Μισός
αιώνας στην υπηρεσία του πολιτισμού
ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
Είθισται, όταν φέρνει κανείς στον νου του ένα βιβλίο,
ο πρώτος σταθμός της σκέψης του να είναι ο συγγραφέας του. Ανατρέχει έπειτα στην
υλικότητά του, στην οπτική του εντύπωση, στην απτή φυσικότητά του, στην
ιδιαιτερότητα της οσμής του -ίσως ακόμη και στους ήχους στον δρόμο όταν το
πρωτοσυνάντησε στα ράφια του βιβλιοπωλείου ή και στους ανθρώπους που τον
συντρόφεψαν στη γνωριμία του μαζί του. Και κάπως έτσι ζωντανεύει η εικόνα των τεχνιτών
του βιβλίου, αυτών που με την επιμελή φροντίδα τους σχεδίασαν το ταξίδι «από το
χειρόγραφο στο τυπωμένο» και πρόσφεραν φωνή και φιλόξενη στέγη στις σκέψεις του
συγγραφέα.
Ο Θόδωρος Μαλικιώσης υπήρξε, αναμφίβολα, για μισό και
πλέον αιώνα, ένας από αυτούς τους τεχνίτες, μια εμβληματική φυσιογνωμία εκδότη που
αναδύθηκε κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο και σφράγισε με την παρουσία του τον
πολιτισμό του βιβλίου στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, όμως, και μια μαχητική και
ταπεινή μορφή αγωνιστή της Αριστεράς, ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, για την
οποία αυτός ο πολιτισμός δεν θα μπορούσε παρά να είναι μια υπόθεση προσιτή στο
κατά το δυνατόν ευρύτερο κοινό -ιδίως στο οικονομικά αδύναμο- και να υπηρετεί
το όραμα μιας συλλογικής «πολιτιστικής άνοιξης» -παρά το όποιο προσωπικό κόστος
μιας τέτοιας επιλογής.
Με αυτή τη φιλοδοξία μιας «νέας ριζοσπαστικής και
αριστερής παρέμβασης στον χώρο του βιβλίου» ήταν που ίδρυσε, μαζί με τον Μίμη
Δεσποτίδη, τον εκδοτικό οίκο «Θεμέλιο», στις αρχές Μαΐου του 1963, λίγες μέρες
πριν τη δολοφονία Λαμπράκη. Με τη σημερινή ματιά, η ονομασία αυτή, δανεισμένη
από ομότιτλο βραχύβιο περιοδικό (1947) μιας ομάδας νέων λογοτεχνών της
Αριστεράς με πρότερη συμμετοχή στην Αντίσταση, είναι πράγματι περιγραφική του
έργου που ο οίκος επιτέλεσε τις δεκαετίες λειτουργίας του και συνεχίζει έως
σήμερα: να θέτει δηλαδή τα θεμέλια νέων επιστημονικών και διανοητικών
αναζητήσεων, ενός πολιτικού πολιτισμού μέσω του δημοκρατικού διαλόγου, αλλά και
μιας ουσιαστικής πολιτιστικής διαπαιδαγώγησης για διαδοχικές γενιές αναγνωστών.
Στους 90 τίτλους που εξέδωσε κατά την πρώτη τετραετία
λειτουργίας του (1963-1967), οι οποίοι γνώρισαν μεγάλη διάδοση και κινούνταν
γύρω από τη σύγχρονη ελληνική, αλλά και ξένη πεζογραφία και ποίηση,
διακρίνονται τα ονόματα των Νικηφόρου Βρεττάκου, Άλκης Ζέη, Τάσου Λειβαδίτη,
Γιάννη Ρίτσου κ.ά., αλλά και Εντίτα Μόρρις (Τα
λουλούδια της Χιροσίμα) ή σοβιετικών συγγραφέων που είχαν επηρεαστεί από το
πνεύμα του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Παράλληλα, σειρές όπως η Μαρξιστική Σκέψη, η Βιβλιοθήκη Δημοκρατικού Διαλόγου, η Σύγχρονη πολιτική ιστορία και δοκίμιο και οι Μαρτυρίες τροφοδοτούσαν τον προβληματισμό γύρω από θεματικές της
πρόσφατης ιστορίας και του σύγχρονου στοχασμού, σε μια περίοδο έντονων
πολιτικών και πολιτισμικών τριγμών σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο.
Δεν επρόκειτο όμως μόνο για την εκδοτική
δραστηριότητα του «Θεμελίου». Το βιβλιοπωλείο του, η λεγόμενη «Λέσχη του
Βιβλίου», στη Στοά της Όπερας (Ακαδημίας 57), αποτέλεσε ένα «πνευματικό
εντευκτήριο», μια «φιλόξενη και πολιτισμένη Γωνιά», όπως έγραφε χαρακτηριστικά
η Αυγή (24.12.1964), στην οποία
λάμβαναν χώρα πλήθος εκδηλώσεων σχετικά με συναφή με το βιβλίο θέματα, είτε σε
επετειακή λογική, όπως π.χ. η Εβδομάδα για την Πρωτομαγιά του 1944, είτε με
παρουσιάσεις πρόσφατα εκδιδομένων βιβλίων, πρωτοστατώντας ουσιαστικά στην
καθιέρωση της σχετικής πρακτικής. Το ίδιο ίσχυσε, σε διαφορετικό βαθμό, και για
τις αντίστοιχες «Λέσχες» της Θεσσαλονίκης και των Χανίων, καθώς και της πιο
βραχύβιας, του Βόλου. Αλλά και πέραν των τοπικών ορίων, η πολιτιστική συμβολή
του οίκου συνδέθηκε επίσης με τη διοργάνωση: α) συναυλιών (π.χ. της Ρωμιοσύνης ή του Μαουτχάουζεν του Μίκη Θεοδωράκη στο θέατρο «Κεντρικόν»), β) δημόσιων
πνευματικών παρεμβάσεων, όπως οι δύο «Εβδομάδες Σύγχρονης Σκέψης» (1965-1966),
με συμμετοχή Ελλήνων και Ευρωπαίων διανοητών, αλλά και γ) κινητοποιήσεων στο
πλαίσιο πολιτικών διεκδικήσεων, όπως η συμμετοχή με «κινητό βιβλιοπωλείο» στη
Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης του 1964.
Το πλήγμα που κατάφερε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών
στην οικονομική ζωή του οίκου, με την κατάσχεση της περιουσίας του και την
εξορία του Θ. Μαλικιώση στη Γυάρο, δεν στάθηκε ικανό να εξαλείψει την
κυκλοφορία της πνευματικής παραγωγής του. Μέσα στη δικτατορία, έργα όπως το Ζ του Βασίλη Βασιλικού, που είχε εκδοθεί
το 1966 από το «Θεμέλιο», συνέχισαν -έστω και κλεψίτυπα, σε φωτοτυπική
ανατύπωση- να βρίσκουν ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό. Είναι, ταυτόχρονα, τα
χρόνια της διάσπασης στους κόλπους της κομμουνιστικής αριστεράς, κατά τα οποία
προσδένεται στο άρμα του ΚΚΕ Εσωτερικού και τον χώρο, κατόπιν, της ανανεωτικής
Αριστεράς.
Κατά τη Μεταπολίτευση, παρά τις όποιες αρχικές
οικονομικές αντιξοότητες, πέτυχε γρήγορα να ανακάμψει, επανεκδίδοντας έργα της
προηγούμενης περιόδου, αλλά και συγκροτώντας νέες σειρές, που θα διαδραματίσουν
πρωταγωνιστικό ρόλο στη διάχυση της ιστορικής, κυρίως, παιδείας, όπως η
εμβληματική Ιστορική Βιβλιοθήκη, υπό
τη διεύθυνση, αρχικά, του Νίκου Σβορώνου. Ο θάνατος του Μίμη Δεσποτίδη, το
1981, σηματοδοτεί το τέλος ενός σημαντικού κεφαλαίου και την αρχή ενός νέου στην
ιστορία του εκδοτικού οίκου, ο οποίος θα συνεχίσει για τις επόμενες δεκαετίες
την παραγωγή βιβλίου χωρίς έκπτωση στην ποιότητα του περιεχομένου, παρά τις
νέες, ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες της οικονομικής κρίσης. Μετεγκατεστημένος
σήμερα στο βιβλιοπωλείο της οδού Σόλωνος 84, υπό τη διεύθυνση πλέον της Άννας
και της Δέσποινας Μαλικιώση, συνεχίζει αυτή την παράδοση δεκαετιών στην
υπηρεσία του πολιτισμού, όπως πιστοποιεί εξάλλου και η πρόσφατη συγκρότηση μιας
νέας σειράς ιστορικών βιβλίων για τη Μεταπολίτευση.
Με την αδιάλειπτη και διακριτική αγάπη του προς το
βιβλίο, λοιπόν, ό,τι κληροδοτεί σήμερα ο Θ. Μαλικιώσης στον χώρο των γραμμάτων
δεν είναι ένα στατικό ιστορικό πρότυπο προς μίμηση αλλά μάλλον μια πηγή
έμπνευσης για να μπορούμε εμείς, σε κάθε γενιά, να φανταζόμαστε μια καινούργια
κάθε φορά εικόνα για τον πολιτισμό που παράγουμε.
Ο Νίκος
Θεοδωρόπουλος είναι ιστορικός
Έργο της Daglara, φωτ. Studio Vaharidis |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου