19/10/13

Η αλήθεια της Μεσογείου

Εγκατάσταση του Κώστα Ρουσσάκη, "Η αλήθεια είναι
αγάπη μου ότι δε θυμάμαι τίποτα", Elika Gallery,
Ομήρου 27, Αθήνα, μέχρι 9/11/2013
Συναντηθήκαμε πάλι, αγαπημένη μου φίλη, στο δρόμο για την Ταορμίνα. Είχα κάτι υποθέσεις ψυχικές κι εσύ έκανες βόλτα αισθαντική. Μιλάγαμε ώρες και λέγαμε παραμύθια και κάναμε λόγο επίσης για τα σημαδεμένα κείμενα. Κι ύστερα στο λιμάνι της Ταορμίνα τρώγαμε παγωτό και βλέπαμε τα καΐκια που διαβαίνανε την Μεσόγειο. Σαν να ξαναβρίσκαμε τον χαμένο χρόνο, αυτόν που βίαια μας έκλεψαν οι εξουσιαστές της πατρίδας μας. Ήσουνα σαν μικρό παιδί πάλι, χαμένη στους περίεργους δρόμους της ονειροφαντασίας σου. Είχες ζητήσει να σε εξομολογήσω, μα σου είχα πει πως δεν είχα αυτή τη δύναμη, γιατί σε ήξερα. Και τότε άρχισες πάλι να μιλάς βγάζοντας τις μάσκες σου και τις άφηνες μία, μία πάνω στο πεζοδρόμιο. Μου είπες ότι πρέπει να φάμε, γι' αυτό αποφάσισες να πουλήσεις τις μάσκες σου. Κι' εγώ δίπλα στις μάσκες έβαλα το κομποσκίνι μου. Στη λοταρία κι αυτό, μιας και εντός του ήταν κρυμμένα μυστικά, δάκρυα, ενοχές, έρωτες και πάθη. Σαν να έχουμε πάρει μια απόφαση, μου είπες, να είμαστε πιο ανάλαφροι, να πετάξουμε από πάνω μας τα βαριά πράγματα, αυτά που χρόνια ιδεοληπτικά είχαν πέσει πάνω μας. Απ' το λιμάνι νοιώθαμε την χώρα μας, αλλά κάτι εντός μας έλεγε πως όλα θα γίνουν καινούργια. Δεν είχε να κάνει με κάποιες λύσεις αυτή η αίσθησή μας, αλλά με μια βεβαιότητα αισθητική.

 Αλλά τώρα ήμασταν, υπήρχαμε στην Σικελία, στην Μεσόγειο. Κάναμε βόλτες στα μαγειριά της πόλης και αναζητούσαμε τις πραγματικές γεύσεις της γης. Είχαμε πουλήσει και τις μάσκες σου και το κομποσκίνι μου. Αισθάνομαι γυμνή και ανάλαφρη, μου είπες, οι μάσκες χρόνια τώρα με πίεζαν. Κι εγώ χωρίς το κομποσκίνι ένοιωθα επίσης ανάλαφρος, σαν να είχαν φύγει όλα εκείνα τα βάρη, όλες οι καταραμένες μνήμες, και σαν να είχε κρατηθεί μόνο η λεπτότητα και η ακριβή ανάμνηση. Πήραμε τις εφημερίδες και είχανε στις μέσα σελίδες ειδήσεις απ’ την πατρίδα μας. Στ' αλήθεια, μου είπες, πιστεύεις ότι έχουμε πατρίδα; Εσύ ένας ασκητής πλάνητας κι εγώ μια γυναίκα που λάτρεψα τον έρωτα και τα ωραία αγόρια και κορίτσια όπου τα συνάντησα; Τώρα απλώς πατρίδα μας είναι η αισθητική, αυτή που ασύστολα βιάστηκε στην χώρα μας, χρόνια τώρα και τα τελευταία χρόνια ακόμη περισσότερο.
Μπήκαμε μέσα στην εκκλησία της Μαντόνα και γονατίσαμε να προσευχηθούμε. Κατά ένα τρόπο και οι δύο ήμασταν αγνωστικιστές, αλλά αυτό δεν μας εμπόδισε να πιαστούμε από τα χέρια και να αφεθούμε στη γλυκιά μελωδία της εκκλησίας. Μακριά μας πολύ, ήταν ο καυγάς για τανκς και τα αεροπλάνα της παρέλασης, όπως πολύ μακριά ήταν η φρίκη που υπήρχε σ' αυτά που αφήσαμε προσώρας. Σπουδάζαμε πάλι πάνω στον χρόνο, στη λεπτή γραμμή που ξεχωρίζει την κάθε μέρα, τη ρουτίνα, τον παγωμένο χρόνο, με τον χρόνο τον λυτρωτικό, τον αισθαντικό. Γιατί από κάπου έπρεπε να ξεκινήσουμε, ώστε να ξαναβρούμε τα κλειδιά για την καθημερινότητα. Για να πούμε, με μια κάποια βεβαιότητα, ότι δεν είναι ρουτίνα και παγωμένος χρόνος, αλλά είναι λυτρωτικός και αισθαντικός.
Βγαίνοντας από την εκκλησία είδα πάνω στο στήθος σου ένα λεκέ από το παγωτό, αλλά κατά ένα τρόπο ήταν τόσο ταιριαστός με το υπόλοιπα χρώματά σου, που το χέρι μου δίστασε και δεν τον καθάρισε τελικά. Είναι αυτοί οι μικροί όμορφοι λεκέδες που σημαίνουν πράγματα στις ζωές των ανθρώπων, ώστε να μην γίνεται η ζωή τους μια ξένη, μια παράταιρη. Αυτό που μου άρεσε σε σένα ήταν ότι αγαπούσες τους λεκέδες σου. Όπως άλλωστε τους αγαπούσα και εγώ. Μια συγχορδία λεκέδων ήταν η ζωή μας, γι' αυτό είχε το πολύτιμο χρώμα, αυτό το πορφυρό που ανασταίνει.
 Το βράδυ πήγαμε σε ένα ψαρομάγαζο, να αισθανθούμε γεύσεις και να χαθούμε στα αρώματα. Μέρες φθινοπωρινές, καιροί έτοιμοι για μια μεγάλη εξέγερση που την νοιώθαμε να γεννιέται στην Μεσόγειο.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: