ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Είναι συχνά παράδοξες οι διαδρομές που
ακολουθεί ένα αρχείο μέσα στον μικρό ή τον μακρύ χρόνο, από την στιγμή που
αποκόπτεται από τον δημιουργό του. Είναι μεγάλη η πιθανότητα να χαθεί, να
διασκορπιστεί, να καταλήξει στα σκουπίδια, ή να αποτελέσει βορά τρωκτικών
ξεχασμένο σε σκοτεινά υπόγεια και υγρά πατάρια. Από την αναπόφευκτη πολλές
φορές αυτή τύχη, ξέφυγε το αρχείο του Αλέξανδρου Σβώλου, ύστερα από μια τυχαία,
αλλά ευτυχή συγκυρία. Το 1996, η εγκατάσταση του σκηνοθέτη Θόδωρου Τερζόπουλου
σε ένα διαμέρισμα στην οδό Σίνα 17 και Σκουφά, τον οδήγησε σε μια λησμονημένη
αποθήκη στο υπόγειο της πολυκατοικίας, όπου αντίκρισε «κειμήλια ζωής».
Αγορασμένο από τον Αλέξανδρο και την Μαρία Σβώλου τον Δεκέμβριο του 1935, το
σπίτι χρησιμοποιήθηκε από την Μαρία μετά τον θάνατο του συζύγου της καθώς το
σπίτι της οδού Φερρών και Φυλής δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αν η πλούσια
βιβλιοθήκη του Σβώλου είχε εκχωρηθεί στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το αρχείο
του, ένας μεγάλος όγκος ταλαιπωρημένων χαρτιών και φακέλων, όπως και αυτό της
Μαρίας Σβώλου, μιας δυναμικής διανοούμενης και πολιτικού, βρέθηκαν στα ΑΣΚΙ.
Ο χρόνος, ο εγκιβωτισμός, οι πολλαπλές
μετακινήσεις είχαν παίξει τον ρόλο τους∙ το αρχείο είχε χάσει την εσωτερική του
συνοχή. Παρά τις δυσκολίες, το αρχείο, που σήμερα εκτείνεται σε 3,5 γραμμικά
μέτρα, διαχωρίζεται πλέον σε συγκεκριμένες ενότητες, που αντιστοιχούν στις
ιδιότητες του Αλ. Σβώλου ως δημόσιου
λειτουργού, ως νομικού και δικηγόρου, ως πανεπιστημιακού δασκάλου και
επιστήμονα, τέλος ως κατ’ εξοχήν πολίτη και πολιτικού.
Πρώτη ενότητα αποτελεί η υπηρεσία του στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα. Το 1917 ως ανώτατο στέλεχος, Τμηματάρχης στην Διεύθυνση Εργασίας και
Κοινωνικής Πρόνοιας στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, με τις εκθέσεις και τις
εισηγήσεις του για τους εργατικούς νόμους, την κοινωνική ασφάλιση, τα σωματεία
και τους συνεταιρισμούς επεδίωξε την ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, σε μια περίοδο
που η εργατική νομοθεσία συστηνόταν, που τα δικαιώματα ούτε κεκτημένα
θεωρούνταν ούτε αυτονόητα, ενώ ο συνδικαλισμός αναζητούσε ακόμη τα βασικά του
χαρακτηριστικά. Ο διορισμός στην συγκεκριμένη θέση δεν ήταν άμοιρος των
επιστημονικών επιλογών του, καθώς το 1915 ο Σβώλος είχε ανακηρυχτεί διδάκτωρ
του Αθήνησι για την μελέτη του Το Δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και το
Δίκαιον των Σωματείων κατά το σύνταγμα και τον περί σωματείων νόμον.
Από τη θέση του στο Υπουργείο ο Σβώλος
παραιτήθηκε στα τέλη του 1920 και τον Οκτώβριο 1921 διορίστηκε Αντιπρόσωπος
στην Ανώτατη Αντιπροσωπεία Προύσας της Ύπατης Αρμοστείας Σμύρνης. Κύρια
αρμοδιότητά του, υπήρξε η διοίκηση της Υπηρεσίας Περιθάλψεως Προσφύγων Προύσας
και Κίου. Από τη θητεία του αυτή διασώζονται σημαντικά και σπάνια τεκμήρια:
στοιχεία για την ελληνική Διοίκηση και τις κινήσεις του στρατού, υπηρεσιακή
αλληλογραφία, αιτήσεις κατοίκων και προμηθευτών, ζητήματα εγκατάστασης, σίτισης
και περίθαλψης των προσφύγων, συντελούν στο να συμπληρωθούν ψηφίδες της
Μικρασιατικής εκστρατείας και της ιστορίας του μικρασιατικού ελληνισμού. Στις
19 Αυγούστου 1922, ο Αλ. Σβώλος από τη Σμύρνη επικοινωνεί τηλεγραφικά με τους
συνεργάτες του στην Προύσα: Παρακαλώ επιμεληθείτε ιδιαιτέρως συγκεντρώσεως
προσωπικού μου αρχείου ευρισκομένου εις ερμάρια γραφείου μου εν οικήματι
αντιπροσωπείας και εν κατοικία μου στοπ. […] Υπάλληλοι περιθάλψεως
συγκεντρωθώσι Προύσαν στοπ […] Περιττόν συστήσω άκραν ψυχραιμίαν και
επιφύλαξιν στοπ. Η μεριμνά του να διασωθεί το αρχείο υποδηλώνει την αίσθηση
του καθήκοντος, την επιτακτική ανάγκη να διασωθούν κατά την κατάρρευση τα
υπηρεσιακά έγγραφα, αλλά και την αναγκαιότητα να διαφυλαχθούν τα τεκμήρια μιας
σημαντικής ιστορικής στιγμής.
Μετά την επιστροφή του από την Προύσα ο Αλ.
Σβώλος διορίστηκε το 1923 στην Επιτροπή Αστικής Αποκαταστάσεως Προσφύγων. Μέλος
του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου, το 1934 και την ίδια χρονιά διορισμένος
στην Επιτροπή του «πόθεν έσχες» του Υπουργείου Δικαιοσύνης, μας παρέδωσε
τεκμήρια λιγοστά, αλλά ενδεικτικά της συμμετοχής του. Παράλληλα δικηγορούσε,
όπως το έπραττε με ευσυνειδησία όλα τα χρόνια από το 1919 έως το 1941.
Μάχιμος
δικηγόρος και δημοσιολόγος με νομική επάρκεια ο Σβώλος διορίστηκε νομικός
σύμβουλος σε εταιρείες και ανέλαβε δικαστικές υποθέσεις και γνωμοδοτήσεις. Σε
αυτή την ενότητα, την μεγαλύτερη του αρχείου, συναντούμε υποθέσεις εργατικού
δικαίου στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, νομική κάλυψη για τις συμβάσεις
δημόσιων έργων, υποθέσεις εμπορικών, τραπεζικών και άλλων επιχειρήσεων, εργοστασίων
και βιομηχανιών, μεταλλείων και ορυχείων, κτηματικά και δασικά ζητήματα, υποθέσεις
διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ζητήματα ανταλλάξιμων και απαλλοτριωθέντων γαιών,
αποζημιώσεων περιουσιών για τους πρόσφυγες, αλλά υποθέσεις για παρατυπίες σε εκλογικές αναμετρήσεις, παύση
αιρετών τοπικών αρχόντων κ.ά. Για την ανάθεση μεγάλων νομικών υποθέσεων, ας μην
παραβλέψουμε το γεγονός ότι από το 1927 έχει διοριστεί υφηγητής του
Συνταγματικού Δικαίου και στις 25 Φεβρουαρίου 1929 έχει εκλεγεί τακτικός
καθηγητής.
Η επόμενη ενότητα στο αρχείο σχετίζεται με την ακαδημαϊκή του
πορεία, τη θητεία του στο Πανεπιστήμιο και τη συγγραφική του δραστηριότητα: πανεπιστημιακές
σημειώσεις για τα μαθήματα της Γενικής Πολιτειολογίας και του Συνταγματικού
Δικαίου που δίδασκε ο Σβώλος καθώς και τα χειρόγραφα, οι σημειώσεις, τα
προσχέδια από τα συγγράμματά του και τις νομολογίες. Μαζί με την «φυσική ροή»
της πανεπιστημιακής του σταδιοδρομίας και μια διένεξη: η αγωγή του το 1940,
κατά του Πανεπιστημίου Αθηνών για την απόδοση των μισθών στην διάρκεια των
εκτοπίσεών του. Δημοκρατικός πολίτης ο Σβώλος, προοδευτικός καθηγητής, πρόεδρος της
βραχύβιας Ένωσης υπέρ των Ελευθεριών του Ανθρώπου και του Πολίτου δέχτηκε από
τους πρώτους τις διώξεις. Εκτοπισμένος από το ’36 στα νησιά του Αιγαίου (Ανάφη,
Μήλο, Νάξο, αλλά και στην Χαλκίδα) μαζί με την γυναίκα του Μαρία, σύντροφος
ζωής από το 1923, αλληλογραφούσε με την μητέρα του Θάλεια, την «αγαπητή μου
γριά», όπως την αποκαλούσε χαϊδευτικά στις επιστολές του. Τα πολιτικά του
φρονήματα θα εκδιπλωθούν ξεκάθαρα στα επόμενα χρόνια.
Απολυμένος οριστικά από το Πανεπιστήμιο το 1945 και έχοντας
εγκαταλείψει την μάχιμη δικηγορία επιβεβαιώνει την πλήρη στροφή του στην
πολιτική. Από την ΕΣΣΑΚ (Επιτροπή
Συνεργασίας Σοσιαλιστικών και Αγροτικών Κομμάτων), στην οποία προέδρευε,
διασώζεται και το υπόμνημα στον Έρνεστ Μπέβιν, τον Υπουργό Εξωτερικών της
Μεγάλης Βρετανίας στις 28 Αυγούστου 1945, στον οποίο εκθέτει την κρίσιμη
κατάσταση της Ελλάδας. Για τη δράση του ως προέδρου της Ε.Λ.Δ. – Σ.Κ.Ε.,
διασώζονται σημαντικά, αλλά περιορισμένα τεκμήρια, έως τον θάνατό του, το 1956:
καταστατικά, υπομνήματα φορέων, προσχέδια και σημειώσεις του Σβώλου για την
πολιτική ταυτότητα του κόμματος και χειρόγραφα ομιλιών, έντυπα όπως η εφημερίδα
Σοσιαλιστής, Όργανο της Π. Ε.
Μακεδονίας κ.ά.
Μιλήσαμε μέχρι εδώ για τις «παρουσίες» του
αρχείου. Είναι ώρα να αναφερθούμε και στις «απουσίες» του. Πρώτη και
σημαντικότερη η έλλειψη τεκμηρίων, παρά ελαχίστων, από την θητεία του στην
Προεδρία της ΠΕΕΑ, τη συμμετοχή του στην διάσκεψη του Λιβάνου, τη θέση του ως
Υπουργού Οικονομικών στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, την αποχώρησή του από τον
Συνασπισμό του ΕΑΜ. Μικρή εξαίρεση τα περιορισμένα τεκμήρια από την προεδρία
του στην Επιτροπή Μακεδόνων και Θρακών. Εν γένει οι πυκνότητες των τεκμηρίων
στο αρχείο Σβώλου αραιώνουν την δεκαετία ’40. Σε μια αντίστροφη κίνηση θα έλεγε
κανείς, τα ίχνη λιγοστεύουν ή το μέλημα για τη διατήρηση και τη διάσωσή τους
μειώνεται, όσο μεγαλώνει η στράτευση και εντείνεται η πολιτική δράση,
συγκροτώντας αυτό το αρχείο στο οποίο βαραίνει η ζωή, η επαγγελματική και η
δημόσια δράση του Αλέξανδρου Σβώλου στον
Μεσοπόλεμο.
Η Αγγελική Χριστοδούλου είναι ιστορικός,
ερευνήτρια ΑΣΚΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου