ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΥΣΙΚΟΜΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Του Χρήστου Λάσκου*
JAMES GLEICK, Ταξίδι στον χρόνο - Η ιστορία, εκδόσεις Τραυλός, σελ. 450
Ένα σακούλι έχει στην πλάτη του ο
χρόνος, κύριέ μου, κι εκεί οβολούς μαζεύει για τη λησμονιά
Ουίλιαμ Σέξπιρ
Ο Χάιντεγκερ ισχυρίζονταν ότι «[α]ντιλαμβανόμαστε τον χρόνο μόνο επειδή γνωρίζουμε ότι θα πεθάνουμε». Ο Πλάτων όριζε τη φιλοσοφία ως «μελέτη θανάτου». Αν ακολουθήσουμε αυτήν τη γραμμή σκέψης δίνουμε στον χρόνο μια ανεξάλειπτα υπαρξιακή διάσταση, που εξηγεί, νομίζω, το γεγονός πως η φιλοσοφική, αλλά και η επιστημονική, έρευνα σχετικά με τον χρόνο είναι συχνά τόσο παθιασμένη.
Υφίσταται, όμως, ο χρόνος; Ή είναι μια ψευδαίσθηση, όπως υποστήριξε κάποτε ο Αϊνστάιν; Αν δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια τέταρτη μαθηματική διάσταση t πλάι στις τρεις χωρικές, που όλοι γράψαμε στα μαθητικά μας χρόνια ως x, ψ, z, θα μπορούσαμε βάσιμα να πούμε πως η υπαρξιακή αχλύς, που τον περιβάλλει, είναι μια ποιητική εμμονή ευαίσθητων ψυχών. Τότε το δίκιο θα ήταν με τον Αϊνστάιν και όχι με τον Χάιντεγκερ. Αφήστε που ο πρώτος είναι και συμπαθέστατος, ενώ ο άλλος ήταν κατάμαυρος ναζιστής.
Τι θέλει να υπογραμμίσει τότε η δήλωση πως ο χρόνος αποτελεί ψευδαίσθηση; Πρώτα απ’ όλα πως δεν είναι απόλυτο μέγεθος. Δεν υπάρχει κανένα κοσμικό ρολόι, που να μετράει τον χρόνο σε όλη την κλίμακα του σύμπαντος, δεν υπάρχει ρολόι του Θεού. Ο ίδιος ο Θεός έχει μια σχετική προσέγγιση της χρονικότητας. Είναι αιώνιος, βέβαια. Που δεν σημαίνει πως υπάρχει από πάντα και για πάντα, αλλά ότι βρίσκεται εκτός του χρόνου.
Ο χρόνος είναι καταστατικά σχετικός. Στη γλώσσα της φυσικής, «εξαρτάται από το σύστημα αναφοράς», που επιλέγουμε για τη μέτρησή του. Ένα κινούμενο σώμα βιώνει βραδύτερα την «ροή» του σε σχέση με ένα «ακίνητο». Αν, μάλιστα, η ταχύτητά του είναι κοντά σε αυτήν του φωτός, η απόκλιση των μετρήσεων είναι μεγάλη έως ιλιγγιώδης. Για το κινούμενο σώμα περνούν μήνες, ενώ για το «ακίνητο» χρόνια, αιώνες ή δισεκατομμύρια έτη. Ή κι ακόμη περισσότερα, τείνοντα στο άπειρο.
Η δίδυμη αδελφή σας, ταξιδεύει για τον Άλφα του Κενταύρου με ταχύτητα κοντά στη φωτεινή κι επιστρέφει 8 χρόνια μετά την εκκίνησή της. Έφυγε στα σαράντα της κι είναι σαράντα οκτώ. Εσείς είστε 52 ή 70 -οτιδήποτε εκτός από 48- ή δεν υπάρχετε από καιρό, πολύ καιρό, ανάλογα με το με ποιο κλάσμα της ταχύτητας του φωτός ταξίδευσε η αδελφή σας. Μπορεί να επέστρεψε το 2200 -επί προχωρημένου κομμουνισμού- ή 5 δισεκατομμύρια χρόνια μετά, όταν δεν θα υπάρχει πια ο Ήλιος. Ή και το ίδιο το Σύμπαν, ότι κι αν σημαίνει αυτό.
Ο Gleick επιλέγει να μιλήσει για τον χρόνο μιλώντας για το ταξίδι στον χρόνο. Η μελέτη ξεκινάει από τη φυσική και τα μαθηματικά, αλλά βυθίζεται γρήγορα στην επιστημονική φαντασία, στη λογοτεχνία ευρύτερα και στην -αναπόφευκτη- φιλοσοφία.
Οι θεμελιώδεις νόμοι της φυσικής δεν αποδίδουν καμιά ουσιαστική υπόσταση στην χρονική κατευθυντικότητα. Δουλεύουν το ίδιο προς το «μέλλον», όπως και προς το «παρελθόν». Οι φυσικοί νόμοι δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στην κίνηση μπροστά στον χρόνο και σ’ αυτήν πίσω.
Επιπλέον, όπως ήδη είδαμε με το ταξίδι της δίδυμης αδελφής, η μετάβαση σε όποιο μέλλον θέλουμε είναι, καταρχήν και με δεδομένο ότι διαθέτουμε την ενέργεια που απαιτείται για την επιτάχυνση του διαστημοπλοίου της, καθόλα εφικτή. Μπορεί να βρεθεί σε οκτώ «δικά της χρόνια» στη γήινη χρονολογία του έτους 5 δισεκατομμύρια και κάτι, ένα κάτι οσοδήποτε απεριόριστο.
Εντάξει με το μέλλον. Η σχετικότητα λύνει το πρόβλημα. Με το παρελθόν, όμως; Τι γίνεται με το ταξίδι στο παρελθόν; Μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο; Όπως είπα, οι φυσικοί νόμοι δεν το απαγορεύουν. Επιπλέον, ο Γκέντελ ισχυρίστηκε ότι η γενική σχετικότητα το κάνει εξίσου δυνατό με το ταξίδι στο μέλλον. Σκεφτείτε πως η ζωή σας είναι μια γραμμή στον χρόνο. Δεν τέμνεται πουθενά με τον εαυτό της και σίγουρα είναι ανοιχτή. Αρχίζει σε ένα χρονικό σημείο, τελειώνει σε ένα άλλο. Αν, όμως, υπήρχαν κλειστοί χρονικοί βρόχοι, κλειστές χρονοειδείς καμπύλες, στη γλώσσα της σύγχρονης φυσικής; Αν υπήρχαν, τότε όχι μόνο θα επιστρέφαμε στο σημείο εκκίνησης, αλλά θα το κάναμε ξανά και ξανά, αμέτρητες φορές, επιβεβαιώνοντας την «αιώνια επιστροφή» του Νίτσε.
Ε, λοιπόν, ο Γκέντελ έδειξε πως στο σύμπαν υπάρχουν κλειστές χρονοειδείς καμπύλες! Γυρίζω, λοιπόν, πίσω, ερωτεύομαι τη μητέρα μου πριν με γεννήσει και κάνω μαζί της παιδιά, ή σκοτώνω τον παππού μου. Τι γίνεται τότε; Παράδοξα αυτού του είδους αναδεικνύονται εκατοντάδες αν αποδεχτούμε τη δυνατότητα του ταξιδιού προς τα «πίσω». Ο Gleick τα συζητάει με έναν πολύ γοητευτικό τρόπο και βρίσκει την ευκαιρία να εμπλέξει ακόμη περισσότερο τον φιλοσοφικό -οντολογικό και γνωσιολογικό- προβληματισμό. Όχι μόνο για το ζήτημα του χρόνου, αλλά και για το ζήτημα της αιτιότητας ή της ελεύθερης βούλησης.
Αν ο χρόνος είναι μια μαθηματική διάσταση και τίποτε άλλο μπορούμε να φανταστούμε τον κόσμο ως «άκαμπτο», μια οικοδομή, όπου περιέχονται όλα τα σημεία -γεγονότα συνεχώς και για πάντα. Χρονικοί προσδιορισμοί που δεν έχουν την παραμικρή υπόσταση στο μέτρο που ο χρόνος, απλώς, δίνει μια επιπλέον μεταβλητή για τον προσδιορισμό του σημείου. Ο παιδικός μου εαυτός υπάρχει, σε αυτό το «άκαμπτο» σύμπαν, τόσο όσο και ο ενήλικας μαζί με τον εφηβικό και τον εικοσάχρονο. «Ανά πάσα στιγμή» είναι όλοι παρόντες.
Το βιβλίο είναι μοναδικό ως προς τον πλούσιο τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζει το ζήτημα του χρόνου. Σε συνδυασμό με πολλά, που υπάρχουν πια στη γλώσσα μας, επιτρέπει τον πιο βαθύ προβληματισμό.
*Ο Χρήστος Λάσκος είναι εκπαιδευτικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου