15/12/12

Με τη δυναμική του αυτοπροσδιορισμού

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΑΦΑΣ, 20 χρόνια χρειάστηκαν. Το χρονικό του εγχειρήματος του Συνασπισμού, εκδόσεις νήσος, σελ. 598

Το βιβλίο του Γιάννη Μπαλάφα έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή ανατροπής του πολιτικού μεταπολιτευτικού σκηνικού και μετάβασης στη νέα περίοδο του 21ου αιώνα, σε συνθήκες γενικής ρευστότητας και απροσδιοριστίας. Η πολιτική, κοινωνική και ηθική χρεοκοπία της Δημοκρατίας επιβάλλει τον αποφασιστικό προοδευτικό ριζοσπαστισμό, για να παραμεριστούν τα κούφια στερεότυπα και οι δημαγωγικές πολιτικές, που οδήγησαν στο σημερινό ξεπεσμό. Οι κοινωνικές διεργασίες θα αντιστοιχηθούν με ραγδαίες πολιτικές αλλαγές στην περίοδο που έρχεται. Αντί, λοιπόν, οι εθισμένοι στην μικροπολιτική και παραπολιτική πληροφόρηση, να ανακατεύουν τα απόνερα του μεταπολιτευτικού τέλματος, καλά θα κάνουν να δουν ψύχραιμα κι ανοιχτόμυαλα το πώς και γιατί πεθαίνει το παλιό, το γιατί και πώς γεννιέται το καινούργιο.
Η γνώση των δεδομένων της πορείας του Συνασπισμού, σ’ αυτά τα 20 χρόνια της πολιτικής του Οδύσσειας, ανάμεσα στους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, τους Λωτοφάγους και τις Σειρήνες, αλλά και η επίγνωση της σημερινής αβάσταχτης δοκιμασίας της πατρίδας μας στον τροχό των μνημονίων, διαμορφώνουν ένα πιεστικό πλαίσιο κριτικής αυτογνωσίας και δημιουργικού αναστοχασμού, για το κομματικό, πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα της σημερινής Ελλάδας. Αλλά και για το ποια πρέπει να είναι τα  αυθεντικά κι αξιόπιστα χαρακτηριστικά του ανανεωτικού αριστερού ριζοσπαστισμού, ως ανερχόμενης κοινωνικής δύναμης, με προοπτική εναλλακτικής πολιτικής και δημοκρατικής ηγεσίας.

Όσα καταγράφει και αξιολογεί ο Γιάννης Μπαλάφας, με ειλικρίνεια κι αξιοπιστία, χωρίς να ωραιοποιεί ούτε να παρασιωπά τίποτε, δείχνουν, με ενάργεια, ότι στην πολιτική τίποτε δεν είναι στιγμιαίο, αλλά το κάθε τι κυοφορείται και μετασχηματίζεται διαρκώς. Και σ’ αυτή τη διάρκεια μετράει η συνέπεια, η οραματική, προγραμματική και αγωνιστική συνέπεια.  Τίποτε, επίσης, δεν μπορεί να είναι ασύδοτο, ανεύθυνο και κυνικό, αφού όλα δικαιώνονται στο κοινωνικό, ηθικό και θεσμικοπνευματικό πεδίο.
Το ειδικό πολιτικό αντίκρισμα του Συνασπισμού, πιστεύω ότι, είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον τρόπο που άσκησε πολιτική και με το περιεχόμενο που έδωσε στις θέσεις του, με τη διορατική επισήμανση όλων των στρεβλώσεων, που σήμερα οι πάντες παραδέχονται ως χρόνιες παθογένειες του συστήματος, με την ουσιαστική αμφισβήτηση της ψευδεπίγραφης δικομματικής πολιτικής, την σταθερή ανάδειξη και διαφύλαξη της πολιτικής του αυτονομίας έναντι δογματισμών, λαϊκισμών και ιδεολογισμών, κυβερνητισμών και παραγοντισμών. Το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα, τόσο στη διάρκεια της εικοσαετίας όσο και σήμερα, παραμένει το αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα και τα διαβρωμένα θεσμικά συστατικά του. Τα πολιτικά υποκείμενα και οι κοινωνικές συλλογικότητες, που μπορούν να δημιουργήσουν το νέο πολιτικό και προγραμματικό πλαίσιο, πρέπει να λειτουργούν εσωτερικά και να δρουν στο δημόσιο χώρο, με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τον παραδεδομένο τρόπο του κομματισμού και της παραταξιοποίησης των κοινωνικών χώρων, του εσωστρεφούς φατριασμού και του ευκαιριακού τακτικισμού.
Είναι αυτονόητο και δραστικά αναγκαίο να συνειδητοποιηθεί ότι δεν πρέπει να αναπαλαιωθούν και μεταγγιστούν, στους νέους πολιτικούς καιρούς, όλα εκείνα τα πολιτικά και δομικά αίτια, που προκάλεσαν την εκφυλιστική αποσύνθεση της μεταπολίτευσης. Όσο καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις, τόσο δραστικοί πρέπει να είναι και οι διαρθρωτικοί, θεσμικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί. Το καινούριο πολιτικό σύστημα δεν θα προκύψει εύκολα κι αυτόματα, ούτε θα είναι υπόθεση παρασκηνίων διαπλοκής και ετοιμοπαράδοτων σχημάτων κορυφής. Όσο είναι εκτεταμένο και βαθύ το ξέφτισμα των δικομματικών μεταπολιτευτικών δεδομένων, άλλο τόσο πρέπει να είναι συνεκτική και αξιόπιστη, εμπνευσμένη κι αποφασισμένη, η νέα πολιτική πρόταση για την αλλαγή των συσχετισμών, την αλλαγή πολιτικής και τρόπου διακυβέρνησης για την ανασυγκρότηση της χώρας.
Οι κοινωνικές αλλαγές που συντελούνται, οι σύστοιχες πολιτικές αναζητήσεις και ιδεολογικοπνευματικές διεργασίες, δεν χωράνε στα κομματικοπολιτικά καλούπια της μεταπολίτευσης ούτε εκφράζονται από σχήματα και πρόσωπα, που πάνε κι έρχονται σαν επιπλέοντα σκεύη κι εξαρτήματα του ναυαγισμένου δικομματισμού.
Είναι μεγάλος ο πειρασμός να μιλήσω εξομολογητικά κι απολογιστά για τα πεπραγμένα μου και τις καταστάσεις που βίωσα στον Συνασπισμό, όπως συνηθίζεται από πολλούς που φορτώνουν στους άλλους και στις δυσκολίες, τα λάθη και τις αδυναμίες τους. Θα πω μονάχα ότι τις δεκαετίες της θητείας μου στον ΣΥΝ τις προσδιόρισαν τα βιώματα του μαζικού φοιτητικού κινήματος και του αντιδικτατορικού αγώνα, ως αγωνιστικές επιδιώξεις ζωής. Όπως, επίσης, η πίστη μου στη σύνθεση της μαρξιστικής διαλεκτικής, αλλά και της Αριστοτελικής μεσότητας, που είναι εντελώς διαφορετικές και ξένες από πρακτικές ισορροπίας και λογικές συμψηφισμών.
Σκέφτομαι τις αγωνίες να μη μας βγάλουν εκτός Βουλής, οι διαπλεκόμενοι μηχανισμοί που έβαλλαν πανταχόθεν. Να μην κλείσει η Αυγή, να ξεχρεώσουμε το κτίριο, να στηρίξουμε τα ΑΣΚΙ και τον ΠΟΥΛΑΝΤΖΑ. Να μη χάσουμε την αυτονομία μας, να δυναμώσουμε την διακριτή ταυτότητά μας. Να πάμε δημοκρατικά κι ενωτικά σε αλλαγή ηγεσίας. Σήμερα που ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκονται στην πορεία της ανερχόμενης δύναμης και προσδοκίας, σκέφτομαι όλους αυτούς που μας αρνιόντουσαν πεισματικά και μας εχθρεύονταν οργανωμένα, κι όσους μας υπονόμευαν και μας εγκατέλειψαν υπολογιστικά, ως "πονηροί και ανόητοι Ελπήνορες της Κίρκης". Τότε θύμωνα μαζί τους. Σήμερα τους βλέπω με συγκατάβαση.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να γίνει σε όλους φανερό ότι ο καθεστωτικός δικομματισμός ήταν ένα αδιέξοδο πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης, κοινωνικής και κρατικής οργάνωσης, όπως φώναζε ο ΣΥΝ.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να δέχονται όλοι σήμερα ότι τα εκλογικά συστήματα πριμοδότησης της μονοκομματικής απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, δεν εξασφαλίζουν αξιόπιστη αντιπροσώπευση και δημοκρατική εναρμόνιση κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να αποτελέσει κοινό συμπέρασμα ότι ο αρχηγισμός, ο λαϊκισμός, ο κομματικός κυβερνητισμός και η εξωθεσμική διαπλοκή και παραταξιοποίηση του κράτους, υπονομεύουν και διαβρώνουν τη διαφανή λειτουργία θεσμών και συνταγματικών ρυθμίσεων, εκφυλίζουν τη δημοκρατική οργάνωση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας, μετατρέπουν το δημόσιο βίο σε πεδίο συναλλαγών εξουσίας και τα συλλογικά αγαθά σε λάφυρο διαφθοράς, συναλλαγής και πλουτισμού.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να επιβεβαιωθεί η επιμονή του Συνασπισμού να αντιστέκεται στην υπερεξουσία των εξωθεσμικών κέντρων διαπλοκής και να αξιώνει δημοκρατικό έλεγχο, ώστε να μη φέρουν την κοινωνία, την πολιτική, τη δημοκρατία και την Ελλάδα στα μέτρα τους οι μηχανισμοί επικοινωνιακής κι οικονομικής χειραγώγησης.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να δουν την υπαρκτή δυναμική του ανανεωτικού ριζοσπαστισμού, των κινημάτων και της οικολογίας, που ήθελαν να την εκτοπίσουν στο περιθώριο, γιατί «δεν είχε ρόλο και λόγο ύπαρξης ως μικρό κόμμα ο ΣΥΝ, και έπρεπε να διαμοιραστούν τα ιμάτιά του το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ», όπως διατυμπάνιζαν οι ντελάληδες και οι ομοτράπεζοι της κατεστημένης διαπλοκής.
Χρειάστηκαν είκοσι χρόνια για να βεβαιωθεί ότι ο Συνασπισμός είναι το μοναδικό νέο κόμμα στη μεταπολίτευση, που βγήκε μέσα από προγραμματικές συγκρούσεις και πάλεψε να αποκτήσει πραγματικά νέα χαρακτηριστικά ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικοκοινωνικής παρουσίας. Γι’ αυτό μπόρεσε να γίνει διακριτό, ανθεκτικό κι ελπιδοφόρο πολιτικό μέγεθος, παρά το ότι το σύστημα εξουσίας και οι μηχανισμοί του, μονίμως επεδίωκαν τον εξοβελισμό του.
Οι φλύαρες ανοησίες περί ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού επί ΠΑΣΟΚ, και μεταρρυθμιστικού φιλελευθερισμού, επί Ν.Δ., δεν ήσαν παρά επικοινωνιακές σκηνοθεσίες, για τον αποπροσανατολισμό των πραγμάτων και τον εντυπωσιασμό των πολιτών, στα πλαίσια ενός καθεστωτικού δικομματισμού.
Να γιατί θυμάμαι τον συμπατριώτη μου Τάκη Σινόπουλο, που λέει στο «Νυχτερινό μονόλογο», «Γι’ αυτό ξαφνικά οι πορείες και η βουή των λαών που ξεσηκώνονται. Ίσως είναι το ακοίμητο μάτι της μνήμης. Ίσως είναι το αυτί στις πέτρες που ακούει».
Η Επιτήρηση της Τρόικας και η Μνημονιοκρατία σημαίνει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, είναι μια ακρωτηριασμένη δημοκρατία, χωρίς συνταγματική κυριαρχία και κυβερνητική αυτονομία. Δεν πρόκειται για έναν «συναινετικό αναθεωρητισμό», ούτε για τον νεοευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό των οπισθοδρομικών και στρεβλών νεοελληνικών χαρακτηριστικών της κοινωνικής και θεσμικής μας συγκρότησης, όπως προπαγανδίζεται.
Κι είναι θλιβερό να ακούει κανείς στη Βουλή σήμερα, σαν να μην έφταναν τα όσα δραματικά συντελούνται, υπουργό της τρικομματικής κυβέρνησης να διακηρύσσει, παραμερίζοντας τον συνταγματικό πατριωτισμό της κοινωνίας, με ναπολεόντειο στόμφο, τον τεχνοκρατικό αυταρχικό παραλογισμό "να τελειώνουμε με την δικαιωματοκρατία, για να σώσουμε τη δημοκρατία"!
Οι τρεις αναθεωρήσεις του Συντάγματος του 1975, το 1986, το 2001 και 2006, καθώς και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες των κυβερνήσεων, προωθήθηκαν για την διευκόλυνση των παλαιών λειτουργιών του πελατειακού κομματικού συστήματος και δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις καινούριες συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας, ως μέρος της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ούτε στα σύγχρονα προβλήματα διακυβέρνησης, ελέγχων, διαχείρισης, εθνικής στρατηγικής κι ανάπτυξης σε συνθήκες μεταλλαγμένης δημοκρατίας από την διαπλοκή εξωθεσμικών κέντρων και μέσων επικοινωνίας, κομματοκρατίας, παρεοκρατίας και διαφθοράς, που οδηγούν στη συνολική και έντονη εκφυλιστική αλλοίωση της ίδιας της κοινωνικής και πολιτικής, της συνταγματικής και θεσμικής δομής της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Μπροστά στα εξουθενωτικά που συντελούνται και στα συνταρακτικά που έρχονται είναι φανερό ότι το παλαιό σύστημα όσο κι αν αντιστέκεται είναι μια άδεια πανοπλία. Είναι, επίσης, φανερό ότι, το καινούριο, όσο κι αν δυσκολεύεται, όσο κι αν πολεμιέται, συνειδητοποιείται και αποκρυσταλλώνεται κάθε μέρα παντού. Κι είναι θετικό στοιχείο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτος ξεκίνησε, με δημοκρατικές διαδικασίες, να αλλάξει οργανωτικά και λειτουργικά, για να διασταυρωθεί με τη δυναμική που έχουν οι καινούριες συνθήκες, οι νέες ιδιότητες του πολίτη και οι νέοι τρόποι άσκησης της πολιτικής.
Σ’ αυτό, λοιπόν, το ιστορικό όριο της μετάβασης ισχύει ο αφορισμός του Χόρχε Σεμπρούν «προτιμώ τις ευκαιρίες του μέλλοντος από τα κατορθώματα του παρελθόντος, και τα πιο ηρωικά». Κι ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι και στη συνέχεια της οδοιπορίας του δύναμη κι ελπίδα του μέλλοντος, πείθοντας ότι ξέρει, θέλει και μπορεί να κάνει κάθε μέρα εφικτό αυτό το προοδευτικό μέλλον της Ελληνικής Δημοκρατίας και της ριζοσπαστικής Αριστεράς,  της Ευρώπης και της Ανθρωπότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: