Της
Ευσταθίας Δήμου*
ΝΗΡΕΑΣ ΚΑΛΙΤΣΑΝΙ, Στους
λαβυρίνθους του Μεσοπολέμου, εκδόσεις Κουκκίδα, σελ. 120
Ο Νηρέας Καλιτσάνι είναι ένας από τους νεότερους σήμερα πεζογράφους, ο νεότερος ίσως που είδε το έργο του να κυκλοφορεί σε αυτοτελή έκδοση. Πρόκειται για ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι, μαθητή στη Γ΄ γυμνασίου, που εξέδωσε πρόσφατα το έργο Στους λαβυρίνθους του Μεσοπολέμου, ένα αφήγημα με γενναίες δόσεις διαλόγου που διαδραματίζεται κατά την εποχή που ο τίτλος δηλώνει. Κεντρικός ήρωας είναι ο Τζον Τόμας, ένας νεαρός άνδρας, που διασταυρώνεται με μια σειρά από προσωπικότητες της εποχής δημιουργώντας, ουσιαστικά, ένα σύνολο από επιμέρους επεισόδια, καθένα από τα οποία διαθέτει σε κάποιο βαθμό τη δική του αυτονομία και μοναδικότητα.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη για να αποφανθεί κανείς ότι το όλο εγχείρημα αποτελεί ένα πραγματικό κατόρθωμα. Δεν είναι μόνο το νεαρό της ηλικίας που λειτουργεί ως ποσό αντιστρόφως ανάλογο με την ποιότητα και το ήθος της γραφής. Είναι κυρίως η αλήθεια που ακτινοβολεί το έργο, ως αποτέλεσμα μιας συγγραφικής εμπλοκής από τις πιο αυθόρμητες και ενστικτώδεις. Γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να ερμηνευθεί η δημιουργία ενός τέτοιου βιβλίου, παρά ως αποτέλεσμα της ενδιάθετης έλξης ενός παιδιού προς τη γραφή; Πόσο μάλλον όταν αυτό ευτύχησε να βρει την ενθάρρυνση από τις φιλολόγους του, οι οποίες παραστάθηκαν, προέτρεψαν και ώθησαν τον νεαρό μαθητή στην ολοκλήρωση της συγγραφής.
Εδώ αξίζει κανείς να σταθεί και να διερευνήσει βαθύτερα το θέμα. Γιατί δεν πρόκειται απλώς και μόνο για μια προσπάθεια που αξίζει τον έπαινο και την προσοχή, αλλά για μια αφορμή κριτικής αποτίμησης που αφορά τη λογοτεχνία γενικότερα. Τρία είναι τα σημεία που αξίζει να επισημανθούν και να τεθούν ως προβληματισμοί, και υποθέσεις περισσότερο, παρά ως συμπεράσματα. Το πρώτο αφορά τη στενή σχέση που αναπτύσσει ο άνθρωπος κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του με τη λογοτεχνία. Μια σχέση βιωματική, καίρια και καταλυτική, που δείχνει ακριβώς όχι μόνο τη βαθιά ανάγκη του νέου να εκφραστεί μέσα από την τέχνη του λόγου, αλλά και τη βαθιά ανάγκη της λογοτεχνίας για νεαρούς αναγνώστες που θα επικυρώσουν τη δύναμη, την αξία και την επιδραστικότητά της.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την αληθινή φύση της τέχνης, η οποία θα πρέπει να αντιστοιχηθεί με την φύση του ανθρώπου, τη μεικτή του συγκρότηση από αρετές και από αδυναμίες, που τόσο δυναμικά σφραγίζουν την πορεία και την παρουσία του μέσα στη ζωή. Αυτό αναδεικνύεται στην προκειμένη περίπτωση με ιδιαίτερη διαύγεια και καθαρότητα. Το αφήγημα, πέρα από τις αναμφισβήτητες αρετές του, έχει αναμφίβολα και ελαττώματα. Το βασικό όμως είναι ότι δεν γίνεται καμία προσπάθεια ούτε για να κρυφτούν, ούτε για να αποσιωπηθούν, ούτε για να καλυφθούν. Ίσα ίσα που το έργο προσφέρεται έτσι ακριβώς όπως προέκυψε, από την ψυχή και τη δημιουργική φαντασία του συγγραφέα, χωρίς αυτός να μπει στη διαδικασία εξεύρεσης και αναπαραγωγής «τεχνασμάτων» ή επιτυχημένων συνταγών που θα έδιναν βέβαια ένα αποτέλεσμα πιο δόκιμο λογοτεχνικά, θα θόλωναν όμως το τοπίο της έμπνευσης και της δημιουργικής της μορφοποίησης.
Ένας τρίτος προβληματισμός, που επίσης αφορά τη λογοτεχνική ζωή στο σύνολό της, έχει να κάνει με τον τρόπο που προσεγγίζουμε, μελετούμε ή, απλώς, διαβάζουμε έναν λογοτέχνη σε σχέση με μια σημαντική λεπτομέρεια της ζωής του. Η εντύπωση που επικρατεί και, σε μεγάλο βαθμό, επιβεβαιώνεται από την αναγνωστική πράξη και πρακτική, είναι ότι η πρόσληψη του έργου ενός συγγραφέα καθορίζεται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, από τη γνώση μας για το πρόσωπό του, από ένα στοιχείο ή χαρακτηριστικό που σφράγισε τον βίο και, ενδεχομένως, το έργο του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα υπήρξαν ο Καρυωτάκης με την αυτοχειρία και ο Καβάφης με την ομοφυλοφιλία του. Το έργο τους, πολλές φορές, ερμηνεύθηκε με βάση τα δεδομένα αυτά, γεγονός που συχνά οδήγησε σε έγκυρα, άλλο τόσο συχνά όμως οδήγησε σε αβέβαια και επισφαλή συμπεράσματα. Το ερώτημα λοιπόν παραμένει. Πόσο χρήσιμο είναι, εν προκειμένω, να φέρνει κανείς, ως υπόμνηση, στο μυαλό του καθώς διαβάζει ή μελετά την ηλικία του συγγραφέα; Η διαχωριστική γραμμή είναι ευκρινής. Η υπόμνηση βοηθάει την ανάγνωση, θολώνει την ερμηνεία. Το κέρδος, όμως, εδώ βρίσκεται ξεκάθαρα στην πρώτη.
*Η Ευσταθία Δήμου είναι κριτικός λογοτεχνίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου