Πέπη Σβορώνου, Το ζώο, 1996, λάδι σε μουσαμά, 80,5 x 100 εκ. |
ΤΗΣ ΣΑΡΑΣ ΘΗΛΥΚΟΥ
ΠΟΛΥΜΝΙΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ, Η άνοδος της μονοδοξίας στην ύστερη
αρχαιότητα, μτφρ. Ειρήνη Μητούση, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 260
Ξεκινώντας να διαβάζω την ανά χείρας εμβριθή μελέτη, θυμήθηκα τον
αείμνηστο Νίκο Ματσούκα, όταν όριζε ως εξής τα δύο προπατορικά αμαρτήματα που
οι ηθικολόγοι προσάπτουν στον Xριστιανισμό: η σχέση με τον Έρωτα, η
σχέση με τον Καίσαρα. Αλλά και το περίφημο: η
Ιστορία δεν γράφεται με κοκκινοσκουφίτσες…
Η ιστορία λοιπόν αρχίζει. Μια πολύδοξη, πολιτική κοινωνία, αυτή της
πρώιμης και μέσης αρχαιότητας, μετατρέπεται σε μονόδοξη και θρησκευτική. Ο
Χριστιανισμός θεωρείται μάλλον σύμπτωμα, και όχι αιτία αυτής της κατάστασης, ωστόσο
εκμεταλλεύτηκε προς ίδιον όφελος τη βία που του κληροδότησε ο ρωμαϊκός
πολιτισμός (με τους χριστιανούς μάρτυρες σε ρόλο… drama queen της ύστερης αρχαιότητας(!), την
καταστροφή και επανάχρηση αρχαίων ναών, τη δίωξη των αιρετικών κοκ.). Στον
σκανδαλισμό περί βίας όμως –ωσάν να όφειλε η χριστιανική ιστορία να είναι
ειδυλλιακή– έρχεται να προστεθεί και η ένσταση περί έλλειψης πρωτοτυπίας των
χριστιανών συγγραφέων ή ενστερνισμού από μέρους τους ελληνορωμαϊκών μοντέλων.
Νομίζω πως η σημερινή συζήτηση περί μεταμυθοπλασίας τοποθετεί πια στη σωστή
τους βάση αυτά τα ζητήματα. Η ματιά ωστόσο της συγγραφέως δεν στρέφεται αποκλειστικά
στον Χριστιανισμό αλλά σε σύνολη την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ύστερης
αρχαιότητας, με εξαιρέσεις, βεβαίως, προσώπων που αντιστέκονται στην πορεία,
όπως την αντιλαμβάνεται, προς τη μονοδοξία.
Άλλο πράγμα είναι, νομίζω, η μισαλλοδοξία και άλλο η ακρίβεια στη
διατύπωση του δόγματος, των ορίων που θέτει κάθε κοινότητα που σέβεται τον
εαυτό της –-μήπως δεν χρειάζονται αυτά; Από εκεί και πέρα ο καθένας μπορεί να
πιστεύει ό,τι θέλει – εφόσον δεν δογματίζει,
δηλαδή δεν θεωρεί ότι οι απόψεις του είναι καθολικής
ισχύος. Έτσι, μπορούμε να είμαστε μέλη μιας κοινότητας και ταυτόχρονα …αιρετικοί
ή ξένοι. Αυτό ισχύει για την ιδεολογική, τη φυλετική ή όποια άλλη καθαρότητα. Η
καθόλα θεμιτή έννοια των ορίων ευνοεί, μάλλον, την συνύπαρξη παρά τον
αποκλεισμό, χτίζει γέφυρες συνάντησης και όχι τείχη.
Αν ο ιερός πόλεμος ήταν απαραίτητος για την εδραίωση του Ισλάμ, λόγου
χάρη στον 7ο αιώνα, είναι προφανές ότι σήμερα χρειάζεται αλλαγή
παραδείγματος με τη διαμόρφωση ενός μετριοπαθέστερου Ισλάμ, ενώ ακόμη
αναζωπυρώνεται διεθνώς το ενδιαφέρον για τον σουφισμό. Στον χώρο του
Χριστιανισμού, σήμερα προωθείται ο οικουμενικός διάλογος μεταξύ όλων των
χριστιανικών ομολογιών και των μη-χαλκηδόνιων εκκλησιών, βλέπουν το φως
μονογραφίες που επιχειρούν να φωτίσουν την εποχή των αμοιβαίων παρεξηγήσεων (αυτή τη μεταβατική εποχή που «θυσίασε» τον
Ωριγένη και τα Τρία Κεφάλαια), ή ακόμη και να αποκαταστήσουν την ορθοδοξία των αιρετικών,
ενώ από την άλλη μεριά προβάλλεται η
σπουδαιότητα «της υψηλής ποιητικής των αιώνων», όπως ο Κώστας Βούλγαρης το
έθεσε, της βυζαντινής πατερικής γραμματείας, αλλά και στηλιτεύεται η «λαϊκή δημοκρατία
της πρόσληψης» (ως συνέπεια της αποδόμησης, της απώλειας της όποιας κειμενικής ιερότητας
και βεβαίως του θανάτου του συγγραφέα). Βρισκόμαστε, μάλλον, ενώπιον μίας
ιστορικής σύνθεσης εν εξελίξει, επί
τη βάσει ενός πολιτισμικού
επιχειρήματος, που πρώτος στον θεολογικό χώρο εισηγήθηκε ο Νίκος Ματσούκας (όχι,
βεβαίως, χωρίς αντιδράσεις…). Θυμίζω εδώ απλώς την πρόσφατη ψήφιση νόμου στη
Βαυαρία περί υποχρεωτικής ανάρτησης
του σταυρού ως πολιτιστικού συμβόλου
στα δημόσια κτίρια, ως περίπτωσης κατάχρησης,
μάλλον, του ως άνω επιχειρήματος, που
βρήκε αντίθετους τους πάντες, καθόσον τα πράγματα αυτά, βεβαίως, δεν μπορούν ούτε
να επιβάλλονται, ούτε να απαγορεύονται…
Το ζήτημα λοιπόν, βρίσκεται, μάλλον, στην ίδια τη θέαση της ιστορίας εν
συνόλω, στον ηθικιστικό αφενός τρόπο θέασης, με την εμμονή σε ιδανικές
περιόδους ή ιδανικά πρόσωπα, και τον τραγικό αφετέρου, με τις ανακυκλήσεις, όπως πρότεινε ο Girard, ή, με πιο απλά λόγια, σήμερα είσαι
εσύ ο κακός, αύριο είμαι εγώ… Ο τρόπος αυτός καταφάσκει τόσο στην πολυσημία της
ανθρώπινης φύσης και ιστορίας, αυτής της μοναδικής διαλεκτικής εν στάσει ενός Benjamin λόγου χάρη, όσο και στην ίδια τη
μεταμορφωτική δύναμη της πνευματικής ζωής, του Χριστιανισμού εν προκειμένω, ως πορείας δραματικής προς το τέλος της ιστορίας. Και εν πάση περιπτώσει οι
θρησκείες, οι ιδεολογίες και οι πολιτισμοί δεν επιβάλλονται διά παντός, όσο
μεγάλη και αν είναι η εξουσία που μπορεί κάποτε να περιβάλλονται. Γίνονται
απόβλητα της ιστορίας εάν δεν συναντούν τις ανάγκες των ανθρώπων.
Ο Χριστιανισμός, ο οποίος προσέδωσε ένα
νόημα στη laissez-faire κοινωνία της κλασικής αρχαιότητας, την
«ζαλισμένη από την υπερπροσφορά πνευματικών αγαθών», όπως αναφέρει ο Λουκιανός
στον οποίο η συγγραφέας μας παραπέμπει, παραμένει η μόνη πολιτιστική περιοχή που δίνει
νόημα στην ιστορία και στη νέα χιλιετία, όπως ρητά έδειξε ο Girard, και σήμερα δηλαδή. Πως οι ανθρώπινες αντιπαλότητες
μπορούν να επιλύονται επί τη βάσει του κατεξοχήν συμφιλιωτικού γεγονότος, της
Ανάστασης του Χριστού. Το νόημα αυτό συνάδει, νομίζω, με το πνεύμα που, στον συγκινησιακά φορτισμένο επίλογό
της, η κυρία Πολύμνια Αθανασιάδη εξαίρει στα πρόσωπα του Μάξιμου του Ομολογητή
και του Συμεών του Σαλού: αντίσταση στις εξουσίες, πολλή αγάπη, και λίγη καλώς εννοούμενη…
τρέλα. Αυτός άλλωστε δεν είναι ο κληρονομημένος «ελληνικός τρόπος»;
Η
Σάρα Θηλυκού είναι ποιήτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου