28/7/12

Έργο για τέσσερα χέρια...

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΗΝΙΩΤΗΣ, ΦΙΛΙΩ ΓΚΑΒΑΛΙΖΟΥΔΗ, Κόκκινη κλωστή δεμένοι..., διηγήματα-ποιήματα, εκδόσεις ΑΩ, σελ. 160
Ένα συγγραφικό ντουέτο, ένα βιβλίο με εναλλαγές ποιημάτων και διηγημάτων, με τους δυο συγγραφείς να δοκιμάζονται και στα δύο αυτά λογοτεχνικά είδη. Αλλά ο πειραματισμός δεν σταματά εδώ, αφού ένα από τα διηγήματα έχει γραφεί από κοινού, ενώ το εναρκτήριο, σύντομο αφήγημα, συντίθεται από ένα διήγημα κι ένα ποίημα. Τα περιεχόμενα του βιβλίου προτάσσονται, και μόνο εκεί δηλώνεται ο συγγραφέας του κάθε κομματιού, αφού στην αντίστοιχη σελίδα υπάρχει μόνο το ποίημα ή το διήγημα, χωρίς καμιά ένδειξη για την πατρότητα/μητρότητά του.
Τέλος, με δεκαετή θητεία στην ποίηση ο Σκηνιώτης, και οκτώ βιβλία, πρωτοεμφανιζόμενη στη λογοτεχνία η Γκαβαλιζούδη, συνδυάζουν την «προϋπηρεσία» με τη φρεσκάδα, αλλά οι εκπλήξεις δεν σταματούν εδώ, αφού στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου ενσωματώνεται ένα διήγημα του μαθητή Λυκείου Παύλου Παπασπύρου.

Αν και όλα αυτά τα μορφικά/κατασκευαστικά στοιχεία του βιβλίου προδιαθέτουν μάλλον για εγκεφαλικά κείμενα, στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο: ο λυρισμός προεξάρχει και συνέχει το όλο εγχείρημα.
«Κι έτσι, λοιπόν, περπάτησαν μαζί. Περπατούσαν αργά περιγελώντας φανερά το χρόνο, χωρίς να κοιτάζουν τα ρολόγια τους. Χρόνος ήταν, τώρα, τα διπλανά τοπία που γλιστρούσαν νωχελικά στο πέρασμά τους κι ο ορίζοντας που συνέχεια απομακρυνόταν. Χρόνος ήταν το φως που μάκραινε συνέχεια κι αγωνιζόταν να τους φτάσει, παίζοντας την εφεδρεία των πορτοκαλιών χρωμάτων του. Έγειρε απαλά το κεφάλι της στον ώμο του και τον άφησε να την οδηγήσει αυτός. Έτσι κι αλλιώς ήξερε...».
Ένας λυρισμός νωχελικός, που διαπιστώνεται και στο παραπάνω απόσπασμα με την επανάληψη μιας λέξης στην επόμενη πρόταση, ένας λυρισμός χωρίς σκληρές εξάρσεις και βαριά ποικίλματα, που αντλεί εικόνες, ερεθίσματα και δύναμη από στιγμές καθημερινές, ανθρώπινες, συναισθηματικές. Η μικρή φόρμα των διηγημάτων έρχεται και «κουμπώνει» στα ποιήματα, κι έτσι παράγεται μια ροή συνεχής, απρόσκοπτη, όμως με συνεχώς εναλλασσόμενες εντυπώσεις. 
Μια λέξη σου πριν φύγω,
μια καλημέρα σου,
ένα γέλιο σου πρωινό,
μια ανάσα σου στο λαιμό μου,
μια αγκαλιά σου ζεστή,
ένα φιλί σου γλυκό.
Έστω μια υπόσχεσή σου.
Το βιβλίο ανακαλεί παραδόσεις του μοντερνισμού, μας παραπέμπει στη διανυσμένη διαδρομή του, έχει χωνεμένες τις αφετηρίες και τις εκλεκτικές του συγγένειες, ξεδιπλώνεται με τρόπο βατό και προσιτό, με λόγο και ύφος που χαρακτηρίζονται από τη φυσικότητα, μας παρέχει μια ακόμα απόδειξη για την αντοχή και τη γονιμότητα των παραδεδομένων αφηγηματικών τεχνικών, για τη δραστικότητα της γλώσσας τους, σε σχέση πάντα με το πώς σκέφτονται οι άνθρωποι, πώς ζουν την πραγματικότητα.
«Μην κρύβεις το δάκρυ, άστο να κυλήσει και να πέσει. Η πέτρα θέλει κι αυτή δροσιά. Μπορεί πάνω της να μην ανθίζουν λουλούδια, ανθίζουν όμως σκέψεις, αναμνήσεις και μνήμες από ένα μέλλον, από το οποίο θα λείπεις».


Δεν υπάρχουν σχόλια: