25/2/23

Πληγές και μεταμορφώσεις

Ηώ Αγγελή, Camping, 2022, χρωματιστά μολύβια σε χαρτί, 35 x 50 εκ. 

Της Χριστίνας Λιναρδάκη*

ΜΙΝΩΣ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ, Σχέδια του χάους, εκδόσεις Ίκαρος, σελ. 308

Νουάρ μυθιστόρημα· όσοι έχουν γράψει μέχρι στιγμής γι’ αυτό το βιβλίο έτσι το περιγράφουν. Όμως τα «Σχέδια του χάους» είναι πολλά περισσότερα από αυτό: είναι και ψυχογράφημα, ηθογραφία, κυρίως όμως είναι ένα αλχημιστικό καζάνι στο οποίο μουσική, κινηματογράφος, εμπειρική φιλοσοφία, συμβολισμός και αφηγημένα γεγονότα μετατρέπουν την πραγματικότητα σε κάτι που σπάνια της συμβαίνει: σε ένα σώμα διάφανο και διαμπερές – όπως ακριβώς οι δύο μαχαιριές που σκότωσαν τον Γάλλο του Αιγίου, θέτοντας τα γεγονότα σε κίνηση.
Η δράση στο βιβλίο ξεκινά λοιπόν με μια δολοφονία, αν και στην πραγματικότητα έχει ξεκινήσει σχεδόν δύο δεκαετίες νωρίτερα. Το μαθαίνουμε αυτό στην πορεία, ταυτόχρονα με τον αφηγητή του βιβλίου, τον γνώριμο από προηγούμενα μυθιστορήματα του Ευσταθιάδη Κρις Πάπας, ο οποίος προσπαθεί εναγωνίως να συνθέσει το ψηφιδωτό της ιστορίας στην οποία βρέθηκε μπλεγμένος, με τις ψηφίδες να του διαφεύγουν συστηματικά.
Ο αφηγητής όμως δεν είναι ο πρωταγωνιστής. Πρωταγωνιστής είναι ο Νέστορας Δεληολάνης, ένας συμμαθητής του αφηγητή, ο οποίος κάποια στιγμή βρίσκεται φιλοξενούμενος στο σπίτι του δεύτερου. Πρωταγωνίστρια είναι και η μητέρα του Νέστορα, η πιο μυστηριώδης φιγούρα του βιβλίου, η Αναστασία – ένα σχεδόν εξαϋλωμένο ον. Μάνα και γιος ομολογούν, διαδοχικά, ότι σκότωσαν τον Γάλλο, μόνο όμως ο Νέστορας είναι σε θέση να οδηγήσει την αστυνομία στο κουζινομάχαιρο με το οποίο έγινε ο φόνος, επομένως η δική του ομολογία κρίνεται αυθεντική. Κατόπιν, ο 15χρονος οδηγείται στις φυλακές και εκεί σώζεται από τη γλωσσομάθεια και την αγάπη του για τα βιβλία, εξαιτίας των οποίων τίθεται υπό την προστασία του γιου ενός Ρώσου αρχιμαφιόζου – γεγονός που, αν μη τι άλλο, του εξασφαλίζει τη σωματική του ακεραιότητα. Όσο για τον αφηγητή, την ίδια χρονιά ακολουθεί τη μητέρα του στη Γερμανία.
Τα χρόνια περνούν και τα μυστήρια πληθαίνουν. Η εξαφάνιση του Νέστορα, μετά την αποφυλάκισή του, συμπίπτει με την επανεμφάνιση της μητέρας του – ή μάλλον του ό,τι έχει απομείνει από κείνη. Ο Κρις την ακολουθεί σε ένα μοναστήρι, όπου του μιλούν για κείνη, αφού η ίδια έχει στο μεταξύ εκδημήσει: «το πλάσμα που στεκόταν στην πύλη μέσα στο χλωμό πρωινό φως ήταν ένα μάτσο από κόκαλα. Τα μακριά, κατάμαυρα μαλλιά φαίνονταν να είναι το βαρύτερο πράγμα πάνω της […] Τίποτα απολύτως δεν τη ρωτήσαμε, ούτε εγώ ούτε καμία άλλη μοναχή. Και ο πιο αφελής ή αδιάκριτος άνθρωπος θα έβλεπε πως η Αναστασία δεν είχε καθόλου απαντήσεις […] Πίσω της πρέπει να έτρεχε μια ολόκληρη στρατιά από δαίμονες, που δεν είχαν όνομα και αναπαμό».
Όσο για τον Νέστορα, αυτός βρίσκεται τελικά στη Βαρκελώνη, όπου συναντιέται εντέλει με τον Κρις και παραλαμβάνει επιτέλους το γράμμα της Αναστασίας. Στη Βαρκελώνη λύνονται μερικά από τα μυστήρια του βιβλίου, όπως η πραγματική ταυτότητα του Γάλλου και το παρελθόν της Αναστασίας, η οριστική εξήγηση όμως δίνεται αργότερα στο Αίγιο, όπου ο Κρις επιστρέφει για την κηδεία του δικού του πατέρα. Είναι μια εξήγηση που του δίνει ο δικηγόρος της οικογένειας Δεληολάνη, ο Ταξιάρχης. Εκείνος που ήταν ερωτευμένος όλα τα χρόνια με την Αναστασία. Εκείνος αποκαλύπτει στον εμβρόντητο Κρις πώς ο Νέστορας σκαρφίστηκε την απολογία του για να γλιτώσει τη μάνα του από τα ισόβια, γνωρίζοντας πως εκείνος θα εξέτιε ποινή λίγων μόλις ετών.
Όσα έγραψα παρέχουν ένα χοντροκομμένο περίγραμμα της πλοκής. Η ουσία του βιβλίου όμως πόρρω απέχει από τα τεκταινόμενα. Βρίσκεται στο βάθος των χαρακτήρων που εμπλέκει, στους ρόλους που αυτοί καλούνται να παίξουν, ακούσια ή εκούσια, σε όσα μπορούν να συμβούν σε μια ζωή και να τη ρημάξουν. Έπειτα, κάποιοι άνθρωποι μπορούν και παίρνουν τα πράγματα πιο ελαφρά, για κάποιους άλλους όμως η ζωή δεν είναι παρά η αστείρευτη πηγή μιας πληγής που ποτέ δεν κλείνει. Η Αναστασία, από την αρχή ο πυρήνας και το κλειδί της ιστορίας, ήταν σαν αυτούς τους δεύτερους. Προσπαθώντας όλοι στο βιβλίο να την προστατεύσουν, την οδήγησαν χωρίς να το θέλουν στην ολοκληρωτική τρέλα. Στα ερείπια των ζωών που προκάλεσε η αδυναμία της να συγχωρήσει τον εαυτό της, το μόνο που έμεινε ήταν η βούληση των νεότερων να συμφιλιωθούν με τη μοίρα τους και να ζήσουν.
Ο Ευσταθιάδης και σε αυτό το βιβλίο αποδεικνύει το ενδιαφέρον του για τις μεταμορφώσεις των ανθρώπων και τις πορείες τους μέχρι εκεί. Χαοτικές τις περισσότερες φορές, οι εν λόγω πορείες διαγράφονται σαν σχέδια επί χάρτου μετά λόγου γνώσεως ή –αντίθετα– με πλήρη άγνοια. Σε κάθε περίπτωση, οδηγούν αλγοριθμικά στη μετουσίωση, όποια μορφή κι αν αυτή παίρνει – ακόμη και αν πρόκειται για εκείνη του θανάτου.

*H Χριστίνα Λιναρδάκη είναι φιλόλογος, μεταφράστρια, http://stigmalogou.blogspot.com 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου