14/8/14

Ένα θεμελιώδες ποίημα εναντίον όλων των θεμελίων

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ
 
Πηγαίνοντας στην Εφταλού, 1971, Ακρυλικό, 70 x 95 εκ. Ιδιωτική συλλογή
Αναφερόμενος στον Μακρυγιάννη, ο Σεφέρης έγραψε: “Καταλαβαίνετε. Δε μιλά ο Λόρδος Βύρων, μήτε ο λογιότατος, μήτε ο αρχαιολόγος· μιλά ένας γιος τσοπάνηδων της Ρούμελης με το σώμα γεμάτο πληγές. ‘Γιαυτά πολεμήσαμε’. Δεκαπέντε χρυσοποίκιλτες ακαδημίες δεν αξίζουν την κουβέντα αυτού του ανθρώπου.”
Ε λοιπόν κάποιοι από εμάς δεν καταλαβαίνουν αυτή την κουβέντα του Σεφέρη. Δεκαπέντε χρυσοποίκιλτοι συγγραφείς της Γενιάς του ’30 δεν αξίζουν ένα ποίημα του Βύρωνα Λεοντάρη.
Ο Λεοντάρης έγραψε το « μόνον δια της λύπης...» (1976), το πιό καίριο, το πιό επείγον ελληνικό ποίημα των τελευταίων αιώνων. Κάθε ανάλυση της νεοελληνικής γραμματείας οφείλει να το λάβει υπ’ όψιν. Θα αναφέρω μερικούς λόγους για τους οποίους συνιστά μια επιτομή της νεωτερικής ποίησης.
Πρώτον, αντλεί από κάθε μέτρο – ίαμβο, ανάπαιστο, δάκτυλο κλπ. Το μιμείται το παρωδεί, το οικειοποιείται, το υπονομεύει. Ο βηματισμός μπορεί να είναι πηγή αρμονίας ή διατονίας. Κάποτε ολοκληρώνεται κι άλλοτε παραπαίει. Η μετρική αβεβαιότητα είναι διαρκής, αρνούμενη να μελωδίσει.

Η μετρική αβεβαιότητα ενισχύεται από εκείνη της ρίμας. Ο Λεοντάρης είναι ένας βιρτουόζος της ομοικαταληξίας επειδή συχνά δεν του βγαίνει. Δεν ξέρεις ποτέ αν θα προκύψει. Η ομοιοκαταληξία δεν συνιστά καλλιλογία αλλά διακύβευμα. Συχνά διολισθαίνει. Αλλά όταν βρίσκει το στόχο της, κατορθώνει κάτι ακαριαίο. Βαθύ νόημα; Μα ποιός ενδιαφέρεται για νόημα; Η ρίμα του Λεοντάρη συνιστα γεγονός της ελληνικής γλώσσας. Δεν σημαίνει, συμβαίνει. Ωθεί την γλώσσα στα μουσικά και φιλοσοφικά όριά της.
Αυτό που ωθεί το εγχείρημα ακόμα πιο πέρα είναι πως το ποίημα βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με μια μεγάλη γκάμα της Δυτικής παράδοσης, κι αυτό το κάνει εξαιρετικά δυσπρόσιτο. Ενσωματώνει παραθέματα από τον Όμηρο, το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, τον Χαίλντερλιν, τον Μαλλαρμέ, τον Παπαδιαμάντη και φυσικά τον Νίκο Καμπά. Αναφέρεται στον Σαίξπηρ, τον Μπάιρον, τον Ρεμπώ, τον Βερλαίν, τον Πάουντ, τον Σολωμό, τον Καρυωτάκη. Πρόκειται για ένα ιλλιγγιώδες πλέγμα παραπομπών και αναφορών που απαιτεί από τον αναγνώστη να έχει ισοδύναμη εγκυκλοπαιδική γνώση. Καμιά πηγή δεν κατονομάζεται. Δεν υπάρχει καμιά επεξήγηση, κανείς υπομνηματισμός. Το ποίημα είναι ασυμβίβαστα απαιτητικό. Αν δεν γνωρίζεις τις πηγές του, τότε δεν σε αφορά επειδή δεν μπορείς να καταλάβεις την λύπη του.
Αυτή η ασυμβίβαστη ελεγεία για την ποίηση βρίθει ερωτήσεων. Αναρωτιέται για την καταγωγή και τη δικαίωση εμπειριών και ιδεών. Κι όμως δεν έχει κανένα ερωτηματικό. Η στίξη απουσιάζει. Ένα ποίημα που εγκαλεί το βίωμα, την ποίηση, την εξέγερση δεν χρησιμοποιεί ερωτηματικά επειδή αυτό θα προϋπέθετε πιθανή απάντηση, κι απάντηση ο Λεοντάρης δεν θα καταδεχόταν.

Η σύνταξη του Λεοντάρη αναιρεί την ίδια την διαλεκτική. Η ασυμβίβαστη σκέψη του δεν υπερασπίζεται την αντίθεση ούτε την αντίθεση της αντίθεσης, όπως ο Αντόρνο, ο Ντεριντά και ο Νέγκρι. Δεν κάνει “αρνητική διαλεκτική”. Δεν κάνει καν διαλεκτική. Η σύνταξή του δεν σου ζητά να πάρεις θέση. Ρωτά γιατί ποτέ κανείς θα έπαιρνε θέση και αφηγείται το τίμημα του να το κάνεις.
Το κορυφαίο ποίημα “μόνον δια της λύπης…” αναφέρεται συχνά στην επαναστατική παράδοση – τον Βασιάρη, τον Βελουχιώτη, τον Μάη του ’68. Πριν σαράντα χρόνια άκουσα τον Βύρωνα να διαβάζει το χειρόγραφο στο σπίτι του Αντρέα και της Μαρίας Μυλωνά μπροστά σε όλη την παρέα,
κι ακόμα το ερώτημα στο νου μου επιμένει:
“για μας τι πια σημαίνει η λίμνη Τρασιμένη”


Ο Βασίλης Λαμπρόπουλος κατέχει την έδρα Κ. Π. Καβάφη, Κλασική και Συγκριτική Φιλολογία, Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

"των τελευταίων αιώνων";;;; Επιτέλους, βρέθηκε -σώνει και ντε!- το αντίπαλον δέος στη γενιά του '30! Πόσο περίπου θα κρατήσει η στέψη; Αιώνες αιώνων υπαινίσσεστε; Θα αντέξει, λέτε, στην τριβή του χρόνου το κοντόθωρο κριτήριο της στράτευσης και η εμμονή της "κατεύθυνσης";