11/12/10

Ποιητικές ελεγείες μιας ατέρμονης καθημερινότητας

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

ΝΤΙΝΟΣ ΣΙΩΤΗΣ, Ξεφλουδίζοντας το ποίημα, εκδόσεις Απόπειρα, σελ. 82

Η ποιητική του Ντίνου Σιώτη οργανώνεται ως μια συνεχής ροή λόγου και εικόνων, μετερχόμενη την τεχνική του διασκελισμού: η κάθε ποιητική του φράση δεν ταυτίζεται με την έκταση ενός στίχου αλλά αρχίζει κάπου στη μέση του και ολοκληρώνεται στον επόμενο, ακόμα και αν αυτός ανήκει στην επόμενη στροφή, αφού καμιά συμβατική τομή δεν περιορίζει την αδιάκοπη ροή∙ άλλωστε και η στίξη απουσιάζει παντελώς. Επίσης, κάτω από κάθε ποίημα σημειώνεται τόπος και ημερομηνία, επιτείνοντας έτσι την ροϊκότητα, γειώνοντας στη διαδοχή των ημερών τις κάθε λογής αξιώσεις που εγείρει η ποιητική πράξη ως εξαιρετικό συμβάν.
Ο ποιητής κατεβαίνει από το βάθρο του, γίνεται κι αυτός μέρος, άθυρμα της ροής. Ποιηματογράφος μάλλον παρά ποιητής, για να θυμηθούμε μια παλιά διάκριση του Νίκου Φωκά, η οποία τότε επεσείετο ως διάκριση αξιολογική, ενώ από τον Σιώτη εμπεδώνεται ως μια συνθήκη όπου ο ποιητής απεκδύεται κάθε μεσσιανικό, προφητικό, μυστικό, αναμορφωτικό μανδύα.
Παιδί της δεκαετίας του ’60 ο Σιώτης, έχει ανδρωθεί πνευματικά, βεβαίως και πολιτικά, στο κλίμα εκείνης της εποχής, συνεχίζοντας και διευρύνοντας κάποια βασικά της αιτήματα, όπως η ριζοσπαστικότητα και η έντονα προσωπική κοινωνική ματιά, αιτήματα που συνοψίζονται στην πρόταξη του «εγώ» του ποιήματος έναντι του «εγώ» του ποιητή, δηλαδή στην ένταξη του ποιητή μέσα στο ποίημα, ως ένα από τα στοιχεία που το αποτελούν, στοιχείο απομυθοποιημένο, σμικρυμένο, συμβατό με τα υπόλοιπα. Συνοψίζονται στην πρόταξη των ψιθύρων και του μουρμουρητού των εικόνων, των λέξεων, των φράσεων, έναντι της «φωνής» του ποιήματος, στην υπερίσχυση της μικρής, αποσπασματικής εικόνας και του νοηματικού στιγμιότυπου, έναντι της μνημείωσης. Τήνιος φανατικός, με πολλά από τα ποιήματα να δηλώνονται ως γραμμένα στο νησί του, δεν σμιλεύει μορφές αλλά εγγράφει, με φθαρτά, μαλακά, ζεστά υλικά, όπως ας πούμε ένα σπασμένο κεραμίδι, το άγος και το άγχος της καθημερινότητας πάνω στο στιλπνό μάρμαρο, αποτυπώνοντας τη στιγμή, με τη βεβαιότητα ότι αυτή θα παρέλθει, θα σβηστεί, ακολουθώντας, ή και εντείνοντας, τη διάβρωση του μαρμάρου.
Κοινωνικοποιεί το ποίημα και την ποιητική λειτουργία, επικαιροποιώντας το σχετικό αίτημα των σουρρεαλιστών, απαλλαγμένο όμως από κάθε μεγαληγορική προγραμματική στόχευση. Η σύνθεση του Σιώτη -γιατί σύνθεση προκύπτει μέσα από όλη αυτή την επίμονη διαδικασία της άρνησής της- είναι ανθρωποκεντρική, βουτηγμένη μέσα στην ιστορία, στη μικροϊστορία των στιγμών και των φευγαλέων εντυπώσεων και αισθημάτων, χωρίς όμως λυρικές εξάρσεις και εξιδανικεύσεις «του μικρού που είναι ωραίο». Μια αντι-σύνθεση, λοιπόν, στο πνεύμα και στον απόηχο του Μάη και όλων των «μηνών» του 1968, που ζει και ορίζει το παρόν ως διηνεκές παρόν, εκείνης της στιγμής, της νεότητας.
Η ιστορία βέβαια και η ποίηση έχουν ήδη προχωρήσει, σε άλλες ατραπούς και συνθέσεις, τις οποίες, όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω, κατανοεί και εκτιμά ιδιαίτερα ο Σιώτης, αλλά προτιμά να παραμένει «δέσμιος» της δικιάς του ποιητικής, της δικιάς του νεότητας. Αυτή άλλωστε είναι και η γοητεία της ποίησής του, από εδώ προκύπτει η τραγική της διάσταση.

Ο ποιητής στη Νέα Υόρκη

Στη μνήμη του αξέχαστου Νικόλαου Κάλας

Ο ποιητής πάντα θα επιστρέφει στο
Je Reviens” πάντα θ’ ακούει από τη
δύση τις καμπάνες της ανατολής και θα

λειτουργεί καλύτερα εκτός Ελλάδος στα
καμπαναριά του Μανχάταν στην Ισπανία
του Εμφυλίου στα οδοφράγματα του Μάη

του ’68 θα καταφεύγει στη νοσταλγία για
ν’ αντλεί δυνάμεις προσοδοφόρες θα υπέρ
ασπίζεται πάραυτα τους αλχημιστές των

λέξεων θα βυθίζει στις ανησυχίες του στη
δύναμη της ποίησης ο ποιητής θα θαμπώνει
τα μάτια του απ’ τα ερείπια της στάχτης των

φτωχών των νικημένων των κατατρεγμένων
θα μένει αμήχανος μπροστά στο κόλπο του
Νικήτα Ράντου στον κόλπο της Σαλαμίνας

Τήνος, 26 Ιουλίου 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: