Anselm Kiefer, Spes Vana (Empty hope), 2021, ασημένια ζελατίνη και φύλλο χρυσού σε ξύλινη επιφάνεια, 140 x 285 εκ. Φωτ.: Στάθης Μαμαλάκης. |
Της Κωστούλας Μάκη*
OḠUZ ATAY, Αποσυνάγωγοι,
μετάφραση: Νίκη Σταυρίδη, εκδόσεις Gutenberg, σελ. 997
Η παραδειγματική μετάφραση της Νίκης Σταυρίδη στο μυθιστόρημα σταθμό του τούρκου Ογούζ Ατάι (1934-1977) έφτασε με καθυστέρηση χρόνων –το μυθιστόρημα πρωτοεκδόθηκε το 1971/1972- όμως η κυκλοφορία του στα ελληνικά συνέβη μια κομβική στιγμή, αν λάβουμε υπόψιν τις σαρωτικές και εντεινόμενες κρίσεις του παρόντος. Στην παρούσα λοιπόν ιστορικότητα «το έπος των αποσυνάγωγων» διεισδύει στους κλυδωνισμούς που μας διακατέχουν, εφορμώντας επιθετικά σε κάθε νομοτελειακό ισχυρισμό ότι όλα είναι προβλέψιμα και δύσκολα αλλάζουν. Εξαρχής δηλώνεται ρητά για το βιβλίο πως «δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα ως προς το αν είναι πραγματικό ή όχι» (σ. 15). Οι χαρακτήρες του βιβλίου, νεκροί και ζωντανοί, κινούνται σε μια διαχρονία παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, αναιρώντας επίσης κάθε τετριμμένη έννοια κανονικότητας και μικροαστικής προβλεψιμότητας. Στα πρόσωπα του βιβλίου και τις ιστορίες που συχνά απαρτίζουν βιβλία μέσα στο βιβλίο ταιριάζει η παρακάτω ευχή που δίνεται στην αρχή από τον δημοσιογράφο, ο οποίος λαμβάνει τις χειρόγραφες σελίδες των αποσυνάγωγων μαζί με μια επιστολή ενός εκ των βασικών προσώπων του Τουργκούτ Οζμπέν: «(αν ζει) στέλνω την αγάπη μου και του εύχομαι να ζει ευτυχισμένος στο άγνωστο μέρος όπου βρίσκεται) (σ. 14).
Ο συγγραφέας κατασκευάζει παράλληλες περιπλανήσεις: στην ιστορία, στην τέχνη και τη λογοτεχνία, στις διαρκώς μεταλλασσόμενες σχέσεις, στις κατακλυσμιαίες αλλαγές της Τουρκίας. Παρατάσσονται έτσι αποσυνάγωγες ιστορίες και άνθρωποι με συγκολλητικό στοιχείο αμαλγάματα μιας αποσυνάγωγης ιστορικότητας που σαρώνει τις πολύ κοινότοπες κατηγοριοποιήσεις και ιεραρχήσεις: Δύση-Ανατολή, λογοτεχνία-παραλογοτεχνία, επινόηση-πραγματικό, φιλολογία-παραφιλολογία, επιστήμη-τέχνη. Στο βιβλίο επιτελούνται παράλληλα συνεχόμενες διερευνήσεις σχετικά με τις εκφάνσεις εαυτού, τη φιλία και τις απότομες μεταστροφές της, τη μνήμη ως στοιχείο συγκρότησης της διαρκώς εξελισσόμενης ταυτότητας και αλλαγής, τη δυνατότητα μεταμυθοπλασίας στα τετελεσμένα συμβάντα τα οποία συχνά ξεχνιούνται και αποσιωπώνται.
Το στοιχείο της ρευστότητας παραμένει ενεργό και συνοδεύεται από διαρκή καυστικότητα που, αν και παραμένει ημιτελής, στοιχειώνει τελικά κάθε εκδοχή του πραγματικού για να μην καταλήξει σε πικρία για τα μυθεύματα της γραμμικής προόδου που κατέληξε εφιάλτης. Στο κείμενο είναι επίσης απολαυστικές οι παιγνιώδεις περιδινήσεις στην παγκόσμια λογοτεχνία και τις προσλήψεις της, όπου συντελείται υπέρβαση κάθε ορίου. Ο Θερβάντες, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τζόις, ο Μπόρχες και ο Ναμπόκοφ μαζί με όλη τη μοντερνιστική ανανέωση επιδρούν στον συγγραφέα ο οποίος καταφέρνει να προβεί στις δικές του συνθέσεις, αξιοποιώντας την παράδοση και τους θρύλους της ανατολής με το στοιχείο της πολιτικής επικαιροποίησης της Τουρκίας στην πορεία της προς τον «εκσυγχρονισμό». Η ενεργή επιδίωξη του Ατάι να αντισταθεί στην κάθε τύπου σύμβαση και κανονικότητα συμβαδίζει την ίδια στιγμή με μια μάχιμη θέση εναντίον του εθνικισμού, των προβλεπόμενων εθνικο-απελευθερωτικών εμβατηρίων, καθώς και της ιεροποίησης του έθνους και των μνημείων του. Οι συνεχείς μετατοπίσεις προόδου και συντήρησης ανάμεσα στην παράδοση και τις αλλαγές στη δομή του κράτους και τα προτάγματά του διακτινώνονται στις αλληλεπιδράσεις τους με την πρόταξη ενός παλίμψηστου ιστοριών, μια καταιγιστική saga στην οποία αναζητείται και διεκδικείται εκ νέου η φιλία ως όχημα κατανόησης και αλλαγής του κόσμου με ασαφή όρια ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό. Στήνεται τοιουτοτρόπως ένας διαρκής αγώνας ανάμεσα στην τέχνη της μνήμης και της επιβαλλόμενης λήθηης, η οποία συχνά θυμίζει μια τρυφερή λιβελλογραφία για τις ουτοπίες που δεν ευοδώθηκαν.
Σαν την χώρα του Ποτέ του Μπάρι, ο συγγραφέας συστήνει ένα καταφύγιο για όλους όσους δεν κατάφεραν να συμβιβαστούν με κάθε τύπου νόρμες, για τους μη-κανονικούς με όρους φουκωικούς και εν γένει για όλους αυτούς που χαρακτηρίζονται κάθε εποχή ως οι «ηττημένοι» της ιστορίας. Στα προτάγματα κάθε προβλέψιμης ωρίμανσης που συνοδεύεται από αξιολογικές κρίσεις για το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται οι ενήλικοι ο συγγραφέας απαντά: «Σε ποιους χρειάζεται το μεγάλωμα;/ Σε κάτι ξένους,/ Τους κατά κόσμον ενταγμένους» (σ. 154). Η ξαφνική φυγή του Τουργκούτ Οζμπάν από την τακτοποιημένη οικογενειακή και επαγγελματική του ζωή, η περιπλάνησή στην επαρχία της Τουρκίας προκειμένου να «διασώσει» τις μνήμες, τα γραπτά και τη διαδρομή του νεκρού φίλου του Σελίμ και να συντάξει το χρονικό των αποσυνάγωγων είναι μια πολιτική επιλογή. «Ήθελε να απελευθερωθεί από την παραπλανητικότητα της Ιστορίας. Έτσι ώστε να μη ντρέπεται-στίχος 563-για τον εαυτό του και τους ομοίους του (γι’ αυτό και μόνο)» (σ. 171)
Ο Ατάι επανεγγράφει τις διαδρομές τους και αφηγείται τις ιστορίες τους, δημιουργώντας έναν εναλλακτικό χάρτη ερμηνείας της ιστορίας και των ανθρώπινων αγώνων. Το ανοίκειο στην ευρύτερή του έννοια γίνεται όχημα επανανάγνωσης του κόσμου και εργαλείο κριτικής επεξεργασίας και εναντίωσης απέναντι στις δυστοπίες που εγκαθιδρύονται και επιβάλλονται ως μονόδρομοι. Σε όσους συμβιβάζονται ή αφομοιώνονται με κάθε τύπου επιβολή εξουσίας ο Ατάι καταθέτει εναλλακτικούς δρόμους συντασσόμενος με όλους αυτούς που αντιστάθηκαν στις κυρίαρχες οπτικές και δεν τα κατάφεραν. Μέρος των συναθροίσεων των αποσυνάγωγων είναι και οι αριστεροί διανοούμενοι οι οποίοι διαφοροποιούνται πλήρως από ο,τι συνδέεται με τον αστικό εκσυγχρονισμό της Τουρκίας.
Σε ένα από τα θραυσματικά αποσπάσματα που παραπέμπει στο βιβλίο των φανταστικών όντων του Μπόρχες οι αποσυνάγωγοι εντάσσονται στην Εγκυκλοπαίδεια των Παράξενων Όντων με τη λατινική ονομασία disconnectus erectus (σ.189). Στις σελίδες αυτές ο συγγραφέας με πικρό σαρκασμό περιλαμβάνει ιστορίες που καταγράφουν την διαρκή περιθωριοποίηση των αποσυνάγωγων με καφκικές διαστάσεις:
«Οι δαμαστές επίσης ασχολήθηκαν επί μακρόν με τους αποσυνάγωγους, έχοντας ως στόχο να τους βάλουν να δουλέψουν στο τσίρκο. Όμως εγκατέλειψαν την ιδέα καθώς διαπίστωσαν ότι τα ζώα αυτά εξαιτίας της αδεξιότητάς τους αδυνατούσαν να μάθουν οποιαδήποτε τέχνη. Πόσο μάλλον που όταν έβγαλαν κάποιους από αυτούς στο τσίρκο μπροστά στο κοινό, αντί να του προκαλέσουν γέλιο προκάλεσαν θλίψη. (Ένα πλήθος όρμησε μετά στα ταμεία απαιτώντας να πάρει πίσω τα λεφτά του)» (σ. 191).
Πάνω από πενήντα χρόνια μετά η βίβλος των αποσυνάγωγων διατηρεί την επικαιρότητά της, προσκαλώντας τους αναγνώστες και αναγνώστριες να απαντήσουν στα δικά τους διλήμματα από θέση ευθύνης, αναγνωρίζοντας το γεγονός πως υπάρχουν πάντα συνέπειες στις επιλογές και τις οπτικές που υιοθετούμε. Επιπλέον, στο βιβλίο διατυπώνεται η θέση πως όλοι είμαστε μέρος των συνθηκών και των κρίσεων, και επομένως η επίλυση των διαρκών διλημμάτων ορίζει και τους προσωπικούς αλλά και πολιτικούς προσανατολισμούς μας. Το βιβλίο του Ατάι θα μπορούσε κατά τη γνώμη μου να χαρακτηριστεί ως πολυφωνική μεταμυθοπλασία της μυθοπλασίας με παράλληλη εκτύλιξη ενός αντι-αρχείου που παρατάσσονται οι διαρκείς επιδράσεις της φιλοσοφίας, των μαθηματικών και της ποίησης, αντιτιθέμενες στους απανωτούς σκοταδισμούς που επιμένουν. Σε μια τέτοια οπτική οι απαντήσεις δεν μπορούν να είναι μονοδιάστατες και δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Όλα είναι σύνθετα όπως στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Βιβλίο που αναμενόμενα αναφέρεται και στους Αποσυνάγωγους: «Οι ήρωες στον κόσμο της Αλίκης όταν δεν καταφέρνουν να τα βγάλουν πέρα μ’ ένα θέμα, περνούν αμέσως σε άλλο. Να κάνουμε κι εμείς το ίδιο, Όλρικ. Μου αρέσουν κι εμένα οι άνθρωποι, ειδικά εκείνοι που δεν καταφέρνουν να ξεμπλέξουν τα πράγματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου