13/8/11

Ο Τσε στην Αστόρια

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

ΝΙΚΟΣ ΑΛΕΞΙΟΥ, Κυκλικά τραύματα, εκδόσεις Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος, σελ. 56

«Παιδί» της μεταπολίτευσης ο Νίκος Αλεξίου, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 στη Νέα Υόρκη, όπου και διδάσκει στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο. Ποιητικά αλλά και ιδεολογικά εκκινεί από το κλίμα εκείνης της δεκαετίας, δεσμεύεται θα έλεγα από τα συμφραζόμενά της, όμως εν τέλει ταυτοποιείται, ζει και αναπνέει στην πραγματικότητα της μετανάστευσης και, γράφοντας στη μητρική γλώσσα, εντάσσεται στην κουλτούρα, μάλλον στη σχέση της ομογένειας.
Μακρινό
άσπρο και μαύρο όνειρο
το πρόσωπό σου
σε μια φωτογραφία της στιγμής
Αυτή η πολλαπλότητα των προσδιορισμών, μαζί με την ανοιχτή στα πράγματα και την ιστορία οπτική του, έχει σαν αποτέλεσμα το βιβλίο να βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με το διακείμενό του, τον οποίο διάλογο όχι μόνο δεν τον κρύβει τεχνηέντως, όπως κάποιοι κουτοπόνηροι επαρχιώτες, αλλά τον προβάλλει σε πρώτο πλάνο, παίρνοντας έτσι μεγάλα ρίσκα, αφού το διακείμενο μπορεί απλούστατα να ορίσει το πεδίο, αντί να ενταχθεί στην ποιητική εικόνα που φτιάχνει ο ποιητής, δηλαδή να την καταστρέψει.
Ο Αλεξίου όμως καταφέρνει και τιθασεύει αυτές τις δυνάμεις και τα φορτία που κουβαλούν, φθάνοντας μάλιστα σε εξαιρετικές συμπυκνώσεις:
ο Άρης στα ερείπια της Καρχηδόνας
στις ίδιες καλύβες και πεζούλια
κι ο στρατηγός ακόμα στη Λάρισα
στα ζοφερά λιοπύρια
του Καμίνο ντε λα Φουέντε
Βελουχιώτης, Εγγονόπουλος, Λόρκα, Πάουντ, Ελύτης, Κοέν, Έλιοτ, Χουλιάρας, Καρούζος, Αϊνστάιν-Ράσελ, Μπρεχτ, Ρήγας Φεραίος, Τσε, Πεσσόα, «Αναθεώρηση ή επανάσταση;», «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα;», Αστόρια, τζαζ... Όλοι και όλα λοιπόν σε πρώτο πλάνο, να υπόσχονται μία ακόμα κιτς συνεύρεση, σαν τις οικογενειακές ή και ομογενειακές εορτές, αλλά όχι, αυτό δεν συμβαίνει∙ αντίθετα, τα ποιήματα του Αλεξίου λάμπουν από φυσικότητα και απλότητα. Η τεχνική που το επιτυγχάνει είναι ανάλογη με το αποτέλεσμα: δεν φορτίζει τις λέξεις και τις εικόνες, δεν δραματοποιεί τα διακείμενα, δεν «χτίζει» πάνω τους, αλλά φτιάχνει μια απρόσκοπτη ροή εικόνων, αισθημάτων, ιδεών, αναφορών, εντάσσοντας στην ανάπτυξη του λόγου κομμάτια και στιγμιότυπα της ιστορίας και της ποίησης.
Τα χρυσά σου χέρια σιώπησαν
σπασμένα κλειδοκύμβαλα
ξέχασα τη μακρινή  μου ταυτότητα
στο κλειστό πιανοποιείο
έσπασαν κι οι πολύχρωμες χάντρες
σκόρπισαν παντού,
τι χρώμα έχει ο θάνατος
στη Νέα Ορλεάνη;
Το πλέον συζητημένο (και κακοποιημένο) θέμα της εποχής μας, το ζήτημα της ταυτότητας, είναι λοιπόν το «θέμα» των ποιημάτων του Αλεξίου, σ’ αυτό αγκυρώνεται η ποίησή του:
-Εδώ ή εκεί;
-Ούτ’ εδώ ούτ’ εκεί.
-Και εδώ και εκεί
Μόνο που αυτό το τρίστιχο είναι υπερβολικά προβλέψιμο για να είναι ποιητικό, και θα ήταν απλοϊκό αν δεν ακολουθούσαν οι επόμενοι στίχοι:
Έτσι λέμε
καθώς πετάμε
μονάχοι στ’ όνειρο
και πορευόμαστε.
Αυτή τη λεπταίσθητη ταλάντευση κομίζει λοιπόν ο Αλεξίου, πραγματώνοντας μια προγραμματική «παραγγελιά»: ταπεινή τέχνη, χωρίς ύφος. Εμπεδώνοντας έτσι τον διάχυτο και από τόσους πολλούς ποιητικά αδικαίωτο καρυωτακισμό της Μεταπολίτευσης. Και το επιτυγχάνει, ακριβώς επειδή δεν τον οδηγεί στις άγονες –όπως αποδείχθηκαν- σαχτουρικές απλοποιήσεις, αλλά στα μεγάλα ιστορικά και, γιατί όχι, πολιτικά διακυβεύματα της εποχής, όπως άλλωστε και άλλοι, συγγενικοί μ’ αυτόν ποιητές, π.χ. ο συνεπώνυμός του Δημήτρης Αλεξίου ή ο Ηλίας Γκρης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: