28/12/12

Η ανθρώπινη συνθήκη

ΤΗΣ ΜΑΓΙΑΣ ΣΤΑΓΚΑΛΗ

ΓΙΟΖΕΦ ΡΟΤ, Η ομολογία ενός δολοφόνου - μέσα σε μια νύχτα-, Εκδόσεις Άγρα, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, σελ. 200

...απόλυτη δικαιοσύνη
δεν υπάρχει στη γη φίλοι μου
απόλυτη δικαιοσύνη υπάρχει  
μόνο στην κόλαση...
(από το βιβλίο)

“Γιατί πίνεις τόσο πολύ”, ρώτησε κάποτε τον Γιόζεφ Ροτ ένας φίλος του. “εσύ νομίζεις ότι θα ξεφύγεις; κι εσύ θα αφανιστείς”, απάντησε ο συγγραφέας.
Ο Γιόζεφ Ροτ γεννημένος στην ανατολική Γαλικία (στη σημερινή Ουκρανία) από εβραίους γονείς πεθαίνει στο Παρίσι το 1939 βαριά αλκοολικός σε ηλικία σαράντα πέντε ετών μέσα στο ζοφερό περιβάλλον του ναζισμού.
Σπούδασε φιλοσοφία και γερμανική φιλολογία στη Βιέννη, κατετάγη στον αυστριακό στρατό και πήρε μέρος στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Την περίοδο του Μεσοπολέμου εργάσθηκε ως δημοσιογράφος στη Βιέννη και το Βερολίνο. Είναι από τους πρώτους που εντοπίζει το «Κακό» και επιτίθεται με την πένα του στον Χίτλερ ήδη από το 1922. Την ίδια ημέρα που εκείνος ονομάζεται καγκελάριος του Ράιχ, ο Γιόζεφ Ροτ φεύγει οριστικά στο Παρίσι.

Ιδιόρρυθμη προσωπικότητα, προκαλεί αν όχι την συμπάθεια σίγουρα όμως το ενδιαφέρον με την συνύπαρξη ευαισθησίας, κυνισμού και αυτοσαρκασμού που διατυπώνεται με αισθητικά δηκτικό ύφος. Και ενώ μετά τον πόλεμο τον βρίσκουμε να υπογράφει στην αριστερή εφημερίδα Vorwarts ως “Ο κόκκινος Γιόζεφ”, τον συναντούμε αργότερα εξίσου εχθρικό απέναντι στο φασισμό και τον κομουνισμό, να αυτοχαρακτηρίζεται Καθολικός και να συμμετέχει ενεργά σε φιλομοναρχικούς κύκλους με στόχο την παλινόρθωση των Αψβούργων, βυθισμένο πια στο αλκοόλ.
Η πορεία του Γιόζεφ Ροτ, στιγματισμένη από τη νοσταλγία μιας χαμένης εποχής μεγαλείου και ιδανικών, αποτελεί η ίδια ένα σημείο των καιρών. Καιρών παρακμής, απογοήτευσης και σύγχυσης. Τον βλέπουμε να υιοθετεί  στην προσωπική του ζωή το συντηρητικό, επίπεδο ρόλο του φανατικού απολογητή των Αψβούργων, ενώ  αντίθετα λίγα χρόνια πριν με  Το εμβατήριο του Ραντέτσκυ, ένα μεγάλο έργο της γερμανικής λογοτεχνίας,  αποκαλύπτει το προφίλ ενός βαθιά σκεπτόμενου, περίπλοκου καλλιτέχνη που στοχάζεται την κίνηση της Ιστορίας και την παραδοχή της ήττας και της απώλειας καθώς ο κάποτε στέρεος και ασφαλής κόσμος της αυτοκρατορίας καταρρέει.
Η ομολογία ενός δολοφόνου εκδίδεται το 1936, την εποχή που ο συγγραφέας περιπλανώμενος στην Ευρώπη έμενε σε ένα ξενοδοχείο στο Άμστερνταμ. Οι θαμώνες μιας μισοσκότεινης ρωσικής ταβέρνας στο Παρίσι ακούν, για μια ολόκληρη νύχτα, με τη συντροφιά του αλκοόλ, την εξομολόγηση του Σεμιόν Γκολούμπτσικ. Ο αφηγητής, πρώην αστυνομικός στην Οχράνα, τη μυστική αστυνομία του Τσάρου, δηλώνει δολοφόνος και ομολογεί την εγκληματική του  φύση. Νόθος γιός ενός πρίγκιπα και μιας χωρικής, διεκδικεί χωρίς επιτυχία την πατρική αναγνώριση και περνάει όλη του τη ζωή υπό το κράτος της εμμονής στην οποία τον έχει βυθίσει η απόρριψη. Θύμα της δηλητηριώδους ζήλειας του για τον ετεροθαλή αδελφό του ανάγει σε αξίωμα το μίσος του και σε ηθικό νόμο τη μανία του για εκδίκηση. Εξόριστος από το Πατρικό φωτεινό σύμπαν επιλέγει την υπόγεια δραστηριότητα της υπονόμευσης και της δολιοφθοράς και κατατάσσεται στη μυστική αστυνομία. Η ειρωνεία της ζωής τον οδηγεί στο Παρίσι ως κατάσκοπο της υπηρεσίας του με ψεύτικη ταυτότητα που φέρει το «αληθινό» του όνομα, Πρίγκιπας Κραπότκιν. Έτσι, είδωλο ενός εαυτού του οποίου την ταυτότητα προσπαθούσε να οικειοποιηθεί εναγωνίως, κατακερματίζεται ανάμεσα στον εαυτό –τίποτα– και στον εαυτό –όλον– που δεν θα αποκτήσει ποτέ.  
Δολοφονία δεν υπάρχει, ούτε εγκληματική φύση. Υπερβολικά απολογητικός, σε μια ολονύχτια κρίση συνειδήσεως, αδυνατεί να πείσει ως περσόνα του Κακού. Το δράμα του είναι μάλλον η μετριότητα στην οποία τον καταδικάζει το τραύμα της καταγωγής του, καθώς δεν καταφέρνει ούτε να το υπερβεί ούτε να το μετουσιώσει. Ο Γκολούπτσικ παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του φτάνει ως την πόρτα της Λέσχης του Κακού και μένει εκεί, μακριά από το μέγεθος ενός Ραγκόζιν.
Ο Γιόζεφ Ροτ στην Ομολογία του συνθέτει έναν ολοκληρωμένο Ρωσικό χαρακτήρα, χαμένο στην επηρμένη του αυτολύπηση και εγκλωβισμένο στο στενό ορίζοντα της εμμονής  του. Ο συγγραφέας με βιωματική γνώση της πατρικής εγκατάλειψης χαρτογραφεί το δαιδαλώδες υπόστρωμα της μνησικακίας και της μικρότητας, ως απόρροια της δυστυχίας. Μια εποχή πτώσης συνοψίζεται στην πτώση ενός ανθρώπου και στη σήψη  του κοινωνικού ιστού που τον περιβάλει, σε ένα κείμενο που δεν το διέπουν οι Ιδέες αλλά η ιδεοληψία. Χωρίς να δίνει την ανακούφιση του τελικού συμπεράσματος, ο Γ. Ροτ προσφέρει, ως πεδίο σκέψης, την αμηχανία που προκαλεί ένα διεισδυτικό βλέμμα στην ανθρώπινη συνθήκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: