Του
Κωνσταντίνου Μπούρα*
Δεν είμαι η Μαρία... είμαι η Κάλλας. Η πραγματική της ζωής και οι μύθοι 100 χρόνων, εκδόσεις Bell, Αθήνα Σεπτέμβριος 2023, σελ. 504 (σκληρόδετη έκδοση), πρόλογος: Κωνσταντίνος Δ. Πυλαρινός, επιμέλεια: Σωτηρία Αποστολάκη, σελ. 504
Κάθε αφήγηση
ιστορικών γεγονότων είναι μυθοπλασία. Ακόμα κι η αυτοβιογραφία. Ειδικά αυτή.
Κάπου μεταξύ αναπλασμένου χρονικού-μαρτυρίας και πρωτογενούς αφηγηματικού
λογοτεχνήματος κινείται αυτός ο ογκώδης τόμος. Ο μύθος με τόση προσοχή έχτισε η
Μαρία Καλογεροπούλου, που επινόησε τον εαυτό της και δημιούργησε το μυθικό
πρόσωπο με την επωνυμία “La Divina Maria Callas”
(όλα άλφα, όχι συμπτωματικά νομίζω – τίποτα δεν αφήνεται από τους τελειοθήρες
εργασιομανείς ανθρώπους στην Τύχη).
Ο μυθικός έρωτας Κάλλας-Ωνάση και το μετά από το προαναγγελθέν τέλος του «τραγικό» διάστημα υπακούουν σε όλα τα ρομαντικά στερεότυπα τα βασισμένα σε αρχέτυπα όπως το άλλο δραματικό δίδυμο Κλυταιμνήστρας-Αγαμέμνονα ή και Μήδειας-Ιάσονα. Το πέρασμα από την λεγόμενη «μητριαρχική» στην πατριαρχική εποχή οδήγησε σε πολιτιστικά προϊόντα που λειτουργούν ως αυτοεπαληθευόμενη προφητεία. Η κοινωνία καθρεφτίζεται στην Τέχνη κι η Τέχνη επηρεάζει, «διδάσκει», διαμορφώνει την Κοινή Γνώμη.
Η Μαρία Καλογεροπούλου δεν ήταν μια απλή ερμηνεύτρια τού bell canto. Ήταν συνδημιουργός, αναδημιουργός, πρωτογενής μεγαλοφυία, αφού κατάφερε να γεφυρώσει το εξατμιζόμενο λυρικό θέατρο με την αείποτε ακτινοβολούσα αρχαία τραγωδία συνδυάζοντας τη μέθοδο Στανισλάβσκι με το μελόδραμα, με την κινηματογραφική εικονικότητα και με την αρχαιοελληνική δραματική αφήγηση. Η Callas είναι για την όπερα ό,τι ο Ντα Βίντσι για την Ζωγραφική, ο Ροντέν για την γλυπτική, ο Στραβίνσκι για τη μουσική, ο Νιζίνσκι για τον χορό… Πολλά ονόματα με ρωσική κατάληξη. Ο πατέρας της, ο φαρμακοποιός Γεώργιος Καλογερόπουλος γεννήθηκε σε ένα χωριό δίπλα στο μοναστήρι τού Βουλκάνου, σε απόσταση αναπνοής από το σβησμένο ηφαίστειο της Ιθώμης και δίπλα στο αρχαίο θέατρο της Μεσσήνης. Αυτός από μόνος του είναι ένας εκρηκτικός συνδυασμός. Η αναζήτηση τής υπεραναπλήρωσης του προβληματικού «πατρικού προτύπου» στον επιτυχημένο (πανίσχυρο) άντρα-κατακτητή παραείναι μελοδραματικό μοτίβο για να υλοποιηθεί και στην πραγματική ζωή. Η Μαντάμα Μπατερφλάι και η Νόρμα είναι «συγγενείς» με την μυθική Κάλλας που «έζησε για τον Έρωτα έζησε για την Τέχνη» και τραγουδάει με ερωτική τρυφερότητα το “O mio babbino caro”, όμως η ευτραφείσα και λάτρις τού φαγητού Μαρία Καλογεροπούλου πόρρω απέχει από μελαγχολικές ηρωίδες της σκηνής σαν την Τραβιάτα.
Αυτόν τον δυισμό επιχειρεί να καλύψει αυτό το καλογραμμένο βιβλίο κι εν μέρει το επιτυγχάνει. Η Κάλλας μετά το σπάσιμο τής φωνής και το τέλος της λυρικής της καριέρας, μετά τον αποτυχημένο έρωτά της, προδομένη αλλά αειθαλής, πεισματάρα, επίμονη, με χαρακτηριστική υπομονή και συστηματική μεθοδικότητα όπως πάντα φαίνεται ότι σχεδίαζε το μέλλον της πριν την προλάβει η καρδιακή ανεπάρκεια και της στερήσει την οικογενειακή μακροζωία.Ακόμα όμως κι έτσι ταιριάζει γάντι στο ρόλο τού θύματος ενός άσπλαχνου Ιάσονα (δεν είναι τυχαίο ότι υποδύθηκε τη Μήδεια και στην Επίδαυρο και στον κινηματογράφο).
Οι μύθοι χτίζονται αργά και σταδιακά. Όταν έχεις επινοήσει τον μεγαλειώδη εαυτό σου δεν γίνεσαι τόσο εύκολα έρμαιο εξωγενών καταστάσεων. Άρα όταν μία «πραγματικότητα» δημιουργεί καινούργιες «αθάνατες» μορφές πόρρω απέχει από την απλή στυγνή αλήθεια. Η Μαρία Καλογεροπούλου τελικά επέτυχε το ακατόρθωτο: να δημιουργήσει έναν αυτόνομο μελοδραματικό ρόλο που επισκιάζει τις όποιες τεχνικές δεξιότητες και ανθεί εκατό χρόνια μετά τη γέννησή της και σαράντα επτά χρόνια από τον αδόκητο θάνατό της. Ή μήπως θα έπρεπε να αξιοποιήσω το ουσιαστικό «μετάσταση»; Οι θείες οντότητες μεθίστανται αφού μας έχουν διδάξει, μας έχουν συμπαρασύρει στην έκσταση.
Διαβάζοντας αυτό το απολαυστικό βιβλίο με την κριτική σκέψη τού επαρκούς αναγνώστη δεν αποφεύγεται μήτε η συγκίνηση μήτε η αισθητική ηδονή μήτε καν η ψυχαγωγία η βασισμένη στη θέαση της ανθρώπινης συνθήκης από ασφαλή χωροχρονικά πλαίσια.
*Ο Κωνσταντίνος
Μπούρας είναι δρ Θεατρολογίας
Δεν είμαι η Μαρία... είμαι η Κάλλας. Η πραγματική της ζωής και οι μύθοι 100 χρόνων, εκδόσεις Bell, Αθήνα Σεπτέμβριος 2023, σελ. 504 (σκληρόδετη έκδοση), πρόλογος: Κωνσταντίνος Δ. Πυλαρινός, επιμέλεια: Σωτηρία Αποστολάκη, σελ. 504
Ο μυθικός έρωτας Κάλλας-Ωνάση και το μετά από το προαναγγελθέν τέλος του «τραγικό» διάστημα υπακούουν σε όλα τα ρομαντικά στερεότυπα τα βασισμένα σε αρχέτυπα όπως το άλλο δραματικό δίδυμο Κλυταιμνήστρας-Αγαμέμνονα ή και Μήδειας-Ιάσονα. Το πέρασμα από την λεγόμενη «μητριαρχική» στην πατριαρχική εποχή οδήγησε σε πολιτιστικά προϊόντα που λειτουργούν ως αυτοεπαληθευόμενη προφητεία. Η κοινωνία καθρεφτίζεται στην Τέχνη κι η Τέχνη επηρεάζει, «διδάσκει», διαμορφώνει την Κοινή Γνώμη.
Η Μαρία Καλογεροπούλου δεν ήταν μια απλή ερμηνεύτρια τού bell canto. Ήταν συνδημιουργός, αναδημιουργός, πρωτογενής μεγαλοφυία, αφού κατάφερε να γεφυρώσει το εξατμιζόμενο λυρικό θέατρο με την αείποτε ακτινοβολούσα αρχαία τραγωδία συνδυάζοντας τη μέθοδο Στανισλάβσκι με το μελόδραμα, με την κινηματογραφική εικονικότητα και με την αρχαιοελληνική δραματική αφήγηση. Η Callas είναι για την όπερα ό,τι ο Ντα Βίντσι για την Ζωγραφική, ο Ροντέν για την γλυπτική, ο Στραβίνσκι για τη μουσική, ο Νιζίνσκι για τον χορό… Πολλά ονόματα με ρωσική κατάληξη. Ο πατέρας της, ο φαρμακοποιός Γεώργιος Καλογερόπουλος γεννήθηκε σε ένα χωριό δίπλα στο μοναστήρι τού Βουλκάνου, σε απόσταση αναπνοής από το σβησμένο ηφαίστειο της Ιθώμης και δίπλα στο αρχαίο θέατρο της Μεσσήνης. Αυτός από μόνος του είναι ένας εκρηκτικός συνδυασμός. Η αναζήτηση τής υπεραναπλήρωσης του προβληματικού «πατρικού προτύπου» στον επιτυχημένο (πανίσχυρο) άντρα-κατακτητή παραείναι μελοδραματικό μοτίβο για να υλοποιηθεί και στην πραγματική ζωή. Η Μαντάμα Μπατερφλάι και η Νόρμα είναι «συγγενείς» με την μυθική Κάλλας που «έζησε για τον Έρωτα έζησε για την Τέχνη» και τραγουδάει με ερωτική τρυφερότητα το “O mio babbino caro”, όμως η ευτραφείσα και λάτρις τού φαγητού Μαρία Καλογεροπούλου πόρρω απέχει από μελαγχολικές ηρωίδες της σκηνής σαν την Τραβιάτα.
Αυτόν τον δυισμό επιχειρεί να καλύψει αυτό το καλογραμμένο βιβλίο κι εν μέρει το επιτυγχάνει. Η Κάλλας μετά το σπάσιμο τής φωνής και το τέλος της λυρικής της καριέρας, μετά τον αποτυχημένο έρωτά της, προδομένη αλλά αειθαλής, πεισματάρα, επίμονη, με χαρακτηριστική υπομονή και συστηματική μεθοδικότητα όπως πάντα φαίνεται ότι σχεδίαζε το μέλλον της πριν την προλάβει η καρδιακή ανεπάρκεια και της στερήσει την οικογενειακή μακροζωία.Ακόμα όμως κι έτσι ταιριάζει γάντι στο ρόλο τού θύματος ενός άσπλαχνου Ιάσονα (δεν είναι τυχαίο ότι υποδύθηκε τη Μήδεια και στην Επίδαυρο και στον κινηματογράφο).
Οι μύθοι χτίζονται αργά και σταδιακά. Όταν έχεις επινοήσει τον μεγαλειώδη εαυτό σου δεν γίνεσαι τόσο εύκολα έρμαιο εξωγενών καταστάσεων. Άρα όταν μία «πραγματικότητα» δημιουργεί καινούργιες «αθάνατες» μορφές πόρρω απέχει από την απλή στυγνή αλήθεια. Η Μαρία Καλογεροπούλου τελικά επέτυχε το ακατόρθωτο: να δημιουργήσει έναν αυτόνομο μελοδραματικό ρόλο που επισκιάζει τις όποιες τεχνικές δεξιότητες και ανθεί εκατό χρόνια μετά τη γέννησή της και σαράντα επτά χρόνια από τον αδόκητο θάνατό της. Ή μήπως θα έπρεπε να αξιοποιήσω το ουσιαστικό «μετάσταση»; Οι θείες οντότητες μεθίστανται αφού μας έχουν διδάξει, μας έχουν συμπαρασύρει στην έκσταση.
Διαβάζοντας αυτό το απολαυστικό βιβλίο με την κριτική σκέψη τού επαρκούς αναγνώστη δεν αποφεύγεται μήτε η συγκίνηση μήτε η αισθητική ηδονή μήτε καν η ψυχαγωγία η βασισμένη στη θέαση της ανθρώπινης συνθήκης από ασφαλή χωροχρονικά πλαίσια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου