28/12/12

Η περίπτωση του μαχόμενου ανθρώπου

Είναι δύσκολο να μιλήσω για τη Μάρθα. Τόσο σύντομα μετά τον απροσδόκητο, προβλεπόμενο και απρόβλεπτο ταυτόχρονα, θάνατό της.
Θέλω να μιλήσω για τη Μάρθα και τη σθεναρή αντίστασή της στην αρρώστια που βιώσαμε όλοι εμείς που τη συνοδέψαμε σ’ αυτήν την τελευταία της, τόσο δύσκολη, μάχη.
Να της πω ένα γεια εκ μέρους μας, κλείνοντάς της το μάτι με το δικό της τρόπο, λες και είναι μια ακόμη ανάπαυλα μέχρι την επόμενη χημειοθεραπεία, για να πάμε μετά να φάμε, να γελάσουμε, να μιλήσουμε για την Κρίστα Βόλφ, τη μνήμη, τα κενά της, την επιρροή της οικονομίας στα πολιτικά τεκταινόμενα, να οργανώσουμε το επόμενο αφιέρωμα των «Αναγνώσεων», να πάμε στη νέα έκθεση στην «Έκφραση»...
Θα μπορούσα να αναφέρω άπειρες εικόνες από αυτά τα δύο χρόνια, που αποτυπώνουν δυο σημαίνοντα χαρακτηριστικά της προσωπογραφίας της Μάρθας. Το ένα ήταν η δίψα της για δημιουργία εντός και εκτός των ορίων της επιστήμης της ιστορίας, την οποία υπηρετούσε με θέρμη και με ευρύτητα πνεύματος. Το άλλο ήταν το απίστευτο πείσμα της σε ό,τι πίστευε και κυρίως το πείσμα της για τη ζωή που τόσο αγαπούσε. Αρκεί να αναφέρω ότι το τελευταίο της αφιέρωμα, για το φασισμό και το ναζισμό, το έφτιαξε στο νοσοκομείο, δουλεύοντας ατέλειωτες ώρες, όντας ήδη καταπονημένη από τη λευχαιμία. «Κλείσε τα ματάκια σου», αν θες να ξεκουραστείς, της πρότεινε η φίλη της η Ελευθερία κάποια στιγμή. «Εγώ δεν θέλω να κλείσω τα μάτια μου», αποκρίθηκε η Μάρθα, λίγες μέρες προτού μας φύγει.

Η Μάρθα Πύλια υπήρξε μια πολυσχιδής και πολυσήμαντη οντότητα. Ήταν ένας άνθρωπος που κοίταζε και αντιμετώπιζε τον άλλον κατάματα, πράγμα σπάνιο στην εποχή μας. Ρηξικέλευθη και αντισυμβατική στη σκέψη και στη συμπεριφορά της, προέβαλλε με παρρησία γυμνές τις αξίες της νεωτερικότητας που κοντεύουμε μέσα στη υποκριτική ηθική της κρίσης να ξεχάσουμε, τις αξίες των ατομικών δικαιωμάτων και της ελευθερίας της σκέψης. «Εγώ θέλω να περπατήσω, ό,τι και να μου πουν αυτοί», οι γιατροί εννοούσε, μου έλεγε. Και περπάταγε πέρα δώθε, όσο άντεχε, υποβασταζόμενη από τον Μανώλη και τη Νέλλυ, στους διαδρόμους.
Υπέσκαπτε τα προσχηματισμένα ή και εξιδανικευμένα στερεότυπα με την αμεσότητά της έκφρασής της, την κρυμμένη τρυφεράδα της, κυρίως, για τα παιδιά, ως δασκάλα, το χιούμορ και τις καίριες ατάκες της, ως άτεγκτος κριτής του εαυτού της και των γύρω της.
Θέλω να ευχαριστήσω τη Μάρθα για το κουράγιο και το παράδειγμα ενός μαχόμενου ανθρώπου, ενός μαχόμενου πνεύματος, που έδωσε σε όλους εμάς που την συνοδέψαμε στις δύσκολες αυτές ώρες, αντιμετωπίζοντας τη φθορά του σώματός της ως ένα οργανόγραμμα, απαλείφοντας οποιαδήποτε δραματοποίηση, διαδηλώνοντας την ένστασή της, μέχρι τέλους, σε μια ήττα σωματική.

ΛΗΔΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: