26/8/11

Η αμφισβήτηση που διαρκεί

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

ΑΘΗΝΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ, Με λύχνο και λύκους, εκδόσεις νέδα, σελ. 76

Φυσάει.
Πατρίδες γαυγίζουν ικέτες.
Ικέτες περνούν και χάνονται
στον ορίζοντα,
σαν δροσουλίτες
κάθε αυγή.
Η ιστορία γράφεται με λύχνο και λύκους.
«Ποίημα για σχολική γιορτή»

Ποιήματα που φέρουν έντονο το στίγμα κοινωνικής εγρήγορσης, ανησυχίας, αμφισβήτησης, με γλώσσα γραπτή-καθημερινή, συνάδουσα στη συνθήκη της απεύθυνσης-συνομιλητικότητας, μέσα στην οποία λειτουργούν και ολοκληρώνονται ως ποιήματα-χειρονομίες, μέσα στην ατέρμονη διαλεκτική ατομικού-κοινωνικού, προσωπικού-ιστορικού, ποιητικού και προ-ποιητικού (υλικού), το οποίο συνεχώς και αφειδώς ενσωματώνεται στη ροή των ποιημάτων, ανακαλώντας τον τρόπο του Τάκη Σινόπουλου, προσδίδοντας στην ποίηση της Παπαδάκη μια σχεδόν απόλυτη, σκληρή, κάποτε και άγρια γείωση στην πραγματικότητα, γείωση στην οποία προγραμματικά στοχεύει και ως χαρακτηριστικό της τη διεκδικεί.
Τους κυνόδοντες διακρίνω
ακόμη αφανέρωτους,
σε τρυφερά ούλα βρεφών.
Είναι στιλπνοί και αιχμηροί.
Καθώς τα νεογνά διάπλατα
ανοίγουν τις σιαγόνες
ο λύχνος του στόματος ροδίζει.
Να, στον ουρανίσκο
ο σατανάς της πρώτης τροφής.
Τίποτα αθώο, ούτε και το γάλα.

Η έντονη κριτική διάθεση δεν εκβάλλει στη σάτιρα, δεν μεταθέτει τα πράγματα, αλλά εσωτερικεύεται, συστρεφόμενη περί μια τραγική αντίληψη της ζωής, όπου η στωικότητα, απόρροια της αίσθησης της ιστορικής κίνησης, κυριαρχεί ως ιδεολογικό χρώμα, αφήνοντας στην επιλογή τού αναγνώστη το συγκεκριμένο πρόσημο που θα εκφράσει τη δική του συνέχεια του ποιήματος, επί της οθόνης της ζωής, δηλαδή επί του δικού του φαντασιακού.

Γυναίκα ριγμένη
στα ξένα χέρια,
όπως το χαμομήλι
στο βραστό νερό.
Καταπραΰνει,
παίρνοντας στ’ άνθη του
τον πόνο των άλλων.

Και αν όλα αυτά έχουν δοκιμαστεί, και για κάποιους ίσως εξαντληθεί τα τελευταία σαράντα χρόνια, είναι η αγωνία της ποίησης, του ίδιου του ποιήματος, φυσικά και της ποιήτριας, που εμφωλεύει ανάμεσα στους στίχους, κινητοποιώντας τους, δίνοντάς τους υπόσταση, λόγο ύπαρξης, δοκιμάζοντας συνάψεις των λέξεων και των ήχων, δείχνοντας τη συνείδηση της κρίσης του ποιητικού λόγου, την επιτακτική ανάγκη αναζωογόνησής του.

Χρόνια όπως χιόνια
να ξεκολλούν
από το σώμα άγρια.

Δημιουργώντας τη γέφυρα ανάμεσα στα ποιητικά και τα ευρύτερα αιτούμενα, αναγορεύοντας ως κριτήριο την προσωπική στάση απέναντι στα πράγματα.

Χωρίς οργή
υποκύπτει στην ποινή.

Καταλήγοντας, μοιραία θα έλεγα, αλλά και δίνοντας διέξοδο στην «ποιητική αγωνία», στο τελευταίο ποίημα της συλλογής, όπου αποτίνει φόρο τιμής στον Νίκο Καρούζο, κάτω από τον ενδεικτικό τίτλο: «Οι μετά θάνατον λέξεις».

Δεν υπάρχουν σχόλια: