Ο
ζωγράφος του Μαρτίου είναι ο Βασίλης Βούλγαρης. Γεννήθηκε στην Αθήνα όπου ζει
και εργάζεται σήμερα. Φοίτησε στο Προπαρασκευαστικό Εργαστήριο (1999-2003) του
ζωγράφου Δημήτρη Φώτου και του γλύπτη Κώστα Αργύρη. Σπούδασε στο Τμήμα
Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
(2003-2004), ζωγραφική με δάσκαλο τον Γιώργο Γκολφίνο και στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (2004-2009)
με δασκάλους τους Χρόνη Μπότσογλου και Γιώργο Λαζόγκα. Εργάστηκε (2009-2010) ως
άμισθος βοηθός στο εργαστήριο του Γιώργου Λαζόγκα και ως καθηγητής Εικαστικών
και Ιστορίας της Τέχνης (2011-2012) στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Λακωνίας.
Συμμετείχε
σε ομαδικές εκθέσεις, όπως η «Άγγελοι- Έκθεση Φοιτητών ΑΣΚΤ Αθήνας», στη Στοά
του Βιβλίου, Αρσάκειο Μέγαρο (2006), η «Τσιγγάνοι», στο Γκάζι, η «5η
Μπιενάλλε Σχεδίου και Ζωγραφικής», στην Αίθουσα Μετρό και η «Co-Existence 2008» του
Β΄ Εργαστηρίου Ζωγραφικής του Χρόνη Μπότσογλου, στην γκαλερί Ζήνα Αθανασιάδου, στη Θεσσαλονίκη (2008),
«Το Καλοκαίρι των Νέων Καλλιτεχνών», στην Αίθουσα Τέχνης “Καπλανών 5” (2010), η
«Φως», στην Πινακοθήκη Δήμου Κέρκυρας, Τμήμα Β΄ Περιστύλια, Old Palace (2014), η «Εγώ και η Αρκαδία, Ego in Arkadiasum», στον Ι.Ν
Αγίου Γεωργίου και στο Λατινικό Παρεκκλήσι, στο Παλαιό Φρούριο της Κέρκυρας και
η «Εικαστικές Διαδρομές από το San
Giacomo της
Κέρκυρας στη Λευκάδα», στο Παλαιό Δημαρχείο San Giacomo, στην
Κέρκυρα και στην Αίθουσα Τέχνης “Θεόδωρος Στάμος”, στη Λευκάδα (2015). Έχει
παρουσιάσει το έργο του σε τρεις ομαδικές εκθέσεις, στις «Βασίλης Βούλγαρης:
Ζωγραφική», στην Athens
Art Space, στο Κολωνάκι (2011), «Νύφες», στην Πινακοθήκη
του Δήμου Κερκύρας, Τμήμα Β΄ Περιστυλίου (2014) και στην «ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ»,
στην γκαλερί ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ, στο Κολωνάκι (2016).
Ο
Βούλγαρης αναζητεί το δρόμο του μέσα στα δύσβατα μονοπάτια της τέχνης
ακολουθώντας τα ίχνη των σκαπανέων του κυβισμού και του εξπρεσιονισμού. Δομεί
τη ζωγραφική του επιφάνεια πάνω στις μικρές, καθαρά οριοθετημένες, τριγωνικές
και ορθογώνιες φόρμες του Πωλ Σεζάν με συντονισμένες, παχιές ή πλακάτες πινελιές από ψυχρά, γκρίζα και ζεστά, γήινα
χρώματα. Πλάθει έτσι ένα παλλόμενο σύμπαν μέσα στο οποίο εντάσσει τις γυναικείες
φιγούρες του. Τις προβάλλει μέσα ή μπροστά από ανοιχτά παραθυρόφυλλα, ως
εγκλωβισμένες προτομές, πλασμένες με λιγοστές μαύρες κηλίδες, απλωμένες με τον
τρόπο του νορβηγού Μουνκ πάνω στα χρώματα του χώρου που τις περιβάλλει και
πλαισιώνουν τα χαρακτηριστικά τους. Τις δείχνει καθισμένες, ξαπλωμένες ή δεμένες
με ένα ψάρι να αιωρούνται ή να σέρνονται με απελπισμένες ή νωχελικές κινήσεις
από τη κοινή τους μοίρα. Τις αποτυπώνει ως παραδοσιακά σύμβολα της υποταγής ή
της εγκαρτέρησης που αντλούν όμως μέσα από την ενσωμάτωσή τους στη φύση μια
δική τους ξεχωριστή ενέργεια. Τις αναδεικνύει έτσι σε πρότυπο της ξεχασμένης
δύναμης της ύπαρξης.
ΛΗΔΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου