ΤΟΥ ΕΥΚΛΕΙΔΗ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΥ
COREY ROBIN, The Reactionary Mind: Conservatism from Edmund Burke to Sarah Palin, Oxford University Press, 2011
Εικάζω ότι πολλοί πανεπιστημιακοί, που υποστήριξαν τις μεταρρυθμίσεις της κ. Γιαννάκου και της κ. Διαμαντοπούλου, αισθάνονται ότι έχουν επηρεαστεί, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, από φιλελεύθερες (δεν εννοώ νεοφιλελεύθερες) ιδέες. Όπως σημείωσα στο πρώτο μου άρθρο σε αυτή τη σειρά («Των φιλελευθέρων οι εξουσίες», Αναγνώσεις, 8/10/11), ο φιλελευθερισμός, ως ιστορικό πολιτικό ρεύμα, αν όχι ως πολιτική θεωρία που διδάσκεται στα πανεπιστήμια, δεν ταυτίσθηκε πάντα με μια επέκταση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Αντιθέτως, οι φιλελεύθεροι πολλές φορές υποστήριξαν τον περιορισμό των ελευθεριών, ιδιαίτερα όταν κινδύνευαν τα κεκτημένα της αστικής τάξης. Αλλά νομίζω πως για να καταλάβουμε τη στάση πολλών πανεπιστημιακών χρειάζεται να κοιτάξουμε και πέρα από το φιλελευθερισμό. Ισχυρίζομαι, λοιπόν, ότι η στάση πολλών πανεπιστημιακών αντλεί και πολλά στοιχεία από ιδέες του συντηρητικού ρεύματος.
Ο Corey Robin στο βιβλίο του για αυτό το ρεύμα προσπαθεί να αντικρούσει πολλούς μύθους που έχουν εγκατασταθεί σε σχέση με το συντηρητισμό. Για παράδειγμα, υπάρχει η άποψη ότι ο συντηρητισμός δεν αποτελεί διάχυτη και συγκροτημένη ιδεολογία, κάτι που έχει υποστηριχτεί από αντιπάλους, με προφανή σκοπιμότητα, αλλά και από μερικούς συντηρητικούς που απεχθάνονται την ίδια την κατηγορία της συγκροτημένης ιδεολογίας.
Σε αυτό το πνεύμα, ο συντηρητικός βρετανός πρωθυπουργός, Stanley Baldwin, θεωρούσε τον διανοούμενο μια «πολύ άσχημη λέξη για ένα πολύ άσχημο φαινόμενο». Αλλά ο Robin μας λέει ότι αυτή η προσέγγιση είναι παραπλανητική: ο συντηρητισμός έχει ιδεολογικό και θεωρητικό βάθος. Ταυτίζεται με την οργανική και ήπια αλλαγή, με την άρρητη γνώση και σοφία που έχουν οι θεσμοί, οι κοινότητες και τα άτομα, με ελευθερίες μέσα σε ιεραρχικές σχέσεις, και με άλλα πολλά. Αλλά προπαντός αποτελεί μια αντίδραση στον ριζοσπαστισμό και στην αριστερά. Και όταν οι συντηρητικοί αισθάνονται απειλούμενοι, τότε είναι ικανοί να εγκαταλείψουν την προτίμησή τους για μικρές και λελογισμένες θεσμικές παρεμβάσεις και να περάσουν σε ριζοσπαστικότατες κινήσεις. Ο νόμος για τα πανεπιστήμια τα αλλάζει όλα, από τη δύναμη που δίνει στον κοσμήτορα μέχρι την ουσιαστική κατάργηση των τμημάτων ως ανεξάρτητες επιστημονικές μονάδες. Ο Στέφανος Μάνος, όταν χαιρέτησε τη συμμαχία (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ) που πέρασε το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια στη βουλή, ήταν ξεκάθαρος για το ότι η ριζική παρέμβαση σηματοδοτεί μια σημαντική ήττα για την αριστερά.Όπως γράφει ο Robin, «Ο συντηρητικός δεν στέκεται μόνο κατά της αριστεράς∙ πιστεύει επίσης ότι η αριστερά είναι κυρίαρχη από, ανάλογα με ποιος το μετράει, την εποχή της Γαλλικής επανάστασης ή της Μεταρρύθμισης. Αν είναι να προφυλάξει αυτά που αξιολογεί θετικά, ο συντηρητικός πρέπει να κηρύξει πόλεμο ενάντια στην επικρατούσα κουλτούρα» (σ. 25). Δεν είναι μόνο ο Στέλιος Ράμφος και ο Χρήστος Γιανναράς που έχουν κηρύξει αυτόν τον πόλεμο, αλλά πολλοί άλλοι πανεπιστημιακοί, δημοσιογράφοι και άνθρωποι της τέχνης, μέσα από την αρθογραφία τους στις εφημερίδες. Τι φοβάται η συντηρητική παράδοση από την «αριστερή» κουλτούρα; Για τον Robin η απάντηση είναι η κατάργηση των δημόσιων και ιδιωτικών εξουσιών, που κατά τον συγγραφέα συνδέονται άμεσα. Έτσι, όταν οι άντρες αντιστεκόταν στην ψήφο των γυναικών, είναι ξεκάθαρο ότι φοβόνταν ότι μια χειραφέτηση στο πολιτικό πεδίο εύκολα θα περνούσε σε μια παρόμοια αμφισβήτηση του ρόλου του άντρα εντός της οικογένειας. Ο φόβος των συντηρητικών σε σχέση με το οργανωμένο εργατικό κίνημα από την αρχή, δεν βασίστηκε στη βία του, ούτε καν στην υποτιθέμενη αναποτελεσματικότητα του, αλλά στην τάση του για ανεξαρτησία και αυτοοργάνωση. Ο συντηρητισμός εκφράζει μια απέχθεια, ως πράξη και ως θεωρία, στη δυνατότητα ανεξάρτητης δράσης (agency) των υποτελών τάξεων. Ιστορικά, ο συντηρητισμός αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με την περιορισμένη επέκταση των πολιτικών ελευθεριών. Αλλά δεν έχει συμβιβαστεί, και δεν μπορεί να συμβιβαστεί χωρίς να αυτοαναιρεθεί, με την κατάργηση τοπικών εξουσιών, στην οικογένεια, στις επιχειρήσεις και σε άλλους τόπους ιεραρχικών και εξουσιαστικών σχέσεων.
Για τους συντηρητικούς η ισότητα αποτελεί ένα οδοστρωτήρα που εξαφανίζει την αριστεία που θα έπρεπε να είναι η βάση των διαφόρων ιεραρχιών. Για τον Burke, «όταν οι πολλοί δεν είναι κάτω από την πειθαρχία», «των πιο σοφών, των πιο ειδικών, των πιο πλουσίων», «δεν μπορούμε καν να πούμε ότι συμμετέχουν στην κοινωνία των πολιτών» (σ.24). Από αυτή την άποψη δεν μπορούμε να αντισταθούμε σε έναν επιτυχημένο επιχειρηματία που συμμετέχει στο συμβούλιο του πανεπιστημίου. Ούτε είναι παράξενο ότι οι πιο άξιοι καθηγητές θα πρέπει να έχουν και τη μεγαλύτερη εξουσία. Οι παλιές γενικές συνελεύσεις των τμημάτων έδιναν εξουσία, αδιακρίτως, στα άξια και μη άξια μέλη ΔΕΠ, για να μη μιλήσουμε για τους φοιτητές που σε μια ευνοημένη πολιτεία θα έπρεπε να ξέρουν τη θέση τους: «η συντηρητική θέση προέρχεται από μια γνήσια πεποίθηση ότι ένας χειραφετημένος κόσμος θα ήταν άσχημος, κτηνώδης, ταπεινός και βαρετός. Θα του έλλειπε η αριστεία ενός κόσμου όπου ο καλύτερος άνθρωπος κυριαρχεί σε σχέση με το χειρότερο» (σ.16).
Δεν νομίζω ότι θα ήταν δύσκολο να ανατρέξουμε σε ομιλίες και άρθρα διαφόρων εκσυγχρονιστών και φιλελευθέρων και να βρούμε επηρεασμούς από τη συντηρητική παράδοση που αναλύει ο Robin. Και έτσι είμαστε σε καλύτερη θέση να κατανοήσουμε την ευκολία με την οποία, και στο κεντρικό πολιτικό πεδίο, αλλά και στα ίδια τα πανεπιστήμια, συμμάχησαν φαινομενικά ετερόκλητες ιδεολογικές δυνάμεις. Επιπλέον, κατανοούμε καλύτερα τη γενικότερη σύγκλιση της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς των τελευταίων δεκαετιών σε καίρια θέματα, και όχι, βεβαίως, μόνο σε σχέση με την παιδεία. Αυτή η σύγκλιση έχει αντλήσει από το θεωρητικό οπλοστάσιο και του φιλελευθερισμού και του συντηρητισμού. Σε αυτό, και στο προηγούμενο άρθρο, έχω προσπαθήσει να εξηγήσω το πόσο αυτός ο κοινός τόπος έχει οικοδομηθεί σε σχέση με τη συγκρότηση σημαντικών τοπικών και ιδιωτικών εξουσιών και τον περιορισμό των ελευθεριών και δικαιωμάτων τών από κάτω.
Μια τελευταία λέξη για τα πανεπιστήμια. Οι υποστηρικτές των μεταρρυθμίσεων συχνά επικαλούνται το χάος των πανεπιστημίων, υποστηρίζοντας ότι κάτι έπρεπε να αλλάξει. Αλλά αυτό αποτελεί κοινό τόπο, ασχέτως αν οι αριστεροί θέλουν να οικοδομήσουν τις όποιες μεταρρυθμίσεις με βάση τα καλά πράγματα που γίνονται στα πανεπιστήμια, και όχι με βάση μιας γενικευμένης απαξίωσης. Αυτό, όμως, που χαρακτηρίζει τη σύγκλιση των συντηρητικών και φιλελεύθερων είναι το πώς κατανοούν τα κακώς κείμενα, και οι αντιδραστικές, ελιτίστικες και ιεραρχικές λύσεις που προκύπτουν από τις αναλύσεις τους.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος διδάσκει στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου