ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΟΥΝΕΝΗ
Ο Νίκος Κουνενής είναι πεζογράφος
ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΟΥΡΑΖΟΠΟΥΛΟΥ, Η ενοχή της αθωότητας, μυθιστόρημα, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 400
Σε μια μελλοντική Ευρώπη, που ελάχιστα θυμίζει τη σημερινή, τοποθετεί την υπόθεση του τέταρτου μυθιστορήματός της η Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Τα γνωστά κρατικά μορφώματα του παρόντος έχουν αντικατασταθεί από εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους πόλεις-κράτη, η κάθε μια εκ των οποίων κατοικείται από μια επαγγελματική κάστα, αποτελούμενη από επί μέρους εξειδικευμένες συντεχνίες. Κάθε κάστα ρυθμίζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της οργανωμένης στο πλαίσιο της πόλης κοινωνικής ζωής: σε διάφορα σημεία της ηπείρου συναντάμε πόλεις-θεραπευτήρια, πόλεις-εργαστήρια, πόλεις-βιβλιοθήκες, πόλεις-θέατρα, πόλεις-μοναστήρια, πόλεις-οίκους ανοχής κ.ά., που αποτελούν τα διακεκριμένα κομμάτια του παζλ μιας ιδιότυπης δημοκρατίας, διοικούμενης από μια ομοσπονδιακή αντιπροσωπευτική κεντρική διοίκηση, ενώ η ιδιότητα του επαγγελματία έχει καταλάβει τη θέση αυτής του πολίτη.
Στο πλαίσιο του παράδοξου αυτού μετακαπιταλιστικού κοινωνικοπολιτικού σχηματισμού, και ενώ η κεντρική εξουσία βρίσκεται ενώπιον μιας πρωτοφανούς πολιτικού κρίσης, δυο φίλοι -ένας φύλακας που διέπραξε την ύβρη της αποστασίας από την κάστα των φυλάκων, μετατρεπόμενος σε καλλιτέχνη, και ένας υποβαθμισμένος διανοούμενος- αναλαμβάνουν να φέρουν σε πέρας ένα παράξενο έργο. Η αποστολή τους συνίσταται στο να συνοδέψουν από πόλη σε πόλη έναν άγνωστο στους ίδιους αλλά και στο σύνολο των κατοίκων της Ευρώπης κρατούμενο. Η δίκη διεξάγεται δημοσίως και το κατηγορητήριο είναι απολύτως ασαφές. Κατά την παραμονή του κρατουμένου σε κάθε πόλη-κράτος οι κάτοικοι θα πρέπει να αποφασίσουν περί της αθωότητας ή της ενοχής του. Μία και μόνη ψήφος είναι αρκετή ώστε να αθωωθεί ο κατηγορούμενος, ο οποίος δικαιούται επίσης να συμμετάσχει στην ψηφοφορία. Η όλη διαδικασία εντάσσεται στην απόφαση των μηχανισμών εξουσίας να οργανώσουν μια ελεγχόμενη «επανάσταση μέσα στην επανάσταση», η οποία θα λειτουργήσει αναζωογονητικά για το ευρισκόμενο σε κρίση σύστημα.
Η μεταβίβαση της συνολικής ευθύνης για την έκβαση της δίκης από την κεντρική εξουσία στο σώμα των ψηφοφόρων αφαιρεί από τους τελευταίους κάθε δικαιολογία σχετικά με το μικρό ειδικό βάρος του δικού τους ρόλου εντός του πλαισίου της ιεραρχικής κοινωνικοπολιτικής δομής: κατά το διάστημα των λίγων ημερών της μετακίνησης του κατηγορουμένου και της μαζικής απόφανσης των κατοίκων της κάθε πόλης-κράτους περί της αθωότητας ή της ενοχής του, η επιλογή των επαγγελματιών κατοίκων (αλλά και των πόλεών τους ως συλλογικών οντοτήτων-φορέων διακριτών απαιτήσεων πρωτοκαθεδρίας μέσα στο όλο σύστημα) είναι φοβική: προκειμένου να μην επωμιστούν τις άγνωστες συνέπειες της απόφασής τους ουδείς κάτοικος ή πόλη αρνείται τη συναίνεση στο έγκλημα της καταδίκης ενός αθώου. Αντιθέτως, η όλη διαδικασία της δίκης αξιοποιείται υποκειμενικά από τους μετέχοντες, προκειμένου να επαναπροσδιορίσουν προς όφελος των καστών τους τούς συσχετισμούς των δυνάμεων. Μια σειρά από κατασκευασμένα και αρκούντως αποπροσανατολιστικά διλήμματα διευκολύνουν τόσο τη στάση τους όσο και τις επιδιώξεις του κοινωνικοπολιτικού συστήματος: το τελευταίο επιτυγχάνει να οδηγήσει την κοινωνία σε μια ευφυή διαδικασία συναίνεσης-αυτοχειραγώγησης, ενισχύοντας την ιδεολογική και δομική του ακαμψία και επανεφευρίσκοντας τις ισορροπίες που θα εγγυηθούν τη διαιώνισή του. Ανάμεσα στο πλήθος των κατασκευασμένων διλημμάτων, κυρίαρχο αναδεικνύεται εκείνο της σύγκρουσης ανάμεσα στην καλλιτεχνική δημιουργία και τη διανόηση, το οποίο και εσωτερικεύεται από τους ήρωες που μεταφέρουν τον κρατούμενο από πόλη σε πόλη, γεννώντας μέσα τους την καχυποψία και οδηγώντας τους κλιμακωτά σε όλο και σκληρότερες συγκρούσεις. Ο επιζητούμενος από την εξουσία αγώνας αλληλοεξόντωσης του πάθους από το πνεύμα, και αντιστρόφως, αναδεικνύεται σε θεμελιώδη αναγκαιότητα για το σύστημα. Στον αντίποδα, η δυνατότητα συνειδητής δημιουργικής συμπόρευσής τους αναζωογωνεί την ελπίδα για μια άλλη, λυτρωτική προοπτική.
Συνεχίζοντας τη δημιουργική συνεισφορά της στο χώρο του μυθιστορήματος πολιτικής φαντασίας, συνεισφορά που, κατά τη γνώμη μου, την τοποθετεί διεθνώς δίπλα στους σημαντικούς δημιουργούς του είδους, η Ιωάννα Μπουραζοπούλου ανεβάζει για μία ακόμη φορά τον πήχυ, οικοδομώντας ένα πολυσύνθετο και εξαιρετικά πειστικό -τόσο στις θεμελιώδεις δομικές συντεταγμένες του όσο και στο πλήθος των λεπτομερειών του- κοινωνικοπολιτικό σύμπαν. Εντός αυτού τοποθετεί μια ελκυστική ιστορία, που αν και εξελίσσεται στο πλαίσιο ενός απολύτως επινοημένου από την ίδια παράδοξου μέλλοντος, μιλά με σαφήνεια για τα ψεύτικα διλήμματα και τις «αθώες συνενοχές» που τα διαιωνίζουν στους αρκούντως δύσμοιρους καιρούς μας, διερευνώντας παράλληλα τη δυνατότητα υπέρβασής τους, μέσα από την αναζήτηση μιας ενοποιητικής διαδικασίας, εστιασμένης στο αίτημα του διπλού παντρέματος της συνείδησης με το πάθος και τη γνώση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου