Μια έκθεση ζωγραφικής του Γιάννη Ψυχοπαίδη
(24 Μαϊου - 25 Ιουνίου, Σπίτι της Κύπρου)
ΤΗΣ ΛΗΔΑΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Ο τίτλος-σύνθημα της νέας έκθεσης του εικαστικού καλλιτέχνη Γιάννη Ψυχοπαίδη ανακαλεί το πρόσφατο παρελθόν μας. Και ονοματίζει ταυτόχρονα τα έργα που την συγκροτούν και καθρεφτίζουν την ιστορία της Ελλάδας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: τη γερμανική κατοχή, τα «Δεκεμβριανά», τα «Ιουλιανά», τη δικτατορία των συνταγματαρχών, το «Κυπριακό».
Τα πρόσωπα, που την «αφηγούνται» είναι οι ανώνυμοι και οι επώνυμοι ήρωες, οι εκτελεσθέντες της αντίστασης από τους γερμανούς κατακτητές και τους επίδοξους αντικαταστάτες τους, οι νεκροί αγωνιστές του οράματος «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», οι αγνοούμενοι μετά την εισβολή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Είναι οι αμφισβητίες που αποτέλεσαν και τα θύματα της ψυχροπολεμικής καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων.
Είναι, μεταξύ άλλων, ο Πλουμπίδης και ο Καράγιωργας, η Ηλέκτρα Αποστόλου και ο Σωτήρης Πέτρουλας. Μέσα από τη δική τους ματιά, που εμπλέκεται με το βλέμμα άλλων παλαιότερων ανατρεπτικών, κριτικών δημιουργών, όπως ο Καρυωτάκης, ο Ρίτσος ή ο Μπρεχτ, διαβάζουμε τα γεγονότα.
Ο χώρος διαγράφεται αποσπασματικά, σύμφωνα με τα προτάγματα της νεωτερικής γραφής στον λόγο και στην τέχνη. Με θραύσματα όχι μόνο αρχαίων αγγείων και αγαλμάτων αλλά και αναγνωρίσιμων έργων του ντα Βίντσι, του Ρέμπραντ, του Γκόγια, του Ματίς, του Γκρος. Στο προσκήνιο προβάλλονται, όπως σε μια «Νεκρή Φύση», τρόφιμα: ένα κομμάτι ψωμιού, μια τομάτα, μια πιπεριά, ένα κλαδί λεμονιάς, αλλά και εργαλεία απτά, γνωστά και από προηγούμενες δουλειές του, όπως το φτυάρι. Που μας γειώνουν.
Έτσι διαρρηγνύεται συνεχώς η γραμμικότητα της αποδοσμένης σε ορθογωνισμένα πλαίσια-καρέ της αφήγησης.
Οι εικόνες που πλάθει ο Γιάννης Ψυχοπαίδης πάνω στο χαρτί ή στο ξύλο, με ακρυλικά, μικτά υλικά ή το χαρακτηριστικά επανεμφανιζόμενο κόκκινο βελούδο, ως «σημειώσεις» και «συνθέσεις έργων», είναι φτιαγμένες με μια γραφή που κινείται με συνέπεια ανάμεσα στην παραστατικότητα του κριτικού ρεαλισμού των δεκαετιών του ’60 και του ‘70 και τις εκρηκτικές πολύχρωμες κηλίδες του ιμπρεσιονισμού του 19ου αιώνα και του εξπρεσιονισμού των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα.
Συνθέτουν ένα τοπίο όπου οι μορφές του ανθρώπου αναδύονται σαφείς και ασπρόμαυρες, εγκλωβισμένες μέσα στο αδιέξοδο της ιστορικότητάς τους και χάνονται πάλι μέσα στη φαντασιακή αχλύ και το φαντασιακό πλούτο της κίνησης και των χρωμάτων, καθώς και την ετερότητα των αναφορών τους. Συνδέονται μορφοπλαστικά με παλαιότερα έργα τού καλλιτέχνη, όπως το «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια», την «Πατριδογνωσία», το «Είμαστε όλοι αδέλφια», τις «Τρεις σημειώσεις στην ιστορία της τέχνης» αλλά και τις «Σημειώσεις στο Ρενουάρ» από τη δεκαετία του ’70, μέχρι και το «Γράμμα που δεν έφτασε» της δεκαετίας του ’80 και το «Μάθημα Ιστορίας» της δεκαετίας του ‘90.
Έτσι ο θεατής ωθείται, με πλοηγό ένα πολυσήμαντο εικαστικό ιδίωμα, ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν. Αντικρίζει τις ποικίλες χροιές της μνήμης.
Αυτές που σβήνουν μέσα στην ηθελημένη εμπορευματοποίηση των αξιών και των ιδεών και μας κάνουν να χάσουμε τον προσανατολισμό μας, σε μια πόλη όπου απαλείφεται, από τη δεκαετία του ‘60 και ένθεν, συστηματικά, το παρελθόν της, διαχωρίζεται, συστηματικά, η τέχνη από τη ζωή, προβάλλεται, τα τελευταία χρόνια, η τέχνη ως μια μορφή ανακυκλώσιμης και ουδέτερης έκφρασης.
Αυτές που είναι απαραίτητες για να βρούμε και να διαρρήξουμε διεξόδους φυγής από το δραματοποιημένο αδιέξοδο της κρίσης. Για να ισορροπήσουμε ανάμεσα στο φανταστικό-ψευδαισθησιακό της τέχνης και το αληθινό- πραγματικό της τέχνης. Και να καταφέρουμε, κρίνοντας και συγκρίνοντας, να βρούμε τη δική μας «Αρκαδία, τόπο πραγματικό και φαντασιακό ενός διαφορετικού, καλύτερου κόσμου», όπως την αποκαλεί ο Γιάννης Ψυχοπαίδης στο προλογικό κείμενο του καταλόγου. Επισημαίνοντας ότι «η σειρά των έργων «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» είναι μια αναφορά και αφιέρωμα στην αρκαδική ουτοπία.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου