3/2/19

Όταν «το πένθος και το πάθος γίνονται συνώνυμα»

ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Δ. ΠΕΖΑΡΟΥ

ΣΟΥΛΕΪΜΑΝ ΑΛΑΓΙΑΛΗ ΤΣΙΑΛΙΚ, Στην αρχή των συμπτώσεων δύο εκλάμψεις…, Εκδόσεις Δωδώνη, σελ. 61

Με την έκτη ποιητική του συλλογή, ο ήδη δοκιμασμένος Ρόδιος ποιητής επιστρατεύει τη λειτουργία της μνήμης για να εκφράσει, με λιτούς ποιητικούς διαλογισμούς, τον «πόνο του ανθρώπου και των πραγμάτων»  για απώλειες που σημάδεψαν τη ζωή του ή/και γεγονότα που κινητοποίησαν τις ευαισθησίες του.
Η συλλογή των 38+2 ποιημάτων διαμοιράζεται σε τρεις ενότητες: Η πρώτη, που δίνει και τον τίτλο ολόκληρης της συλλογής, αποτελεί, όπως φαίνεται, και το κλειδί για την προσβασιμότητά της. Η πλειοψηφία, άλλωστε, των ποιημάτων (16+1) έχει ενταχθεί σε αυτή την ενότητα, η οποία αφιερώνεται «Σε σένα / που διάλεξες να φύγεις / νωρίς». Πρόκειται, επομένως, για μια ελεγεία προς ένα αγαπημένο πρόσωπο, το οποίο, μόλις στο τρίτο ποίημα της ενότητας, προσδιορίζεται, από τον αρχικό ακόμα στίχο: «Είχες φύγει –εσύ, ο κατά νόμον αδελφός μου- / μα ήσουν ακόμα εδώ / και μου μιλούσες γεμάτος ανασφάλεια / με κείνο το μισοσβησμένο πρόσωπο / που έβγαζε μιαν απορία φεύγουσα / δίχως προσδιορισμούς κι αναφορές / από τις εκβολές του Αχέροντα.» (σ. 13).
Μέσα, λοιπόν, από τους στίχους αυτής της ενότητας, αναδύεται ένα χαρισματικό, όπως φαίνεται, πρόσωπο, που πριν φύγει για το επέκεινα, πρόλαβε να ψηλαφήσει την αγάπη, να ζήσει τον έρωτα, να θαυμάσει την ομορφιά «Κάποτε που εκείνη περνούσε / αναπόδραστα / μες στων τουριστών την παραζάλη / …  άκουγα έναν γηραλέο μεσοδρομίς / αργά να συναρμολογεί / μες στο κενό της μνήμης: / Una siniora con delle belle mani» (σ. 25).
Μήπως πρόκειται, λοιπόν, για δύο πρόσωπα-«εκλάμψεις» που τις έζησε από κοντά ο ποιητής και που, έστω εκ των υστέρων, επιχειρεί να τις αποτυπώσει ελεγειακά, μνημονεύοντας την «αρχή των συμπτώσεων» που οδήγησαν στην ένωσή τους; «Όταν ο απόηχος της αγοράς / ήταν ακόμη νωπός το σούρουπο, / ένας σχολιογράφος γινόμουν / των λεπτομερειών της καθημερινότητας …» (σ. 23).

Η δεύτερη ενότητα τιτλοφορείται «Ευθύνες της φωτιάς» κι εξαρχής, στον υπότιτλο, δηλώνεται σε τι ακριβώς αναφέρεται η θεματολογία των 10+1 ποιημάτων της: «Ακολουθούσα νοερά / όλους αυτούς στην Ειδομένη, …». Δεν είναι, λοιπόν, παρά η ποιητική αποτύπωση με χαμηλόφωνους, αλλά ελεγειακούς και πάλι, τόνους, των έντονων συναισθημάτων που προκάλεσε η άμεση ή έμμεση παρακολούθηση της απίστευτης τραγωδίας των προσφύγων που εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια μας, όταν, τα τελευταία ιδίως χρόνια,  κατέκλυσαν τον τόπο μας, μια τραγωδία που ακόμη και σήμερα είναι εν εξελίξει. «Εν κινήσει / κατά μήκος / του μόνου δρόμου / των όλων, / σας αποχαιρετούσα / ποιητικά / μ’ ένα λουλούδι / που εξαργυρώνει / τη μυρωδιά της ύπαρξης / από τον κήπο των ευχών.» (σ. 31).

Η τρίτη ενότητα είναι, κατά τη γνώμη μου, η πιο ενδιαφέρουσα, από πλευράς ποιητικής και θεματολογίας. Επιγράφεται «Ιδιότυπα και Ετεροχρονισμένα» και αποτελείται από 12 ανεξάρτητα και σχετικά πολύστιχα ποιήματα, τιτλοφορημένα και όχι απλώς αριθμημένα. Δεν εντάσσονται, δηλαδή, σε μια κοινή θεματολογική βάση, όπως οι προηγούμενες δύο ενότητες. Ωστόσο, τα περισσότερα αναπτύσσονται θεματολογικά με αφορμή παντός είδους απώλειες, απραγματοποίητες επιθυμίες, μοναχικότητες, ανατροπές. Κι εδώ, λοιπόν, προέχουν συγκινητικές μορφές ελεγειών, μερικές φορές, μάλιστα, με κοινωνικές αιχμές. Επιπλέον, ένας υποβόσκων ερωτισμός διαχέει πολλά ποιήματα αυτής κυρίως της ενότητας: «Ποια μουσική στα βλέφαρα / και ποιοι φθογγολογικοί καταρράκτες στα χείλη / διέλυαν την αντήχηση των πραγμάτων / κάπως νευρωτικά κι εθελούσια; / Κι όλα αυτά μπερδεύονταν τόσο αδιάφορα / με τις διακλαδώσεις της ευπρέπειας …» (Εκείνο το καλοκαίρι, σ. 56).
Συνοπτικά, πρόκειται για μια ποιητική του πένθους που το σύνολο σχεδόν της παρούσας συλλογής υπηρετεί, μέσα από μια πηγαία ανάβλυση συναισθημάτων, με λεπτότητα και λιτή εκφραστικότητα. Αισθαντικοί οι στίχοι, συχνά με σουρεαλιστικές πινελιές, διακρίνονται για τους χαμηλούς τόνους, την γλωσσική τους επιμέλεια και, κυρίως, την ενότητα ύφους. «Μου πήρε χρόνια να δεχτώ / τη ζώσα ζωή όπως είναι / … και να κινούμαι δίχως τέλος / με ποιητικούς ανασασμούς / όλο και πιο πολύ, / όπως ο ήλιος / προβάλλει σταθερός απ’ το πρωί / στεφανώνοντας τις απουσίες αγαπημένων. …» (σ. 54).
Ο Σουλεϊμάν Αλάγιαλη-Τσιαλίκ, γέννημα-θρέμμα της Ρόδου και, με όρους των παλιών ταυτοτήτων, Έλληνας μουσουλμάνος στο θρήσκευμα, είναι αυθεντικός ποιητής. Βραβευμένος από το 1992-93 με το Β΄ Βραβείο Ποίησης Ιπεκτσί και ανθολογημένος από τον Βασίλη Βασιλικό (εκδ. Πλειάς, 1993), εκφράζει, για μια ακόμη φορά, τις ευαισθησίες του, στα ελληνικά βεβαίως, σε ορθό και εμπνευσμένο ποιητικό λόγο. Δίκαια, επομένως, κατέχει εξέχουσα θέση στην πνευματική ζωή της ιδιαίτερης πατρίδας του.

Ο Παύλος Δ. Πέζαρος είναι ποιητής

Ελένη Μωραΐτη, Συνάψεις, 1992, μελάνι σε χαρτί σε πλέξιγκλας, 132 x 95 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: