9/2/13

H εικόνα στο κάτοπτρο

ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΡΑΠΤΟΥ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΑΤΣΟΥΛΗΣ, Διάλογος Εικόνων. Φωτογραφία και Σουρεαλιστική Αισθητική στη Σκηνική Γραφή της Socìetas Raffaello Sanzio, Εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 504. Δίγλωσση έκδοση  

 Είναι ο θεατής, και όχι η ζωή, αυτό που η τέχνη πραγματικά αντικαθρεφτίζει. 
Oscar Wilde                                                                                                                           

Πέρα και μπροστά από το δίλημμα του «χαρακτηρισμού» του θεατρικού γεγονότος ως παράσταση ή αναπαράσταση, που προβλημάτισε για μεγάλο χρονικό διάστημα τους οπαδούς του μοντέρνου και του μεταμοντέρνου, το θέατρο, είτε καθαυτό είτε προκύπτον από τα κατηγορήματά του, είτε «υπερ-σκηνοθετημένο» είτε «αυθόρμητο» και «περιστασιακό», αποτελεί σύμπλοκο δημιούργημα, ένα οργανωμένο σύστημα μέσα στη μορφική του αστάθεια. Το θεατρικό γεγονός είναι φύσει διαφορικό και το μεταμοντέρνο, μεταδραματικό θέατρο, που «επαναστάτησε» έναντι της δύσκαμπτης αστικότητας, η οποία είχε επιβληθεί στο δυτικό ευρωπαϊκό θέατρο, πρόβαλλε με ένταση, αλλά και υπερβολές, το θεμελιώδες: το θέατρο και εντέλει η παράσταση είναι μια διαφωρά. Δηλαδή «ένα συστηματικό παιχνίδι των διαφορών, των ιχνών των διαφορών, της κατανομής στο χώρο, διαμέσου της οποίας τα στοιχεία σχετίζονται το ένα με το άλλο».[1] Στο διαπλεκόμενο χωροχρόνο της παράστασης, ο θεατής, ο δημιουργός, ο ερευνητής μπορούν να περιπλανηθούν, να εντοπίσουν νοήματα, να διακριβώσουν συνάφειες και διαφορές και τελικά να προσεγγίσουν το παραστάσιμο γεγονός. Αν η συγκρότηση της κλασικής θεατρικής μεταφοράς προϋπέθετε και αναφέρονταν σε μια αιτιοκρατικού τύπου κοσμοθεώρηση με μια ενιαία εποπτεία του χώρου και του χρόνου, λειτουργώντας ως υπεραστική και καθολική αρχή, ο εικοστός αιώνας ήδη, από τις πρώτες δεκαετίες του, έρχεται να ανατρέψει αυτή την τάξη με την ιστορική πρωτοπορία και τις ιδεολογικές και θεωρησιακές ανακατατάξεις που αυτή έφερε. Ο κόσμος -πραγματικός και θεατρικός- είναι ένα σύνολο μερικοτήτων. 
                          
Η προσέγγιση αυτού του θεατρικού «κόσμου» απαιτεί ενδεχομένως και άλλου τύπου εργαλεία. Απαιτεί τόλμη, πολύ καλή γνώση του αντικειμένου και οπωσδήποτε ανοικτότητα. Παράδειγμα ανοικτής «διακειμενικής» προσέγγισης αποτελεί το μελέτημα του Δημήτρη Τσατσούλη, που αφορά στις πιθανές εκλεκτικές συγγένειες του θεατρικού τρόπου της ομάδας Socìetas Raffaello Sanzio με το σουρεαλιστικό κίνημα και ειδικότερα με τη σουρεαλιστική φωτογραφία και δευτερευόντως τη ζωγραφική.                                                                                      
Η θεατρική ομάδα Socìetas Raffaello Sanzio, με βασικούς συντελεστές τους Romeo και Claudia Castellucci και Chiara Guidi, αποτελούν παράδειγμα μεταμοντέρνου θεάτρου υψηλής τέχνης, ενός θεάτρου εικόνων, με τη δική του ιδιότυπη γραμματική, και τον απόλυτα προσωπικό και ροϊκό εικαστικό κώδικα, που ερείδεται όμως ισχυρά στην ιταλική κουλτούρα. Η Ομάδα, με επικεφαλής τον Romeo Castellucci, είναι γνωστή στο ελληνικό κοινό, μια και παραστάσεις της έχουν φιλοξενηθεί στο Φεστιβάλ Αθηνών ( Περί της έννοιας του προσώπου του θεού, Ιούνιος 2011, Καθαρτήριο, Παράδεισος, Ιούνιος 2009). Εικονοκλάστες αλλά και δημιουργοί εικονικών κόσμων, μεταμοντέρνοι αλλά και αναγεννησιακοί, αιρετικοί και συνάμα πιστοί στο θέατρο, αποδομούν το θεατρικό διακύβευμα για να το μεταδομήσουν στη συνέχεια σε οντολογική διερώτηση, σε δοκιμασία του βλέμματος και του νου. Στο θέατρο της Socìetas Raffaello Sanzio το βλέμμα είναι το ηγεμονεύον εργαλείο αποκωδικοποίησης των ετερόκλητων και συνωθούμενων εικόνων και νοημάτων, ενώ ο χώρος, το σώμα, η μορφή, το περιεχόμενο, το ένδυμα, το φως υφίστανται συνεχείς μεταλλαγές και ασυνέχειες.                                        
Στο ιδιότυπο συμβόλαιο που συνάπτουν οι παραστάσεις της Socìetas με το βλέμμα του θεατή, εγκαθιστά ο Τσατσούλης τη δική του ερευνητική πρόθεση. Ο ερευνητής επιλέγει να αποσαφηνίσει εξαρχής τις προθέσεις του, αλλά και τα εμπόδια που η ίδια η παραστασιακή φυσιογνωμία της ομάδας θέτει. Οι ποικίλες εκδοχές των παραστάσεων της Socìetas, που αλλάζουν ανάλογα με τον τόπο και τον χώρο στον οποίο ανεβαίνουν, η εικαστικότητα των παραγωγών, ο σκηνικός πληθωρισμός και η πολυσημία καθιστούν επίπονη τη διαδικασία μελέτης. Η χρήση φωτογραφικού και βιντεοσκοπημένου υλικού, καθώς και άλλου τύπου αρχειακού υλικού, αν και επιβεβλημένη, οδηγεί σε αναγκαστική μετα-ερμηνεία.                 
Ο ερευνητής είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στις συγκρίσεις και ακολουθεί μια βήμα προς βήμα προσέγγιση και αντιπαραβολή, που αναπτύσσεται με καθαρότητα στα επιμέρους κεφάλαια. Η φωτογραφική «λογική» του σουρεαλισμού χρησιμοποιείται για να ξεκλειδωθεί η παραστασιακή βιοποικιλότητα της Ομάδας. Η τεχνική του Man Ray και τα rayogrammes, οι φωτογραφίες και οι τεχνικές των Raoul Ubac, Jacques-André Boiffard, Maurice Tabard, Hans Bellmer, André Κertész κ.α., αλλά και οι εικαστικές ακροβασίες των Daliì και Magritte, χρησιμοποιούνται ως εργαλεία σημείωσης και εννοιολογικής προσέγγισης των παραστάσεων της Ομάδας, που παράγουν μια Νέα Πραγματικότητα, στην οποία το βλέμμα, το σώμα, ο χώρος βρίσκονται υπό συνεχή αίρεση και αναδόμηση.                                                                  
Η ερευνητική διαδικασία ανασυνθέτει τον κόσμο της Socìetas και φέρνει στο προσκήνιο τα δυνητικά αναπτύγματά του, καταδεικνύοντας παράλληλα τη δυναμική του σύγχρονου και συνεχώς μεταλλασσόμενου θεάτρου που συνδιαλέγεται άφοβα και αιρετικά με τις επιστήμες, τη φιλοσοφία, την αισθητική, τους πραγματικούς και δυνητικούς χώρους και χρόνους και υπερθέτει στο πραγματικό εναλλακτικά ερμηνευτικά πλαίσια-σενάρια. Εντέλει πέρα από την ανάγνωση της αισθητικής της Socìetas Raffaello Sanzio με γνώμονα τη σουρεαλιστική φωτογραφική λογική, η μελέτη προτείνει παραδειγματικά μεθόδους διερεύνησης πλήθους ζητημάτων με βασικό εργαλείο τη διακειμενικότητα και τη θεατρική θεωρία και πρακτική, αναδεικνύοντας έτσι τα νέα πεδία θεωρητικού και καλλιτεχνικού προβληματισμού που αποτελούν κοινό τόπο στη διεθνή ερευνητική κοινότητα.

Η Ελευθερία Ράπτου είναι Θεατρολόγος, ΜΑ Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ


[1] Γεράσιμος Κακολύρης, Ο Ζακ Ντεριντά και η Αποδομητική Ανάγνωση, εκδόσεις Εκκρεμές, σ.17.

Δεν υπάρχουν σχόλια: