση γάμου» γίνεται μια προσπάθεια να συμπεριλάβει τα πάντα, να περιγράψει όλη την πληθωρική πραγματικότητα της σύγχρονης μεγαλούπολης. Η αφήγηση, τελικά, λυγίζει υπό το βάρος των λεπτομερειών της καθημερινότητας των πρωταγωνιστριών, καθιστώντας το μυθιστόρημα περισσότερο περιγραφικό παρά ατμοσφαιρικό. Η καθημερινότητα ξεχειλώνει, αποθεώνεται η πεζότητά της. Αν θέλαμε να μιλήσουμε με όρους σκηνοθεσίας, θα λέγαμε ότι το πρώτο μυθιστόρημα εκφράζεται ως κινηματογραφική ταινία, ενώ το δεύτερο ως τηλεόραση.
Παρόλα αυτά, και στα δύο μυθιστορήματα διακρίνουμε την προσπάθεια υπονόμευσης του ρεαλισμού. Στο πρώτο η ρεαλιστική απεικόνιση φιλτράρεται μέσα από την ματιά της αθωότητας, εξ ου και το μυθιστόρημα λαμβάνει τον τίτλο του, «μέντιουμ», εκφράζοντας την προσπάθεια της αφηγήτριας να ερμηνεύσει τα σημάδια της πραγματικότητας που την περιβάλει. Παρά τον φαινομενικό ρεαλισμό του, το μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από μια διεύρυνση του χωροχρόνου του, ικανή να συμπεριλάβει την ανοικειωτική ματιά της αφηγήτριας-πρωταγωνίστριας, έτσι όπως εκφράζεται από τους ανολοκλήρωτους πόθους της.
Αντίθετα, στην «Υπόσχεση γάμου» η υπονόμευση του ρεαλισμού γίνεται με την υπερβολική καταγραφή, την κουραστική λεπτομέρεια της πεζής καθημερινότητας. Επίσης, στο ξεκίνημα του μυθιστορήματος με στοιχεία θρίλερ (την αλλόκοτη εισβολή του Ζαχαρία στη ζωή των γυναικών, τη νυχτερινή τους παρακολούθηση, το μυστήριο γύρω από τη ζωή του). Το είδος αυτό όμως δεν ευοδώνεται στην συνέχεια του μυθιστορήματος.
Ο εξηνταδιάχρονος σήμερα Γιώργος Συμπάρδης είναι ένας αξιοσημείωτος συγγραφέας, με σημαντικό ενδιαφέρον αναφορικά με τη δημιουργική ανάπλαση της πρόσφατης νεοελληνικής πραγματικότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: