Μάρω Φασουλή, Tous les jours, 2017, μικτή τεχνική σε χαρτί κολλημένο σε ξύλο, 150 x 100 εκ. |
ΖΕΦΗ ΔΑΡΑΚΗ, Ο ύπνος είναι ρόδο, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2016
Σώπαινε,
Σιωπή και σώπαινέ με
φύλαγε μυστικά τα λόγια που σου εμπιστεύτηκαν
το θάνατό τους.
Βύρων Λεοντάρης, Ημών των άλλων, 2006
Στην πρόσφατη ποιητική συλλογή της Ζέφης
Δαράκη Ο ύπνος είναι ρόδο (2016) υλοποιείται
η λειτουργία των μεταμορφώσεων. Το συγκεκριμένο θέμα (ύπνος) μετατρέπεται σε
σύμβολο (ρόδο) και μετακινείται αντίστοιχα το κέντρο βάρους προς μια γενικότερη
θέαση του νοήματος. Η μεταμόρφωση εμψυχώνει το έργο της ποιήτριας και το
μετατρέπει σε ένα ανοιχτό ποίημα, σε work in progress. Το Ανοιχτό είναι ο χώρος του
ποιήματος, «ο χώρος της παντοδύναμης κυκλοφορίας και της αδιάκοπης
μεταμόρφωσης». Η προσωπική της μυθολογία άλλωστε από τις Μεταπτώσεις (1967) και εξής χαρακτηρίζεται από διπολικότητα : κινείται
από το παρελθόν προς το παρόν/μέλλον, καθώς και από το πραγματικό προς το
φανταστικό/ονειρικό στοιχείο και αντίστροφα. Ως αποτέλεσμα προκύπτει μια
μοντέρνα στροφή της γραφής στα ενδότερα τοπία της συνείδησης, καθώς και ένας
διάλογος με την προσωπική μνήμη. Σκοτάδι
που κυλάς μες στο σκοτάδι σου/ αιώνια θα μπορούσες να κυλάς/ σε ακινητοποιώ/ με
της γραφής το αμάρτημα
Ο ύπνος στο βιβλίο της Δαράκη εκλαμβάνεται ως
μια καταφυγή, έτσι που η πραγματικότητα να μεταφράζεται σαν εφιάλτης. (Η
ανάμνηση αντίστοιχα καλύπτεται από το προσωπείο άλλοτε της τρυφερότητας και της
νοσταλγίας και άλλοτε του τρόμου). Κάτω από την επιφανειακά γαλήνια επιφάνεια
της γραφής υφέρπει η απόγνωση. Τα ποιητικά πρόσωπα/προσωπεία ακροβατούν λοιπόν
στην τεντωμένη επιφάνεια του κειμένου «σαν την επόμενη βαθύτερη πραγματικότητά
τους». Η πολυφωνία προσφέρει το τελικό αποτέλεσμα – σύνθεση των επιμέρους φωνών
που ακούγονται. Πρόκειται για μια ακραία εκδοχή των ορίων της ποίησης ή των
ορίων της εικόνας. Σε ορισμένες στιγμές της γραφής, η εικόνα τής προκαλεί
τρόμο. Πρέπει να σκοτωθώ επί τέλους/ πάνω στην κόψη των εικόνων
Ισορροπία στην κόψη
των εικόνων πετυχαίνει η γυναικεία μορφή η οποία προσλαμβάνει διάφορα ονόματα
στην ποίηση της Δαράκη (Λένα Όλεμ, Θάλεια, Μαρία, Μέμορη, Regina) και κυκλοφορεί στις σελίδες του
έργου της. Συνομιλίες αναπτύσσονται αντίστοιχα ανάμεσα στα πρόσωπα, «Συνομιλίες
που δεν», σε διάφορες χρονικές βαθμίδες, στο παρόν ή «Στο μετά θάνατον μέλλον».
Πίσω από τις «διαρκώς αόρατες συναντήσεις» παραμονεύει ο άλλος εαυτός, το alter ego της ποιήτριας. Ή «στα βαθιά νερά του
καθρέφτη το πιο/απόμακρο είδωλο/ενός σώματος πέφτει». Στο βάθος ακούγεται σαν
μουσική υπόκρουση, το «Σόλο φλάουτο». Κλιμακώνεται επομένως η ποιητική έμπνευση
σε μουσικές παραλλαγές που οδηγούν στα άκρα της εμπειρίας, στο χείλος του
γκρεμού. Αυτή η θλιμμένη σκέψη που
χορεύει/ αυτή η θλίψη/ στ’ ανοιχτά της
θλίψης
Πίσω από τη φαινομενική ισορροπία του λόγου ωστόσο
βρίσκεται το απαρηγόρητο. Ή, με άλλα λόγια, το ημιτελές, το μισοτελειωμένο, το
αμίλητο, το ανείπωτο. Η γλώσσα άλλωστε εκφράζει το ορατό και οι λέξεις
σχηματίζουν αλυσίδες, ενώ την ποιήτρια προσελκύουν οι αποσπασματικές εικόνες
της ζωής που περνούν σαν σε καλειδοσκόπιο. Το σώμα παραμένει στο σκοτάδι/στο
υπόγειο της ύπαρξης ενώ το αόρατο καραδοκεί. Η περιπλάνηση της ποιήτριας στον
κόσμο ακολουθεί τους μαιάνδρους, τις επικίνδυνες σκάλες, ακόμα και την
«ακροχαλασιά» - σε έναν ευρηματικό συμφυρμό λέξεων - του περίπατου. Εκεί την
παραμονεύει ο εφιάλτης, το είδωλο, η αντίστροφη εικόνα της λίμνης. Η λίμνη σηκωνόταν στα τέσσερα/ λάμποντας και αφρίζοντας/ Κι άλλοτε με ψιθύρους του αέρα και του νερού/
γνωρίζοντας τα πάντα/ για τους νεκρούς
και τις σκιές τους
Τα ερωτήματα ωστόσο στην ποίηση είναι ζωτικής
σημασίας – ακόμα και τα αναπάντητα. Άλλοτε οι απαντήσεις δεν φθάνουν στην άκρη
του γκρεμού («Είναι κανείς εδώ;»). Άλλοτε μεσολαβεί ο θάνατος του συνομιλητή
(«κοιμάσαι μ’ έναν τρόπο/ που κανείς δεν μπορεί να καταστρέψει»). Η ειρωνεία
πάντως αποτελεί μια μορφή απάντησης ακόμα κι αν απευθύνεται στον Άγγελο του Rilke ή του Ελύτη («Αυτός ο Άγγελος από πού
θα περάσει»). Τα ερωτήματα οδηγούν στα άκρα, σε ένα σημείο όπου ο ποιητής και ο
αναγνώστης δεν μπορεί να συνεχίσει. Πρόκειται για ένα επιπλέον αδιέξοδο –
εκείνο της εικόνας. Ο περίπατός μου
τελείωνε/ στην άκρη ενός ολάνθιστου γκρεμού
Η ποιήτρια ακολουθεί την εικόνα μέχρι το τέλος
σε όλες της τις μεταμορφώσεις. Στην ποίησή της το ζητούμενο είναι να μην αποχρωματίζεται
η ποίηση ως ζωή. Και η ζωή ως ποίηση. Η διαρκής αγωνία του στίχου ως προς τις
διερευνήσεις του επιμένει, όσο κι αν το τοπίο παραμένει ζοφερό. Αυτή η ζοφερότητα
πρέπει να διατυπωθεί. Ο χειρομάντης
καθισμένος σε πανύψηλα κύματα θλίψης/ Γιατί
κανένα θαύμα πια/ Κανένα θαύμα
Και ενώ
ο Βύρων Λεοντάρης εναγώνια συνομιλεί με την ποίηση βυθιζόμενος ολόκληρος στη
Σιωπή της, η Δαράκη ακροβατεί στην κόψη των εικόνων, αναζητώντας «συνομιλίες
που δεν/υπήρξαν ποτέ».
Η Στυλιανή Παντελιά
είναι φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου