16/11/13

Ποιήματα για το Πολυτεχνείο

Εδώ Πολυτεχνείο

Τρεις νύχτες καίγανε οι φωτιές
την τελευταία ακούστηκαν καμπάνες
Κάπου αλλού θα παίζεται η ζωή μας σκέφτηκα
και τότε τον είδα
--λαμπαδιασμένο απ’ τις ζητωκραυγές
να τρέχει προς το θάνατο
Αλέξανδρε του φώναξα
--Αλέξανδρε
κι ύστερα πιο σπαραχτικά Αλέξανδρεεε
πάλι και πάλι

Καθώς έσκυψα να τον σηκώσω απ’ την άσφαλτο
δε βρήκα παρά στάχτη

Σ’ όλους τους δρόμους
οι στρατιώτες πυροβολούσαν τους φόβους τους

Γιώργης Σαραντής

Μνήμη Πολυτεχνείου
Το πάρκο του Νοέμβρη με τα πεσμένα φύλλα και οι φοιτητικές πορείες με τα ξεθυμασμένα συνθήματα, μου φέρανε στο νου τον λοκατζή τον Γιάννη. Ήταν οι μέρες με τα γεγονότα∙ τον είχα χάσει. Όταν τον ξαναβρήκα, «Ήμασταν στην Αθήνα» μου είπε∙ «μας πήγαν στο Πολυτεχνείο και τα κάναμε γυαλιά-καρφιά. Δυο μέρες σπάναμε, τίποτα όρθιο δεν αφήσαμε – κατάλαβες: δήθεν οι φοιτητές». «Καλά, εσείς δε δείρατε, δε μπαγλαρώσατε;» ρώτησα ταραγμένος. «Όχι, αυτά τα κάναν άλλοι, από πριν». Έφυγε ένα βάρος από πάνω μου: άσκημο πράμα να ‘χεις φίλους πραιτοριανούς, να αγκαλιάζεις πόδια που κλοτσούσαν θύματα πριν από λίγο.

Ντίνος Χριστιανόπουλος

Η πόρτα
Τώρα, επάνω στην πεσμένη πόρτα
περνάνε και κρεμάνε τα τραγούδια τους
δεμένα με χρωματιστές κορδέλες,
σαν τάματα σε κάποια
Παναγία τάδε, τη θαυματουργή.
Ο ποιητής κουβαλάει
την πόρτα στην πλάτη
και σωπαίνει.
Θα τόνε δεις καμιά φορά, λοιπόν,
να περπατάει σκυφτός
ή να περνάει με το πλάι τα στενά
και κείνο το κάγκελο,
στραβωμένο,
αφήνει βαθιά χαρακιά
πάνω στην άσφαλτο.

Τζένη Μαστοράκη


[Από τον τόμο «Το μελάνι φωνάζει. 17 Νοέμβρη 1973 στη λογοτεχνία», επιμέλεια Ηλίας Γκρης, εκδόσεις Γαβριηλίδη]

Δεν υπάρχουν σχόλια: