4/2/12

Μια ποίηση ιδιοτύπως εξαϋλωμένη

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ.ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ


ΒΕΡΟΝΙΚΗ ΔΑΛΑΚΟΥΡΑ, Καρναβαλιστής, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 64


Παρά το σχετικά ευρύ, περίπου πενταετές, χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γράφτηκαν τα περισσότερα ποιήματα του Καρναβαλιστή (2005-2010), θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελούν επάλληλους, ψυχικά ομόκεντρους, κύκλους, διαφορετικής, ωστόσο, πρόθεσης και συναισθηματικής εμβέλειας. Κύκλους, η επαλληλία των οποίων συμβάλλει σε μια κυματοειδή εναλλαγή της ατμόσφαιρας και του φωτισμού του επιδέξια στημένου, από την ποιήτρια, ποιητικού σκηνικού· με συνέπεια όχι μόνο την αγαστή συνύπαρξη -ακόμα και όταν αντιπαρατίθενται- του ονείρου και της πραγματικότητας, αλλά και την, ποιητικά αποτελεσματική, υποδόρια μετάγγιση στοιχείων του ενός στους κόλπους της άλλης, και αντιστρόφως. Στο μεταξύ η ποιήτρια, με νηφαλιότητα, πλην όμως αμήχανη, συγκατανεύει και αφήνεται στη γοητεία του ερήμην της συντελεσμένου εφιαλτικού και παράδοξου συμβάντος ή δράματος.

Όνειρο και πραγματικότητα από τη μια, ένστικτη τρυφερότητα και ενδιάθετη ροπή προς τη βία από την άλλη, με την πρώτη να περιβάλλει τη δεύτερη προστα-τευτικά, χωρίς ωστόσο να την κατευνάζει, ούτε να την ηνιοχεί· απλώς αλλοιώνοντας τις σκληρές, αιματηρές και ασυλλόγιστα απάνθρωπες εκφάνσεις της, καθιστώντας την τουλάχιστον αισθητικώς αποδεκτή. Μπροστά σ’ αυτή την αλλοπρόσαλλη κατάσταση, σ’ αυτό το «σύμφυρμα» ετερόκλητων στοιχείων του φωτός και του σκοταδιού, τον αλλοτροπισμό των προσώπων, των πραγμάτων και των φαινομένων, προτιμότερο είναι το σκοτάδι. Αφενός γιατί «το φως είναι άσπλαχνος εξομολογητής» και αφετέρου γιατί το σκοτάδι, όσο επίφοβο κι αν είναι, αφήνει κάποιες διόδους ανοιχτές προς την επικράτεια του ονείρου· εκεί, όπου παρά το γεγονός ότι καιροφυλακτεί ο εφιάλτης, υπάρχει η δυνατότητα διαφυγής από το ανελέητο παρόν. 
Η ενύπνια κατάσταση, στην προκειμένη περίπτωση, είναι κουραστική, εξαντλητική, πλην όμως οικεία και επιθυμητή· όσο διαρκεί, στα ρευστά όριά της, το παράδοξο και το εφιαλτικό συνεργούν στη διάσπαση-διαίρεση της ενιαίας και αρραγούς πραγματικότητας σε μεμονωμένες -και γι’ αυτό ελέγξιμες- εικόνες. Εικόνες ενδεικτικές ή επιβεβαιωτικές της εξάρτησης της πραγματικότητας από την αναπηρία της Ιστορίας και της συνακόλουθης ανικανότητας των, επίσης ανάπηρων, ανθρώπων να γνωρίσουν ή να αισθανθούν οποιαδήποτε υπερβατική εκδοχή, με απώτερη συνέπεια τη διασάλευση της πίστης τους σε κάτι ανώτερο και λυτρωτικό. Η πρωτογενής αθωότητα αρνείται να υποταχθεί στην θεσπισμένη, στην επισημοποιημένη αγιότητα, ενώ η επιστράτευση της λογικής καταργεί τη δυνατότητα της αθώας και απρόσκοπτης προσήλωσης στο όποιο απεικονιζόμενο θαύμα, ανεξάρτητα από τον βαθμό της αληθοφάνειας της αναπαράστασής του.
Θα έλεγε κανείς ότι τα περισσότερα, τουλάχιστον, ποιήματα της συλλογής αποτελούν «ημερολογιακές εγγραφές», εντελώς προσωπικές μαρτυρίες ενός οδοιπορικού στα βάθη της συνείδησης και του υποσυνείδητου, σε τόπους όπου η ξεθωριασμένη αίσθηση και μνήμη μιας παρελθούσας αγιότητας συγκρούεται δραματικά με ένα παραδομένο στα αιματοβαμμένα νύχια της ιστορίας και των συμφερόντων των ισχυρών παρόν. Ότι αποτελούν καταθέσεις εντυπώσεων, σκέψεων, μνημών και συναισθημάτων, διαπερασμένων από έναν εντονότατο -και ωσεί παρόντα λειτουργούντα- φόβο· τον φόβο, τον τρόμο και την απόγνωση μπροστά στον κτηνώδη αλεστικό μηχανισμό της Ιστορίας, πτυχές και σκηνές της οποίας συνέλαβε, εντυπώθηκε και οικειοποιήθηκε η ποιήτρια σε μια συγκεκριμένη στιγμή, σε έναν ορισμένο τόπο.  Αυτός ο φόβος, στην μετουσιωμένη ποιητική εκδοχή του, είναι που την κρατάει -την ποιήτρια- καθηλωμένη στην κατάσταση του ονείρου, που την εγκλιματίζει στις συνθήκες του και της επιβάλλει να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα διαβρωμένη από τις αναθυμιάσεις του. Με συνέπεια να προκύπτει μία ποίηση ιδιοτύπως εξαϋλωμένη και, συνάμα, εξαϋλωτική προσώπων, πραγμάτων και κατα-στάσεων, απελευθερωμένων από την υλική τους υπόσταση, πρόσφορων στις μεταλλακτικές ιδιότητες της φαντασίας, της φαντασίωσης και του ονείρου. Αλλά μιας φαντασίας και μιας φαντασίωσης δέσμιων των πραγμάτων και των αισθημάτων που τις προκάλεσαν τις τρέφουν και τις διατηρούν σε ετοιμότητα.
Η Βερονίκη Δαλακούρα μοιάζει να βρίσκεται στην ωριμότερη δημιουργική στιγμή της, με κατακτημένη μιαν απολύτως δική της, προσωπική, μυθολογία, με ένα απολύτως δικό της ποιητικό σύμπαν, ευρύχωρο όσο χρειάζεται για να συμπεριλάβει όλα όσα την κινητο-ποιούν στην περιδιάβασή της στην καρδιά του χρόνου και του χάους της Ιστορίας. Η γλώσσα της ανταποκρίνεται απολύτως στη σιωπηλά εκφραζόμενη αξίωση των προσώπων, των πραγμάτων και των καταστάσεων να υποστασιοποιηθούν ποιητικά, να αποτυπωθούν στο ημίφως του ονείρου και του υποσυνειδήτου, διαθλασμένα από κάτι δυσεξιχνίαστους μηχανισμούς της μνήμης και της φαντασίας. Γλώσσα που γνωρίζει καλά να ενεργοποιεί τη σιωπή, να κάνει σαφές το νόημα του υπονοούμενου και να αφήνει να διαχέεται υποβλητικά και μουσικά το σαφές και το συγκεκριμένο· αμφίσημη, ενίοτε γοητευτικά σκοτεινή και απροσδιόριστη, δημιουργώντας συχνά την αίσθηση ότι έχουν διαβρωθεί οι λεκτικοί συνεκτικοί αρμοί ανάμεσα στο ποιητικό υποκείμενο και στα όσα αποσπούν την προσοχή του και το ενεργοποιούν ποιητικά. Σαν να έχει διαρραγεί η σχέση, η αντιστοιχία των ονομάτων με τα αντικείμενα που προσδιορίζουν, με συνέπεια τα τελευταία να μη στερεοποιούνται με ασφάλεια· να απεικονίζονται ακινητοποιημένα, πλην όμως με μια τρικλίζουσα -και γι’ αυτό καλλιτεχνικά-εικαστικά δραστική- σταθερότητα, επίφοβα και σαν φευγαλέα.
Ο Κώστας Γ. Παπαγεωγρίου είναι ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: