9/3/13

«Ετούρκευσεν...»

Μ. Χουρμούζης

ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΣΚΟΥΡΟΛΙΑΚΟΥ

Μάιος 1972, Κολλέγιο Αθηνών, Ο Υπάλληλος, του Μ.Χουρμούζη.  Στο ρόλο του 
Ξενοφώντα ο Σταύρος Πετσόπουλος (εκδότης σήμερα) και στο ρόλο της 
Κλεοπάτρας η Πελαγία Κυριαζή (ζωγράφος σήμερα)
Πολέμησε, έγραψε και αγωνίστηκε πολιτικά. Και είχε άδοξο τέλος. Γιατί οι «μικροί» δεν τον άντεξαν... Ο Χουρμούζιος Τριανταφύλλου, ή Μ. Χουρμούζης όπως είναι πιο γνωστός, είναι ο μέγιστος θεατρικός συγγραφέας του 19ου αιώνα. Αλλά όχι μόνον αυτό. Πολέμησε στην επανάσταση του ’21, έγινε αξιωματικός της «Οριοφυλακής» (σώμα επιφορτισμένο με την φύλαξη των συνόρων του νέου ελληνικού κράτους), αργότερα πρόεδρος του Επαρχιακού Συμβουλίου Φθιώτιδας και τέλος βουλευτής Φθιώτιδας.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1804. Κατέβηκε στην επαναστατημένη Ελλάδα το 1821, και πολέμησε για την απελευθέρωσή της. Ως αξιωματικός της οριοφυλακής στην ελεύθερη πλέον πατρίδα, υπηρετεί στην Λαμία, όπου ήταν και τα σύνορα τότε. Διακρίνεται για τις επιτυχίες του στην καταδίωξη των ληστών, οι οποίοι μπαινόβγαιναν από τα σύνορα και παντρεύεται την Ρουσώ Χατζή, κόρη εύπορου Λαμιώτη, με την οποία αποκτά τέσσερα παιδιά.
Η οικογένεια της Ρουσώς, προέρχεται από παλιούς κοτζαμπάσηδες που ο Αλή Πασάς τους δήμευσε την περιουσία. Κατά την επανάσταση όμως, ανέκτησαν μέρος της και συντάχθηκαν με το Γαλλικό Κόμμα.

Ο Χουρμούζιος Τριανταφύλλου, με καταγωγή θεσσαλική εκ πατρός, φοβούμενος για την ασφάλεια της οικογενείας του, στην επανάσταση του ΄21, υπογράφει ως Μ. Χουρμούζης. Για πολλά χρόνια απασχολούσε τους μελετητές αυτό το «Μ». Αυθαιρέτως, αποφασίστηκε πως είναι Μιχαήλ. Ανεβάζοντας τον «Λεπρέντη» του με το ΔηΠεΘε Ρούμελης στη Λαμία, εκδώσαμε έναν τόμο, όπου αποκαθιστούμε το μικρό του όνομα. Ο ερευνητής Δ. Θ. Νάτσιος, παραθέτει το πρωτότυπο προικοσύμφωνο, καθώς και ληξιαρχικές πράξεις βαπτίσεων των παιδιών του, όπου φαίνεται πως το όνομά του ήταν Μιλτιάδης. Σύμφωνα με την γνώμη του ερευνητή Γ. Χατζιδάκη, το Μιλτιάδης το πήρε μετά, μιας και υπήρχε η συνήθεια εκείνη την εποχή να υιοθετούν ονόματα της αρχαιότητας. Αυτός ως στρατιωτικός –ακόμα- διάλεξε το όνομα του αθηναίου στρατηγού.
Ο Χουρμούζης, αφιέρωσε την πένα του και την πολιτική του δράση, στον αγώνα για τη δημιουργία μιας Ελλάδας και μιας ελληνικής κοινωνίας δικαίου και πραγματικής ελευθερίας. Αντιτάχθηκε στους «Οθωνικούς» που κατέπεσαν κυριολεκτικά πάνω στην απελευθερωμένη Ελλάδα. Υπερασπίσθηκε τους αγωνιστές του ’21 που πέθαιναν ρακένδυτοι την ώρα που μια νέα τάξη αξιωματούχων θησαύριζε υπό την προστασία του παλατιού. Ο περιηγητής Εντμόντ Αμπού, το 1854, αναφέρει ότι «γνώρισε τον βουλευτή της κεντροαριστεράς κ. Χουρμούζη», που είχε κάνει ερώτηση στον υπουργό στρατιωτικών Σπυρομήλιο, σχετικά με την παραμονή στις τάξεις του στρατού του ληστή Σεγδίτσα. Η κυβέρνηση έστειλε στη Φθιώτιδα απόσπασμα στρατιωτών αφοσιωμένων στον Σεγδίτσα, που «βασάνιζαν τους οπαδούς του βουλευτή, λέγοντάς τους: γιατί ο βουλευτής σας δεν έρχεται να σας λευτερώσει;». Ο Χουρμούζης κατηγόρησε στη βουλή την κυβέρνηση για αντισυνταγματικότητα. Ο αγωνιστής του ’21, και εν συνεχεία στρατιωτικός, έδινε πια μάχες κοινοβουλευτικές. Στηλίτευε τη διαφθορά στο νέο ελληνικό κράτος και μετά από καταγγελίες του, μπήκε στη φυλακή ο υπουργός στρατιωτικών Σπυρομήλιος. Όταν όμως ο υπουργός βγήκε από τη φυλακή, η ζωή του Χουρμούζη κινδύνευσε. Έτσι, αναγκάστηκε να φύγει για την Κωνσταντινούπολη ξανά, όπου και εκεί πέθανε. Άλλη εκδοχή, θέλει τον Χουρμούζη να μην αποδέχεται τη νομική ρήτρα, πως για τους απόστρατους αξιωματικούς, ορίζει η εκάστοτε κυβέρνηση τον τόπο διαμονής τους, και να μη θέλει να γυρίσει στην γενέθλια πόλη του. Όπως και να έχει, στην πρώτη εκδοχή κινδύνευε η ζωή του, ενώ στην άλλη χανόταν η ελευθερία και ανεξαρτησία του. Αγαθά, για τα οποία πολέμησε με την πένα του, με το σπαθί του και με την πολιτική του δράση.
Λόγω αυτής της πολιτικής του δράσης απέναντι στον βαυαρό βασιλέα Όθωνα, υπέστη διώξεις και αποσιώπηση του έργου του. Οι ψηφοφόροι του στα χωριά της Φθιώτιδας, ξυλοκοπήθηκαν αγρίως, ενώ σε οικογενειακό επίπεδο, έχασε δύο από τα παιδιά του.
Ο Χουρμούζης έγραψε έργα αξεπέραστα. Δεν τα προίκισε με πάθος μόνο καλλιτεχνικό, αλλά και από το ειλικρινές και θερμό πάθος του για την ελευθερία της πατρίδος. Και από αγανάκτηση για τα μύρια όσα κακά συσσωρεύτηκαν στην καινούρια ζωή του νέου ελληνικού κράτους.
Μιχαήλ Χουρμούζης
Αξίζει μια «περιήγηση» στα έργα του, κυρίως λόγω της διαχρονικότητάς του. Στον «Τυχοδιώκτη» (1835) ασχολείται με έναν χαρακτηριστικό εκπρόσωπο των ξένων στον τόπο μας . Ο κωμικός ήρωας του έργου είναι χαρακτηριστικός εκπρόσωπος των ξένων «εισβολέων». Βαυαρός, έρχεται στην Ελλάδα και αναλαμβάνει υψηλές θέσεις χωρίς να το αξίζει. Περιστοιχίζεται από ένα περιβάλλον ομοίων του ξενοκρατών, ντόπιων παρασίτων και κολάκων. Διασπαθίζει το δημόσιο χρήμα σε προσωπικά έξοδα ενώ κάνει σχέδια για τις λειτουργίες και δομές του νεοσύστατου κράτους χωρίς να έχει ιδέα από τίποτα! Επιτυγχάνει όμως τον στόχο του, που δεν είναι άλλος από το ανεξέλεγκτο κέρδος από τις προμήθειες!
Στον «Υπάλληλο» (1836), ο Χουρμούζης σημειώνει στον πρόλογο ότι: «…η κορυφωθείσα κακοήθεια, η ακμάζουσα ματαιοφροσύνη και η αξιοκατάκριτη κατάχρηση τινών» τον οδήγησαν στην σύνθεση της κωμωδίας του. Δηλώνει, βέβαια, πως η σάτιρά του δεν περιλαμβάνει το σύνολο των υπαλλήλων, αλλά σαρκάζει το σύμπτωμα συμβολικά, ηθογραφώντας τύπους της κοινωνικής σήψης και της εθνικής μειοδοσίας. Στον «Χαρτοπαίκτη» (1839), σαρκάζεται η μανία τού χαρτοπαιγνίου. Ο Θωμάς, εδώ, έρμαιο του πάθους του, παίζει στα χαρτιά τα πάντα. Σπίτι, έπιπλα, τιμαλφή, το χαρτζιλίκι του παιδιού του, και στο τέλος παίζει (και χάνει) και τη γυναίκα του. Στον «Λεπρέντη», που μεταφράσθηκε στα ρουμανικά και τα βουλγαρικά, αναπαράγεται η γνωστή ιστορία, του ερωτευμένου γέρου με μια νεαρή κοπέλα.
Άργησε να ανέβει Χουρμούζης στην ελληνική σκηνή. Ανέβηκε για πρώτη φορά, το 1972, ο «Υπάλληλος» από μαθητές του Κολλεγίου Αθηνών (ανάμεσά τους οι: Β. Αρδίττης, Στ. Πετσόπουλος, Μ. Κουζέλης, Π. Κυριαζή, Χρ. Δημόπουλος, Τ. Θεοδωρόπουλος, κ.ά.). Ακολούθησε ο «Τυχοδιώκτης» από το «Ελεύθερο Θέατρο» το 1974, (Ν. Σκυλοδήμος, Στ. Φασουλής, Μ. Χατζησάββας κ.ά.) και από τότε ανέβηκε το σύνολο σχεδόν των έργων του. Με την ευκαιρία του ανεβάσματος του «Λεπρέντη» από το ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης, ταξιδέψαμε και παίξαμε και στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι συνδέσαμε νοερά τις δύο πόλεις. Την γενέθλια και ύστατη Κωνσταντινούπολη, με τη Λαμία, την πόλη όπου έγραψε, έκανε οικογένεια, αγωνίστηκε…
Ο Χουρμούζιος Τριανταφύλλου, λοιπόν, επέστρεψε στην Πόλη κυνηγημένος. Εκεί έγραψε και τα τελευταία του έργα, το «Μαλακώφ» και τον «Οψίπλουτο». Δεν ασχολήθηκε πια με τα κοινά. Αποσύρθηκε στη νήσο Αντιγόνη, όπου με τη γενναία οικονομική συνδρομή τούρκου φίλου του, έχτισε την εκκλησία του Σωτήρος (ή του Σταυρού), σε ένα δεσπόζον ύψωμα του νησιού. Η Ρουσώ επέστρεψε πίσω και πέθανε ως «Ρουσώ ποτέ [πρώην] Χουρμούζη» σε ένα χωριό της Υπάτης. Ο Χουρμούζης άφησε ετούτο τον κόσμο το 1882. Είναι θαμμένος πίσω από το ιερό της εκκλησίας που έχτισε.
Αυτή ήταν η ζωή ενός ρωμιού, που στα δεκαεπτά του αφήνει την Κωνσταντινούπολη και την οικογένειά του, πολεμάει τους τούρκους στην ελληνική επανάσταση, γίνεται αξιωματικός, βουλευτής, αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων και ο μέγιστος θεατρικός συγγραφέας της εποχής του. Επειδή, όμως, εναντιώθηκε στη σήψη και τη διαφθορά των κρατούντων, τον έστειλαν πίσω, με την ένδειξη «Επιστρέφεται, ως άχρηστο».
Όταν ανέβασα τον «Λεπρέντη» στη Λαμία, ο (συντηρητικός) δήμαρχος, κ. Γ. Κοτρωνιάς, με πλησίασε στην πρεμιέρα και μου εκμυστηρεύτηκε, πως τον πληροφόρησαν ότι στη Βουλή των Ελλήνων είναι καταγεγραμμένο ότι ο βουλευτής Χουρμούζης…. «ετούρκευσεν»!!! Τα συμπεράσματα δικά σας.

Βιβλιογραφία
Τ. Λιγνάδη «Ο Χουρμούζης – Ιστορία – Θέατρο» εκδ. Μπούρας, Αθήνα, 1986.
Δ.Θ. Νάτσιος «Ο Μιλτιάδης Χουρμούζης στην πόλη της Λαμίας» εκδ. ΔηΠεΘε Ρουμελης, Λαμία, 2005.
Ν.Τ. Δαβανέλος-Γ.Π. Σταυρόπουλος, «Με τη γραφίδα των περιηγητών (1159-1940)», εκδ. Οιωνός, Λαμία, 2005.

Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι ηθοποιός-σκηνοθέτης, μέλος ΚΕ ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Η περίπτωση Χουρμούζη έχει ιδιαίτερη αξία εφόσον ακολουθιέται από μάζες ελλαδιτών οι οποίες τον 18ο αιώνα μετακινούνται από την ελλαδική χερσόνησο στη Μικρασία απ' όπου επανέρχονται ως τουρκεύσαντες φραγκο λεβαντίνοι το 1919-'23.