21/12/12

Παγκόσμια κρίση

Καθεστώς εξαίρεσης ή προοίμιο ανατροπής;

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

ΑΘΗΝΑ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Η κρίση ως «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», εκδόσεις Σαββάλας, σελ. 98

Το βιβλίο εξετάζει τη σχέση της οικονομικής κρίσης με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή εξαίρεσης που θίγεται πρόσφατα από πολλούς. Αναλύοντας τις διαστάσεις του καθεστώτος εξαίρεσης, ξεκινά από το πολύ σημαντικό ζήτημα της συναίνεσης. Συμφωνεί με τον M. Foucault, ότι στη βιομηχανική κοινωνία το άτομο συναινεί στην εξουσία όχι κάτω από την πίεση της φυσικής βίας αλλά διαμέσου της εσωτερικής πειθαρχίας και της ψυχολογικής πίεσης. Μέσα από την παιδεία και την αυστηρή κοινωνικοποίηση –που είναι χαλαρές στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες- υιοθετεί και σωματοποιεί τον κυρίαρχο λόγο και τον αναπαράγει σαν δικό του, εσωτερικό λόγο. Χάρη στη συναίνεση, αποδεχόμαστε την κοινωνική πραγματικότητα άκριτα, σαν φυσική και ιδανική, χωρίς δικαίωμα αμφισβήτησης, με αποτέλεσμα να υποτάσσουμε το ηθικό και το πολιτικό στο οικονομικό, να υποθηκεύουμε την αξιοπρέπειά στους νόμους της αγοράς και να μετρούμε όλες τις αξίες με βάση τις αρχές του ήσσονος έργου και του βέλτιστου χρηματικού κέρδους. Στην περίοδο της σημερινής κρίσης, η συναίνεση φθάνει στα ακραία όρια. Μας κάνει να υποτάσσουμε το σώμα στην αυτοθυσία, να υφιστάμεθα τη λιτότητα, δηλαδή την άρνηση της ζωής, σαν λύση για τη ζωή, να αισθανόμαστε συνυπεύθυνοι και να τη βιώνουμε καρτερικά αναμένοντας, ως δευτέρα παρουσία, την «ανάπτυξη». Ή, ακόμα, να θεωρούμε την κρίση σαν ευκαιρία αόριστου κέρδους. Οι νέες αρχές του κυρίαρχου λόγου, τον οποίο εσωτερικεύει η συναίνεση, είναι οι παλαιές αξίες, πατρίδα-οικογένεια-θρησκεία, καθώς επίσης ο βιολογισμός, η έξαρση των κοινωνικών διακρίσεων (ρατσισμός, ανδροκρατία) και η ανοχή στη βία. Το καθεστώς εξαίρεσης, συνεχίζει η Αθανασίου, παρουσιάζει την κρίση σαν φυσικό γεγονός, συγκαλύπτοντας τις κοινωνικές αιτίες που την προκάλεσαν και, συνεπώς, αποκλείοντας τη δυνατότητα αναίρεσής της με κοινωνικά μέτρα. Αναζητά τη λύτρωση στο «νηστεία και προσευχή».
Με άλλα λόγια, στη λιτότητα των φτωχών και στην επίκληση προς το υπερβατικό: «με τη βοήθεια του Θεού», «να βάλουμε πλάτες», «οι Έλληνες μπορούν». Κάθε αντίρρηση σ’ αυτά, καθώς και στην πολιτική της λιτότητας, ονομάζεται λαϊκισμός και είναι απαγορεύσιμη. Ο βιολογισμός παρουσιάζει εξίσου μεγάλη διάδοση, αποσκοπώντας να αποσιωπηθούν οι κοινωνικές αιτίες. Σε προέκταση των παλαιότερων μορφών του -κοινωνικός δαρβινισμός, ευγονική κ.ά.- ανανεώθηκε στις αρχές της οικονομικής ύφεσης με τη μοριακή βιολογία, για να υποστηρίξει ότι οι συμπεριφορές μας και η μοίρα μας προσδιορίζονται από το DNA. Εκφέρεται με έξαρση του ρατσισμού και του πατριωτισμού, καθώς και με σλόγκαν του τύπου «η Ελλάδα στο γύψο».                 
Η κατάσταση εξαίρεσης μεταλλάσσεται σε απολυταρχία διαμέσου της «ανασφάλειας», η οποία ορίζει ποια άτομα είναι βιώσιμα. Αποκτά το προνόμιο της εγκατάλειψης στο θάνατο όσων δεν είναι βιώσιμοι – συνταξιούχοι, ανάπηροι κ.ά. Στο σημείο αυτό, όμως, η Αθανασίου παρατηρεί ότι το ίδιο προνόμιο το εφαρμόζει και η νεωτερικότητα, παρά τις επαγγελίες της για «μεγιστοποίηση της ζωής» (σελ. 70). Και επαναφέρει το επιχείρημα που διατυπώθηκε από πολλούς, ότι η αποικιοκρατία, «η απο-απανθρωποίηση και η εξόντωση των «άλλων», αποτελούν ιδρυτικά και συστατικά χαρακτηριστικά της νεωτερικότητας» (σελ. 73). Συνεπώς, η κρίση και η συνδεμένη μαζί της βιοπολιτική δεν αποτελούν κατάσταση εξαίρεσης που, αν ξεπεραστεί, θα επιστρέψουμε στον αρμονικό κόσμο της νεωτερικότητας. Διευκρινίζοντας το ζήτημα που θίγει η Αθανασίου, επισημαίνουμε ότι πρέπει:
-Πρώτον, να διαχωρίσουμε τον κυρίαρχο λόγο για την πραγματικότητα από την ίδια την πραγματικότητα. Kατά τον κυρίαρχο λόγο, η νεωτερικότητα έχει θεσπίσει ένα ιδανικό σύστημα δικαίου, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ (Banton 1997:52) και έχει γενικεύσει, με ψήφισμα του ΟΗΕ το 1948, την ισχύ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εντούτοις, ομολογείται ότι «έχει αποδειχθεί η αποτυχία της παγκόσμιας κοινωνίας να αποτρέψει κατάφωρες μορφές κοινωνικής διάκρισης σε πολλές χώρες όπου υπάρχει σύγκρουση μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων» (ibid, 93). Όσο για τις ΗΠΑ, παρά το εξελιγμένο νομικό τους σύστημα, «επέλεξαν ξεκάθαρα την εγκληματικότητα της εξαθλίωσης ως συμπλήρωμα στη γενίκευση της εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας” (Wacquant, 2001:201).
-Δεύτερον, να μην αντικρίζουμε την κοινωνία ως ομοιογενή και αρμονική, συγκαλύπτοντας τις εσωτερικές αντιθέσεις. Υπάρχει, σήμερα, χώρα χωρίς ανισότητα των κοινωνικών στρωμάτων; Ο κυρίαρχος λόγος της νεωτερικότητας επαγγέλλεται την ελευθερία-ισότητα-αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και τον εκδημοκρατισμό της γνώσης. Φυσικά, είναι αρκετοί εκείνοι που τα απολαμβάνουν. Αλλά ποιοι είναι αυτοί; Αρχικά, πολίτες της αστικής δημοκρατίας, με δικαίωμα ψήφου και ισότητας στο νόμο, ήταν οι άνδρες που είχαν ιδιοκτησία και ανήκαν στη λευκή φυλή. Στην πατρίδα της δημοκρατίας, τη Γαλλία, οι γυναίκες απέκτησαν ψήφο μόλις το 1945. Αντίθετα προς τις άλλες κοινωνίες που διέθεταν μηχανισμούς διάσωσης των μελών τους από την πείνα, η κοινωνία της νεωτερικότητας παρουσιάζει ελαττωματική ομοιοστασία. Δεν διασώζει τους εξαθλιωμένους. Η βιομηχανική επανάσταση συνοδεύτηκε στην Αγγλία με την εντυπωσιακή αύξηση του πληθυσμού κατά 70% στο διάστημα 1750-1800, με άνοδο του επιπέδου ζωής των αστών και με μεγάλες κατακτήσεις της επιστήμης. Συνοδεύτηκε όμως και με καταπίεση, παιδική εργασία, παράγκες και εξαθλίωση μαζών, που δεν καταγράφηκαν (Childe 1957:18), όπως δεν καταγράφηκαν και οι συνθήκες ζωής των δούλων της αρχαίας Αθήνας. Άλλο ένα χαρακτηριστικό του αστικού κράτους είναι ότι παραβιάζει τους νόμους που αυτό το ίδιο θεσπίζει. Είναι κοινός τόπος ότι η Χάρτα του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα μετατράπηκε σε βιτρίνα. Κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ εξοντώθηκαν 800.000 άτομα στη Ρουάντα Ουρούντι και 3.000.000 στο ανατολικό Ζαΐρ. Είναι γνωστό ότι η άνοδος της νεωτερικότητας σφραγίστηκε με την αποικιοκρατία, με τον αφανισμό εκατομμυρίων μαύρων κατά τη μεταφορά τους στην Αμερική, την εξόντωση του 95% του πληθυσμού των Ινδιάνων (Gilmore 2009:129), την εκατόμβη 160 εκατομμυρίων μόνο τον 20ό αιώνα (Brie 2009:57) κ.ά. Δεν αγνοούμε ότι, μέσα από τις έντονες αντιφάσεις της ανάμεσα στις επαγγελίες της και στην πρακτική της, η νεωτερικότητα άνοιξε το δρόμο για την «επί γης σωτηρία» των «πτωχών τω πνεύματι και τω χρήματι». Μετατρέποντας τη δομή της εξουσίας από την κυριαρχία ενός ηγεμονικού οίκου στην κυριαρχία μιας ολόκληρης τάξης, αναγκάστηκε, μετά από σκληρούς αγώνες των υπαλλήλων τάξεων, να δεχτεί τη συγκρότηση του κοινωνικού κράτους. Αφότου, όμως, το 1971, ξεκίνησε η χρονία κρίση και το βιομηχανικό μοντέλο, έφθασε στην εξάντληση των ορίων του, στα 2008, η νεωτερικότητα στράφηκε στην κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής ασφάλειας. Με άλλα λόγια, γενίκευσε το καθεστώς εξαίρεσης από τις αποικίες στις μητροπόλεις.           
Το βιβλίο της Αθανασίου συμβάλλει να κατανοήσουμε ότι, εφόσον το καθεστώς εξαίρεσης αποτελεί συστατικό της νεωτερικότητας και η γενίκευσή του οφείλεται στην αποδόμηση του βιομηχανικού μοντέλου που τη θεμελιώνει, είναι αδιανόητη η διάσωση με επιστροφή στη νεωτερικότητα διαμέσου μεταρρυθμίσεων. Συνεπώς, μοναδική ιστορική έξοδος είναι η ανατροπή.

Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι ανθρωπολόγος 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Δεν ξέρω εάν αυτό είπε ο Foucault αλλά ότι τα πλήθη και όχι το άτομο συναινεί/ούν στην εξουσία ισχύει με όλες τις εξουσίες εξ ανέκαθεν απτήν εποχή τού Ομήρου.